Το μυστήριο ψάχνει λύση…
Το déjà vu είναι σπάνιο φαινόμενο, αλλά όταν συμβαίνει το καταλαβαίνουμε. Είναι αυτό που μπορεί να περπατάς σε μια πόλη την οποία επισκέπτεσαι πρώτη φορά και ξαφνικά γνώριμες εικόνες έρχονται στο μυαλό, σαν να φωνάζουν ότι έχεις ξανάρθει σε αυτό το μέρος.
Όμως δεν έχεις ξαναπάει, άρα τι συμβαίνει;
Για την ακρίβεια, κανείς δεν ξέρει στ’ αλήθεια τι συμβαίνει. Η προέλευση του déjà vu (που σημαίνει στα Γαλλικά αυτό που «έχω ήδη δει»), δηλαδή η αίσθηση της οικειότητας με κάτι που είναι εντελώς καινούργιο, παραμένει κρυμμένη κάπου βαθιά κρυμμένη στον εγκέφαλό μας. Το φαινόμενο αυτό είναι δύσκολο να μελετηθεί, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι συνδεδεμένοι με καλώδια και μηχανήματα όταν τους συμβαίνει αυτό προκειμένου να καταφέρουν οι ερευνητές να βρουν άκρη.
Ωστόσο, οι επιστήμονες είχαν προβληματιστεί πολλά χρόνια, καθώς μια περιγραφή εμπειρίας déjà vu εμφανίστηκε το 1888 σε ασθενείς με επιληψία. Η παρατήρηση του φαινομένου δεν ήταν σύμπτωση, μιας και οι άνθρωποι με κάποιες μορφές επιληψίας φαίνεται να νιώθουν το déjà vu πιο συχνά σε σχέση με εκείνους που δεν είχαν την ίδια διαταραχή. Η έρευνα σε τέτοιους ασθενείς έδειξε ότι τα αισθήματα του déjà vu που ένιωθαν ήταν πιο πιθανό να συνδέονταν με τις κρίσεις στο μέσο κροταφικό λοβό, το μέρος του εγκεφάλου που σχετίζεται με την αντίληψη των αισθήσεων, την παραγωγή του λόγου και τη μνήμη.
Κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, οι νευρώνες παρουσιάζουν πρόβλημα, στέλνοντας μπερδεμένα μηνύματα σε διαφορετικά μέρη του σώματος. Για αυτούς τους ασθενείς, το déjà vu είναι ένα αποτέλεσμα σύγχυσης των συνδέσεων στον εγκέφαλο. Όταν κάποιοι ασθενείς υποβάλλονται σε εγχείριση εγκεφάλου για να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις, ξυπνούν και είναι απαλλαγμένοι από το φαινόμενο αυτό.
Ορισμένοι επιστήμονες θεωρούν ότι παρόμοιο πρόβλημα των νευρώνων μπορεί να προκαλέσει σε υγιείς εγκεφάλους, που δεν παθαίνουν κρίσεις, μια αίσθηση οικειότητας ενώ δεν υπάρχει λόγος να αισθανθούν κάτι τέτοιο.
Μια δεύτερη υπόθεση περιλαμβάνει ένα άλλο λάθος του εγκεφάλου. «Αυτή τη φορά, το πρόβλημα έχει να κάνει με τη μνήμη», λέει η Anne Cleary, καθηγήτρια γνωστικής ψυχολογίας του πανεπιστημίου του Κολοράντο. Ένα ερέθισμα που προκύπτει από μια νέα κατάσταση ενεργοποιεί την ανάμνηση μιας παλιότερης παρόμοιας εμπειρίας, την οποία ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να ανακαλέσει. Η Cleary δίνει το παρακάτω παράδειγμα στην προσπάθεια της να εξηγήσει το φαινόμενο. Έστω ότι επισκέπτεστε το Παρίσι για πρώτη φορά και έχετε φτάσει στο Λούβρο.
Το βλέμμα σας πέφτει στην τεράστια γυάλινη πυραμίδα που ξεχωρίζει στον προαύλιο χώρο του μουσείου και ξαφνικά νιώθετε αυτό το παράξενο συναίσθημα. Εκείνη τη στιγμή, ο εγκέφαλός σας δεν μπορεί να ανακαλέσει την ανάμνηση που θα μπορούσε να εξηγήσει την κατάσταση, ότι δηλαδή πριν από λίγους μήνες είδατε την ταινία The Da Vinci Code, μια ταινία στην οποία φαίνεται πολύ καθαρά η Πυραμίδα του Λούβρου. «Λόγω της απουσίας της ανάκλησης αυτής, μας απομένει μόνο η αίσθηση της οικειότητας με την παρούσα κατάσταση», λέει η Cleary.
Η Cleary έχει την υποψία ότι αυτού του είδους η οικειότητα προκύπτει από την ικανότητά μας να θυμηθούμε τη δομή του χώρου και του περιβάλλοντος. Προκειμένου να ελέγξει αυτή την υπόθεση, η ειδικός προσπάθησε να προκαλέσει déjà vu σε εργαστηριακές συνθήκες. Χρησιμοποιώντας ένα παιχνίδι που προσομοιάζει με τη ζωή, το The Sims, η Cleary και η ομάδα της έστησε δυο σκηνικά, με διαφορετικά χαρακτηριστικά αλλά ολόιδια στη διάταξη. Το πρώτο ήταν το σκηνικό μιας αυλής που είχε ένα δέντρο σε μια γλάστρα στο κέντρο του, περικυκλωμένο από διάφορα φυτά και άλλα φυτά που κρέμονταν σε καλάθια από τους τοίχους. Το δεύτερο σκηνικό απεικόνιζε ένα μουσείο που αντί για το δέντρο είχε ένα μεγάλο άγαλμα, το έδαφος είχε χαλιά και τα καλάθια είχαν κεριά.
Όταν οι συμμετέχοντες ερεύνησαν το δεύτερο δωμάτιο, ανέφεραν ότι ένιωσαν ένα συναίσθημα déjà vu, αλλά δεν μπορούσαν να το συνδέσουν με το χρόνο που πέρασαν ανακαλύπτοντας το πρώτο δωμάτιο. «Οι άνθρωποι έχουν μια αυξημένη αίσθηση déjà vu όταν η σκηνή έχει μια παρόμοια διάταξη, αλλά δεν μπορούν να ανακαλέσουν την πηγή αυτή της οικειότητας που αισθάνονται», λέει η Cleary.
«Μια ακόμα πιθανή εξήγηση του déjà vu», αναφέρει η Cleary «μας οδηγεί πίσω στο 1928, όταν ο ψυχολόγος Edward Titchener περιέγραψε την αίσθηση χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της διέλευσης ενός δρόμου. Όπως ξεκινάμε να διασχίσουμε το δρόμο, ενστικτωδώς κοιτάμε στα αριστερά, αλλά αν κάτι μας τραβήξει την προσοχή στα δεξιά, στρέφουμε το βλέμμα μας προς τα εκεί. Μέχρι να κοιτάξουμε πάλι στα αριστερά, ο εγκέφαλός μας μπορεί να έχει ξεχάσει την πρώτη φορά που κοιτάξαμε προς τα εκεί. Αυτή η δεύτερη ματιά ενδέχεται να προκαλέσει το αίσθημα της οικειότητας, διότι, σε αυτήν την περίπτωση, έχουμε πράγματι δει κάτι προηγουμένως.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι άνθρωποι που βιώνουν το déjà vu δεν μπορούν να εξηγήσουν για ποιο λόγο συμβαίνει. Πάντως, «ο εγκέφαλός μας προσπαθεί να μας εξηγήσει», λέει η Cleary. Αυτές οι εμπειρίες κατά τις οποίες γνωρίζουμε κάτι το οποίο δεν μπορούμε να θυμηθούμε λειτουργούν όλες με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι ξέρουμε το όνομα του ηθοποιού σε μια ταινία, αλλά δεν μας έρχεται αυτόματα να το πούμε. «Όταν η ανάκληση αποτυγχάνει, οι αναμνήσεις μας έχουν παρόλα αυτά έναν τρόπο να μας ειδοποιούν για το γεγονός ότι υπάρχει κάτι σχετικό εκεί», λέει η Cleary. «Υπάρχει κάτι σε αυτή τη διαδικασία που χρειάζεται περαιτέρω εξερεύνηση και μελέτη».
Το déjà vu είναι σπάνιο φαινόμενο, αλλά όταν συμβαίνει το καταλαβαίνουμε. Είναι αυτό που μπορεί να περπατάς σε μια πόλη την οποία επισκέπτεσαι πρώτη φορά και ξαφνικά γνώριμες εικόνες έρχονται στο μυαλό, σαν να φωνάζουν ότι έχεις ξανάρθει σε αυτό το μέρος.
Όμως δεν έχεις ξαναπάει, άρα τι συμβαίνει;
Για την ακρίβεια, κανείς δεν ξέρει στ’ αλήθεια τι συμβαίνει. Η προέλευση του déjà vu (που σημαίνει στα Γαλλικά αυτό που «έχω ήδη δει»), δηλαδή η αίσθηση της οικειότητας με κάτι που είναι εντελώς καινούργιο, παραμένει κρυμμένη κάπου βαθιά κρυμμένη στον εγκέφαλό μας. Το φαινόμενο αυτό είναι δύσκολο να μελετηθεί, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι συνδεδεμένοι με καλώδια και μηχανήματα όταν τους συμβαίνει αυτό προκειμένου να καταφέρουν οι ερευνητές να βρουν άκρη.
Ωστόσο, οι επιστήμονες είχαν προβληματιστεί πολλά χρόνια, καθώς μια περιγραφή εμπειρίας déjà vu εμφανίστηκε το 1888 σε ασθενείς με επιληψία. Η παρατήρηση του φαινομένου δεν ήταν σύμπτωση, μιας και οι άνθρωποι με κάποιες μορφές επιληψίας φαίνεται να νιώθουν το déjà vu πιο συχνά σε σχέση με εκείνους που δεν είχαν την ίδια διαταραχή. Η έρευνα σε τέτοιους ασθενείς έδειξε ότι τα αισθήματα του déjà vu που ένιωθαν ήταν πιο πιθανό να συνδέονταν με τις κρίσεις στο μέσο κροταφικό λοβό, το μέρος του εγκεφάλου που σχετίζεται με την αντίληψη των αισθήσεων, την παραγωγή του λόγου και τη μνήμη.
Κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, οι νευρώνες παρουσιάζουν πρόβλημα, στέλνοντας μπερδεμένα μηνύματα σε διαφορετικά μέρη του σώματος. Για αυτούς τους ασθενείς, το déjà vu είναι ένα αποτέλεσμα σύγχυσης των συνδέσεων στον εγκέφαλο. Όταν κάποιοι ασθενείς υποβάλλονται σε εγχείριση εγκεφάλου για να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις, ξυπνούν και είναι απαλλαγμένοι από το φαινόμενο αυτό.
Ορισμένοι επιστήμονες θεωρούν ότι παρόμοιο πρόβλημα των νευρώνων μπορεί να προκαλέσει σε υγιείς εγκεφάλους, που δεν παθαίνουν κρίσεις, μια αίσθηση οικειότητας ενώ δεν υπάρχει λόγος να αισθανθούν κάτι τέτοιο.
Μια δεύτερη υπόθεση περιλαμβάνει ένα άλλο λάθος του εγκεφάλου. «Αυτή τη φορά, το πρόβλημα έχει να κάνει με τη μνήμη», λέει η Anne Cleary, καθηγήτρια γνωστικής ψυχολογίας του πανεπιστημίου του Κολοράντο. Ένα ερέθισμα που προκύπτει από μια νέα κατάσταση ενεργοποιεί την ανάμνηση μιας παλιότερης παρόμοιας εμπειρίας, την οποία ο εγκέφαλός μας δεν μπορεί να ανακαλέσει. Η Cleary δίνει το παρακάτω παράδειγμα στην προσπάθεια της να εξηγήσει το φαινόμενο. Έστω ότι επισκέπτεστε το Παρίσι για πρώτη φορά και έχετε φτάσει στο Λούβρο.
Το βλέμμα σας πέφτει στην τεράστια γυάλινη πυραμίδα που ξεχωρίζει στον προαύλιο χώρο του μουσείου και ξαφνικά νιώθετε αυτό το παράξενο συναίσθημα. Εκείνη τη στιγμή, ο εγκέφαλός σας δεν μπορεί να ανακαλέσει την ανάμνηση που θα μπορούσε να εξηγήσει την κατάσταση, ότι δηλαδή πριν από λίγους μήνες είδατε την ταινία The Da Vinci Code, μια ταινία στην οποία φαίνεται πολύ καθαρά η Πυραμίδα του Λούβρου. «Λόγω της απουσίας της ανάκλησης αυτής, μας απομένει μόνο η αίσθηση της οικειότητας με την παρούσα κατάσταση», λέει η Cleary.
Η Cleary έχει την υποψία ότι αυτού του είδους η οικειότητα προκύπτει από την ικανότητά μας να θυμηθούμε τη δομή του χώρου και του περιβάλλοντος. Προκειμένου να ελέγξει αυτή την υπόθεση, η ειδικός προσπάθησε να προκαλέσει déjà vu σε εργαστηριακές συνθήκες. Χρησιμοποιώντας ένα παιχνίδι που προσομοιάζει με τη ζωή, το The Sims, η Cleary και η ομάδα της έστησε δυο σκηνικά, με διαφορετικά χαρακτηριστικά αλλά ολόιδια στη διάταξη. Το πρώτο ήταν το σκηνικό μιας αυλής που είχε ένα δέντρο σε μια γλάστρα στο κέντρο του, περικυκλωμένο από διάφορα φυτά και άλλα φυτά που κρέμονταν σε καλάθια από τους τοίχους. Το δεύτερο σκηνικό απεικόνιζε ένα μουσείο που αντί για το δέντρο είχε ένα μεγάλο άγαλμα, το έδαφος είχε χαλιά και τα καλάθια είχαν κεριά.
Όταν οι συμμετέχοντες ερεύνησαν το δεύτερο δωμάτιο, ανέφεραν ότι ένιωσαν ένα συναίσθημα déjà vu, αλλά δεν μπορούσαν να το συνδέσουν με το χρόνο που πέρασαν ανακαλύπτοντας το πρώτο δωμάτιο. «Οι άνθρωποι έχουν μια αυξημένη αίσθηση déjà vu όταν η σκηνή έχει μια παρόμοια διάταξη, αλλά δεν μπορούν να ανακαλέσουν την πηγή αυτή της οικειότητας που αισθάνονται», λέει η Cleary.
«Μια ακόμα πιθανή εξήγηση του déjà vu», αναφέρει η Cleary «μας οδηγεί πίσω στο 1928, όταν ο ψυχολόγος Edward Titchener περιέγραψε την αίσθηση χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της διέλευσης ενός δρόμου. Όπως ξεκινάμε να διασχίσουμε το δρόμο, ενστικτωδώς κοιτάμε στα αριστερά, αλλά αν κάτι μας τραβήξει την προσοχή στα δεξιά, στρέφουμε το βλέμμα μας προς τα εκεί. Μέχρι να κοιτάξουμε πάλι στα αριστερά, ο εγκέφαλός μας μπορεί να έχει ξεχάσει την πρώτη φορά που κοιτάξαμε προς τα εκεί. Αυτή η δεύτερη ματιά ενδέχεται να προκαλέσει το αίσθημα της οικειότητας, διότι, σε αυτήν την περίπτωση, έχουμε πράγματι δει κάτι προηγουμένως.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι άνθρωποι που βιώνουν το déjà vu δεν μπορούν να εξηγήσουν για ποιο λόγο συμβαίνει. Πάντως, «ο εγκέφαλός μας προσπαθεί να μας εξηγήσει», λέει η Cleary. Αυτές οι εμπειρίες κατά τις οποίες γνωρίζουμε κάτι το οποίο δεν μπορούμε να θυμηθούμε λειτουργούν όλες με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι ξέρουμε το όνομα του ηθοποιού σε μια ταινία, αλλά δεν μας έρχεται αυτόματα να το πούμε. «Όταν η ανάκληση αποτυγχάνει, οι αναμνήσεις μας έχουν παρόλα αυτά έναν τρόπο να μας ειδοποιούν για το γεγονός ότι υπάρχει κάτι σχετικό εκεί», λέει η Cleary. «Υπάρχει κάτι σε αυτή τη διαδικασία που χρειάζεται περαιτέρω εξερεύνηση και μελέτη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.