Το 1931 κυκλοφορεί με τον τίτλο «Οι τελευταίοι Χαιρετισμοί του Ρήγα» βιβλίο του Σπυρίδωνος Μ. Θεοτόκη, Διευθυντού του Αρχείου της Ιονίου Γερουσίας, στο οποίο, όπως γράφει στον Πρόλογό του ο ίδιος, δημοσιεύεται κείμενο χειρογράφου που φέρεται να έγραψε ο Ρήγας Φεραίος στη φυλακή, λίγο πριν τον μαρτυρικό θάνατό του. Για το χειρόγραφο αυτό γράφει ο Σπ. Θεοτόκης:«Στον παλαιό κατάλογο του αρχείου του Ι. Α. Καποδίστρια είχα ειδεί ν' αναφέρεται ένα χειρόγραφο με τον τίτλο: "Les derniers adieux de Riga à ses Compatriotes". Μου φάνηκε πολύ παράξενο γιατί ως τώρα δεν ήταν γνωστό ν' άφηκεν ο Ρήγας τίποτα παρόμοιο πριν μαρτυρήσει.
Το ανάφερα στον Καθηγητή κύριο Κ. Άμαντο, που ήξερα πως επρόκειτο να δημοσιεύσει συλλογήν ολόκληρη ανεκδότων εγγράφων για το Ρήγα από το Αρχείο της Βιέννης, για να μάθω αν γνώριζε τίποτα σχετικό. Ο κ. Άμαντος δεν γνώριζε τίποτα κι ενδιαφέρθηκε για την ανακάλυψη δείχνοντας μάλιστα πολλή προθυμία να συμπεριλάβει στη συλλογή του το άγνωστο χειρόγραφο. Αλλά το χειρόγραφο δε βρίσκονταν.
Είχε φαίνεται ανακατευτεί με τα χαρτιά που κράτησε ο κ. Ι. Καποδίστριας σπίτι του, κι έτσι η συλλογή του κ. Κ. Άμαντου δημοσιεύτηκε χωρίς αυτό.
Από τότε όλο και το ζητούσα ως τον περασμένο Δεκέμβρη του 1930, που το βρήκα μαζί με άλλα πολύ ενδιαφέροντα. Το αντίγραψα και μαζί με μία ανακοίνωση στην Ακαδημία Αθηνών, το παρουσίασα κι αυτό...»
Στον Πρόλογο του προαναφερόμενου βιβλίου ο Σπ. Θεοτόκης γράφει με επιφύλαξη και τα εξής: «δεν τολμώ να φέρω καμιά κρίση για τη γνησιότητα του χειρόγραφου». Πιο κάτω όμως επισημαίνει: «Νομίζω πως δεν πέφτω πολύ έξω αν πω πως έχει μια ομοιότητα με τις ιδέες, με το εξημμένο ύφος, με τον πατριωτισμό του Ρήγα...»Οι Τελευταίοι Χαιρετισμοί του Ρήγα είναι ένα κείμενο γεμάτο από συγκινησιακή φόρτιση, αγωνία κι ελπίδα, υποθήκες και όραμα μιας ελεύθερης Ελλάδας. Είναι ένα κείμενο που απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες και πιο συγκεκριμένα στο λαό, στους άρχοντες, στους εμπόρους και ναυτικούς και τέλος στον κλήρο. Από τους θεωρούμενους ως στερνούς αποχαιρετιστήριους λόγους του Ρήγα, για τους οποίους όπως γράφει ο ίδιος: «η πένα μου θα σας χαράξει», θεωρούμε χρήσιμο να περιλάβουμε εδώ μερικά αποσπάσματα. Και να πώς αρχίζουν:«Πατρίδα! Αδελφοί μου! Σας αφήνω για πάντα! Το νήμα των ημερών μου και των γεγονότων που είχαν να σας συνδέουν μαζί μου, για να σας κάμουν να φιλοδοξήσετε την αξιοπρέπειαν ελεύθερου Λαού δεν είναι η μοίρα που μου το κόβει...
Μερικοί άνθρωποι ανίσχυροι και δυστυχείς, που δεν έχουν δύναμη παρά μόνο για να δυναστεύουν τη φτωχή και περιφρονημένην αρετή, που δεν έχουν πολιτική παρά για να σκέφτονται μόνον τον εαυτό τους και το παρόν, με θυσιάζουν με την μάταιην ελπίδα να σβύσουν μ' εμένα την τελευταία σπίθα του Ελληνικού πατριωτισμού... Συγχωρώ στους άθλιους αυτούς την κακία των σκοπών τους.
Μεγάλε Θεέ! Είσαι κριτής μου, γονατίζω μπρος στο δικαστήριο της δικαιοσύνης σου, λατρεύω τις υπέρτατες αποφάσεις σου· επιτρέπεις τη θυσία μου· ίσως είναι αναγκαία για την αληθινή σωτηρία της πατρίδας μου. Γενηθήτω το θέλημά σου.
Τα σίδερα που με φορτώνουν, τα σκοτάδια που με κυκλώνουν για να μη μάθω τη γη που θα με θάψουν, η μοναξιά κι η δυστυχία όπου μ' αφήνουν να περιμένω της μοίρας μου την ώρα, η αυστηρότητα που μου στερεί την παρηγορητική βοήθεια της θρησκείας και της φιλίας, τίποτα δεν ταράζει τη γαλήνη του πνεύματός μου, και τη σταθερότητα των αισθημάτων μου για σένα, αγαπημένη Πατρίδα, για σας αδελφοί μου!
Συμφιλιωμένος πια με τους ανθρώπους, αφοσιωμένος στο Θεό, αν καμμία ανθρώπινη κηλίδα μπορούσε ακόμα ν' αμαυρώσει την αγνότητα της ψυχής μου, θάταν ο πόνος να μη σας στείλω, από τη θέση που βρίσκομαι, τους τελευταίους χαιρετισμούς μου, θάταν η τύψη να μη σας αφήσω γραφτές αναμνήσεις που να μπορούν να σας κάμουν ωφέλιμη τη θυσία της ζωής μου.
Αλλά η μακροθυμία του Θεού άκουσε τη δέησή μου και μου υπόσχεται αιώνια ανάπαυση, γιατί μούδωκε τη χάρη να την περιμένω, με τη συνείδηση ελευθερωμένη από τις ανθρώπινες έγνοιες. Οι δεσμοφύλακες που με φυλάγουν, συγκινημένοι από τις δυστυχίες μου, μου επιτρέπουν να σας γράψω αυτές τις σελίδες και με βεβαιώνουν πως θα τις λάβετε...»
Προς το λαόΑπευθύνεται στη συνέχεια ο Ρήγας σ' έναν αποχαιρετισμό προς τον ελληνικό λαό και γράφει μεταξύ άλλων για τους εχθρούς του που μεταχειρίζονται όλα τα τεχνάσματα να τον κάνουν ν' αρνηθεί τ' όνομά του:«Λαέ!
Στον πρώτο που απευθύνομαι είσαι συ, γιατί σε σένα χρωστώ τ' όνομά μου, την ευτυχία που δε λησμόνησα, την ύπαρξή μου και που δε φοβούμαι το θάνατο.
Εκείνο που βλέπουν σε σένα όλοι οι λαοί του κόσμου, και οι τίτλοι που έχεις για να σε σέβονται, δεν είναι για την αξία σου. Το αίμα των προγόνων σου που κυκλοφορεί στις φλέβες σου χωρία ν' ανακατευτεί με το αίμα ξένων λαών, η χώρα που κατοικείς, ο αέρας που αναπνέεις, όλ' αυτά διατηρούνται ακόμα μέσα σε μια μακρινή διαδοχή χρόνων και δυστυχιών. Τα ελαττώματα όμως που σου αποδίδουν, Ελληνικέ λαέ, τα ελαττώματα αυτά που ταπεινώνουν το δοξασμένο χαρακτήρα σου είναι αποτέλεσμα της αμάθειάς σου, της φυσικής σου ιδιοφυΐας και της τυραννίας που σε δυναστεύει...»
«...Υπάρχεις ακόμα, μ' όλο που σε συντρίβει το μεγάλο βάρος του δεσποτισμού, μ' όλο που σε καταδιώκει η ζηλοτυπία κι ο φόβος των κυρίων σου, μ' όλο που σε διασκορπίζουν τα θέλγητρα που πλανεύουν. Δεν έχεις παρά να παρουσιαστείς στους εχθρούς σου· βλέπουν τα χαρακτηριστικά σου και σε ξεχωρίζουν ανάμεσα σ' όλες τις ανθρώπινες φυλές και ταπεινώνονται. Καταδέχονται να σε πλησιάσουν μ' όλους τους δυνατούς τρόπους και δεν υπάρχει τέχνασμα που να μη μεταχειρίζονται για να σε κάμουν ν' απαρνηθείς τ' όνομά σου, τη γη που γεννήθηκες, την πατρίδα σου. Από αιώνες η δολερή αυτή επιχείρηση δεν πέτυχε: δεν θα πετύχει ποτέ, αν διατηρήσεις μ' επιμέλεια τα ήθη σου, τη θρησκεία σου, τη γλώσσα σου, τα όπλα σου...»
Προς τους άρχοντεςΑποχαιρετά ο Ρήγας και τους άρχοντες, αυτούς δηλαδή που φέρουν τίτλους καταγωγής, περιουσία κι ανατροφή, για να τους πει ότι: «Αν οι τίτλοι αυτοί σας παρέχουν πλεονεκτήματα, σας επιβάλλουν όμως και μεγάλα καθήκοντα». Γράφει για το θάρρος που πρέπει να έχουν αλλά και για τους δεσμούς φιλίας που πρέπει να τους ενώνουν και υπογραμμίζει:«... Η τυρρανία παύει να υπάρχει, όταν οι σκλάβοι της έχουν θάρρος κι όταν οι ακατάλυτοι δεσμοί της φιλίας τους ενώνουν. Έχετε θάρρος και το αποδείξατε λαμπρά, κι έτσι καταφρονάτε την τυραννία ως ένα σημείο... Για να τη νικήσετε λοιπόν ας κατέβει για μια φορά η άγια φιλία ανάμεσά σας κι ας σας ενώσει ολόγυρά της με τις χάρες της, με την ηρεμία που εμπνέει, με την υπέροχη εξύψωση που χαρίζει σ' όλα τα αισθήματα! Είναι αιώνες τώρα που αποφεύγει τη γη που κατοικείτε, μια διωγμένη απ΄ όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, όπου ο πολιτισμός πολύ προόδεψε, θα ξανάρθει να μείνει μαζί σας, αν της θυσιάσετε τίμια τα μικρά συμφέροντα που σας ταπεινώνουν μπρος στους βαρβάρους, κι αν έχετε ένα και μόνο ενδιαφέρον, να φανήτε αντάξιοι του εαυτού σας και του ονόματός σας:
Θαρραλέοι, τολμηροί και γενναίοι, αν είσαστε μοιρασμένοι, απομονωμένοι και σπαραγμένοι από αμοιβαία εχθρότητα, είσαστε κακοί σκλάβοι και δείχνετε πως θα γίνετε επικίνδυνοι υπήκοοι μόλις πάψετε να είσαστε σκλάβοι. Αυτή είναι η γνώμη που έχουν για σας οι κυρίαρχοί σας και οι Δυνάμεις. Κάμετε σε τρόπο ν' αλλάξουν γνώμη, αυτό είναι το πρώτο σας καθήκον...»
Γράφει και για ένα άλλο σημαντικό καθήκον των αρχόντων που πρέπει να είναι η φροντίδα τους να γαλουχηθούν τα παιδιά των Ελλήνων με φιλελεύθερες αρχές ώστε να μπορέσουν αυτά κάποια μέρα να λυτρώσουν την πατρίδα από τη σκλαβιά:«Ετοιμάστε στα παιδιά σας καλύτερη τύχη, κάμετέ τα να μπορούν να βγάλουν μία μέρα το Έθνος από το ζυγό που το πιέζει, αν δεν έχετε σεις αρκετή δύναμη κι αρετή για να το ελευθερώσετε. Αν ο καιρός που ζήτε δε μπορεί να σας εμπνεύσει ιδέες, κι αισθήματα τόσο φιλελέυθερα, αφήστε τα παιδιά σας ν' ανατραφούν με άλλες αρχές. Οι περιστάσεις έχουν αλλάξει, το παράδειγμά σας τα καταστρέφει· σώστε τα! Δεύτερο καθήκον...»
Στον αποχαιρετισμό του προς τους άρχοντες κάνει ακόμη λόγο για τον πολύτιμο και ιερό ρόλο των Ελληνίδων μητέρων ως εξής:«Το μισό του εαυτού σας, κι η ολότητα της πραγματικής σας ύπαρξης, οι γυναίκες σας, έχουν περισσότερο πατριωτισμό κι ευγένεια στην ψυχή, περισσότερη φρόνηση και βαθειά κρίση στο πνεύμα. Η αυστηρότητα που σ' αυτήν ο δεσποτισμός σας αναγκάζει να τις υποβάλλετε, η μοναξιά που τις κρατείτε, η μονοτονία της ζωής τους, η στενοχώρια του να τα φοβούνται όλα, ως και τον αέρα που αναπνέουν, το βασανιστήριο να τρέμουν κάθε στιγμή για τη ζωή σας, όλα αναπτύσσουν περισσότερο σ' αυτές τα σπέρματα των πατριωτικών αισθημάτων τους και διατηρούν σταθερό όσο και άσπονδο το μίσος που έχουν για τον Κυρίαρχο που υπηρετείτε.
Είναι συμφέρον σας να τις εκτιμάτε, γιατί στις γυναίκες σας χρωστάτε κάποιες στιγμές ανάπαυσης κι ευτυχίας. Παραχωρώντας σ' αυτές απόλυτη κι ανεξάρτητη εξουσία στην ανατροφή των παιδιών σας, τις τιμάτε περισσότερο, δεν το κάνετε όμως κι αυτό είναι που η πατρίδα σας ζητάει. Τρίτο καθήκον...»
Καλεί τέλος τους Έλληνες άρχοντες ο Ρήγας ν' απαλλαγούν από το τέρας της διχόνοιας, καθώς μάλιστα προβλέπει την αυτοκρατορία του τυράννου να καταρρέει και γράφει:«Αρματώνετε το λαό και του διατηρείτε τη στρατιωτική του περηφάνεια· κανένας έπαινος δεν μπορεί να φτάσει την ευεργεσία σας... Μα αν γυρίζετε τα όπλα σας εναντίον των ιδίων των εαυτών σας κι εναντίον των συμπατριωτών σας, κανένα έγκλημα δεν παρομοιάζεται μ' αυτό το έγκλημα στις μέρες μας.
Όσο η Τουρκική Αυτοκρατορία ήταν νέα κι η δύναμή της ήταν μεγάλη και τρανή, όσο κι αν Ευρωπαϊκές δυνάμεις είχαν συμφέρον να την υποστηρίξουνε πολύ, τι άλλο μπορούσατε να κάμετε για να μην αφοπλιστούν, να μην εξευτελιστούν και να μην εκφυλιστούν οιο συμπατριώτες σας, παρά να ποτίζετε με το αίμα τους τον τάφο ρων προγόνων τους, ν' αναζωογονείτε την πολιτική διχόνοια που είχε θαφτεί και να την κάμετε να ξαναφανεί μεταξύ σας;
Τώρα, όμως, που οι αδυναμίες των γηρατειών βαραίνουν αυτή την Αυτοκρατορία· τώρα που όλα τα πολιτικά συμφέροντα συνωμοτούν για να συντομέψουν το μαρασμό και την πτώση της, γιατί δε σβήνετε τις νεκρικές λαμπάδες της διχόνοιας, γιατί αυτό το τέρας δεν το ξαναβυθίζετε στην άβυσσο απ' όπου το βγάλατε; Ο καιρός έφτασε... Διευθύνετε τα όπλα των γενναίων σας... Έχουν αληθινούς εχθρούς να πολεμήσουν. Κάμετε σε τρόπο να τους γνωρίσουν. Τέταρτο καθήκον.. .»
Απευθύνει στη συνέχεια χαιρετισμούς προς τους σοφούς, τους επιστήμονες, τους διανοούμενους που ζουν στα ξένα, τους καλεί να βοηθήσουν την πατρίδα στη μόρφωση των νέων της και μεταξύ άλλων τονίζει:«Η αποστολή σας είναι απλή και εύκολη· δεν έχετε παρά να διευθύνετε καλά την αγάπη της νιότης για τα γράμματα και τις επιστήμες, και να παρακινήσετε τους γέρους να σεβαστούν και να ενθαρρύνουν την αγάπην αυτή. Για να πετύχετε, δεν έχετε παρά να βάλετε στο φιλότιμο και να κολακέψετε τους νέους και τους γέρους...»Για την παιδεία των Ελληνοπαίδων είναι εκτός των άλλων και ο χαιρετισμός του προς τους εμπόρους και τους ναύτες:«Βοηθήστε με τα χρήματά σας στην εκπαίδευση της Ελληνικής νεολαίας, μιμηθείτε το παράδειγμα που σας έδωσαν μερικοί συμπατριώτες σας. Ενωθείτε γι' αυτόν το σκοπό, γιατί όλοι μαζί μπορείτε να βοηθήσετε και κανένας δεν μπορεί μονάχος να κάνει μεγάλες θυσίες χωρίς να κινδυνέψει.
Ω! σεις, έμποροι και ναυτικοί, που ζήτε στα ξένα, μείνετε κει ως που η πατρίδα να μπορέσει να σας δώσει νόμους κι ασφάλεια. Ωστόσο μη θεωρήσετε ανάξιο για σας να τη βοηθήσετε· δεχτήτε στα γραφεία σας και τα καταστήματά σας τα παιδιά της πατρίδας που βρίσκονται εκθεμένα στην περιφρόνηση της δυστυχίας, παρακαλέσετε τις κοινότητες να σας τα στείλουν, σπουδάξτε τα, κάμετέ τα ανθρώπους. Αυτό θάναι η σπουδαιότερη υπηρεσία που μπορείτε να προσφέρετε στο έθνος...»
Προς τον κλήροΜε σεβασμό απευθύνει τα τελευταία λόγια προς τον κλήρο ο Ρήγας. Ιδού και ένα μικρό δείγμα απ' όσα γράφει στον χαιρετισμό του προς τους ιερωμένους:«Είμαι ανάξιος να σας πλησιάσω, γιατί είμαι ο πιο ένοχος, ο πιο δυστυχισμένος από τους ανθρώπους. Οι πολυτάραχες μέρες μου τελειώνουν και δεν μπορώ να εμπιστευτώ τις τελευταίες στιγμές τους στις προσευχές σας και στις πατρικές σας φροντίδες. Ο τάφος ανοίγεται κιόλα μπρος στα πόδια μου, κατεβαίνω και βλέπω κιόλα το απέραντο διάστημα της αιωνιότητας, τα φριχτά βασανιστήρια ποιυ τιμωρούν τους κακούς και την ανάπαψη των δικαίων... Μήπως ξέρω ποια είναι η τύχη μου;... Μήπως έχω κοντά μου έναν άγιο πατέρα που η παρηγορητική φωνή του να με καθησυχάζει; Μπορώ να του ανοίξω την καρδιά μου και να του εμπιστευθώ τις πιο κρυφές μου σκέψεις; Μπορώ μιλώντας για τις αμαρτίες μου, να αισθανθώ όλη τη φρίκη τους και να μετανιώσω; Θέ μου, λυπήσου με! Μα ο άγγελός του Κυρίου, που στέλνεις στους δίκαιους που ψυχομαχούν, είναι κοντά μου... Ένα φως ουράνιο ξεδιαλύνει το σκοτάδι της φυλακής μου· τον βλέπω το θεϊκόν αυτόν άγγελο! Με δυναμώνει, μου δίνει θάρρος, καταδέχεται να με κάνει να αισθάνομαι ακόμα, πως ο άνθρωπος πρέπει να αφιερώνει στην πατρίδα του τις τελευταίες στιγμές της ζωής του και πως αυτή η θυσία είναι ευχάριστη στο Θεό».
«... Αν είσαστε υπεύθυνοι μπρος στο Θεό, δεν είσαστε λιγότερο μπρος στην πατρίδα. Η πατρίδα σας παραχωρεί τιμημένη θέση, θέλει τα παιδιά της να σας είναι αφοσιωμένα, και σας είναι· σας κάνει να μπορείτε να διευθύνετε τη συνείδησή τους, να κανονίζετε τις πράξεις τους, να τους εμπνέετε μεγάλες αρετές και να τους κάνετε να περνάνε το δύσκολο δρόμο της ζωής τιμημένα και δοξασμένα...»
Σε όλους τους ΈλληνεςΟ Ρήγας σε συναισθηματική έξαρση ευρισκόμενος, ζει το όραμα της Πατρίδας ελευθερωμένης, κάτι που πιστεύει ακράδαντα ότι θα είναι σε λίγο πραγματικότητα ως καρπός αγώνων και θυσιών. Αισθάνεται ασφαλώς θλίψη που δεν προλαβαίνει να δει αυτή την ερχόμενη ευτυχισμένη μέρα, αυτό το πολυπόθητο αγαθό, αλλά αναφωνεί προς όλους τους Έλληνες ευτυχισμένος:«Ώ Συμπολίτες μου!... Δε ζω πια... δεν παραστέκω στο χαρούμενο αυτό θέαμα... Η ψυχή μου, πλημμυρισμένη από τις χαρές που το προμάντεμα τούτο την πλουταίνει, είν' ευτυχισμένη να εγκαταλείψει πια τη γη και ν' αναπαυτεί αιώνια.
Ναι, πιστέψτε με, αδελφοί μου, θα είστε ελεύτεροι κι ευτυχισμένοι. Αν προσφέρω τα τελευταία αυτά λόγια, είναι γιατί ο Θεός το υπόσχεται και το θέλει. Έζησα σαν πολίτης και πεθαίνω ευχαριστημένος. Η χάρις του Θεού, είη μετά πάντων υμών.»
Το ανάφερα στον Καθηγητή κύριο Κ. Άμαντο, που ήξερα πως επρόκειτο να δημοσιεύσει συλλογήν ολόκληρη ανεκδότων εγγράφων για το Ρήγα από το Αρχείο της Βιέννης, για να μάθω αν γνώριζε τίποτα σχετικό. Ο κ. Άμαντος δεν γνώριζε τίποτα κι ενδιαφέρθηκε για την ανακάλυψη δείχνοντας μάλιστα πολλή προθυμία να συμπεριλάβει στη συλλογή του το άγνωστο χειρόγραφο. Αλλά το χειρόγραφο δε βρίσκονταν.
Από τότε όλο και το ζητούσα ως τον περασμένο Δεκέμβρη του 1930, που το βρήκα μαζί με άλλα πολύ ενδιαφέροντα. Το αντίγραψα και μαζί με μία ανακοίνωση στην Ακαδημία Αθηνών, το παρουσίασα κι αυτό...»
Στον Πρόλογο του προαναφερόμενου βιβλίου ο Σπ. Θεοτόκης γράφει με επιφύλαξη και τα εξής: «δεν τολμώ να φέρω καμιά κρίση για τη γνησιότητα του χειρόγραφου». Πιο κάτω όμως επισημαίνει: «Νομίζω πως δεν πέφτω πολύ έξω αν πω πως έχει μια ομοιότητα με τις ιδέες, με το εξημμένο ύφος, με τον πατριωτισμό του Ρήγα...»Οι Τελευταίοι Χαιρετισμοί του Ρήγα είναι ένα κείμενο γεμάτο από συγκινησιακή φόρτιση, αγωνία κι ελπίδα, υποθήκες και όραμα μιας ελεύθερης Ελλάδας. Είναι ένα κείμενο που απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες και πιο συγκεκριμένα στο λαό, στους άρχοντες, στους εμπόρους και ναυτικούς και τέλος στον κλήρο. Από τους θεωρούμενους ως στερνούς αποχαιρετιστήριους λόγους του Ρήγα, για τους οποίους όπως γράφει ο ίδιος: «η πένα μου θα σας χαράξει», θεωρούμε χρήσιμο να περιλάβουμε εδώ μερικά αποσπάσματα. Και να πώς αρχίζουν:«Πατρίδα! Αδελφοί μου! Σας αφήνω για πάντα! Το νήμα των ημερών μου και των γεγονότων που είχαν να σας συνδέουν μαζί μου, για να σας κάμουν να φιλοδοξήσετε την αξιοπρέπειαν ελεύθερου Λαού δεν είναι η μοίρα που μου το κόβει...
Μερικοί άνθρωποι ανίσχυροι και δυστυχείς, που δεν έχουν δύναμη παρά μόνο για να δυναστεύουν τη φτωχή και περιφρονημένην αρετή, που δεν έχουν πολιτική παρά για να σκέφτονται μόνον τον εαυτό τους και το παρόν, με θυσιάζουν με την μάταιην ελπίδα να σβύσουν μ' εμένα την τελευταία σπίθα του Ελληνικού πατριωτισμού... Συγχωρώ στους άθλιους αυτούς την κακία των σκοπών τους.
Μεγάλε Θεέ! Είσαι κριτής μου, γονατίζω μπρος στο δικαστήριο της δικαιοσύνης σου, λατρεύω τις υπέρτατες αποφάσεις σου· επιτρέπεις τη θυσία μου· ίσως είναι αναγκαία για την αληθινή σωτηρία της πατρίδας μου. Γενηθήτω το θέλημά σου.
Τα σίδερα που με φορτώνουν, τα σκοτάδια που με κυκλώνουν για να μη μάθω τη γη που θα με θάψουν, η μοναξιά κι η δυστυχία όπου μ' αφήνουν να περιμένω της μοίρας μου την ώρα, η αυστηρότητα που μου στερεί την παρηγορητική βοήθεια της θρησκείας και της φιλίας, τίποτα δεν ταράζει τη γαλήνη του πνεύματός μου, και τη σταθερότητα των αισθημάτων μου για σένα, αγαπημένη Πατρίδα, για σας αδελφοί μου!
Συμφιλιωμένος πια με τους ανθρώπους, αφοσιωμένος στο Θεό, αν καμμία ανθρώπινη κηλίδα μπορούσε ακόμα ν' αμαυρώσει την αγνότητα της ψυχής μου, θάταν ο πόνος να μη σας στείλω, από τη θέση που βρίσκομαι, τους τελευταίους χαιρετισμούς μου, θάταν η τύψη να μη σας αφήσω γραφτές αναμνήσεις που να μπορούν να σας κάμουν ωφέλιμη τη θυσία της ζωής μου.
Αλλά η μακροθυμία του Θεού άκουσε τη δέησή μου και μου υπόσχεται αιώνια ανάπαυση, γιατί μούδωκε τη χάρη να την περιμένω, με τη συνείδηση ελευθερωμένη από τις ανθρώπινες έγνοιες. Οι δεσμοφύλακες που με φυλάγουν, συγκινημένοι από τις δυστυχίες μου, μου επιτρέπουν να σας γράψω αυτές τις σελίδες και με βεβαιώνουν πως θα τις λάβετε...»
Προς το λαόΑπευθύνεται στη συνέχεια ο Ρήγας σ' έναν αποχαιρετισμό προς τον ελληνικό λαό και γράφει μεταξύ άλλων για τους εχθρούς του που μεταχειρίζονται όλα τα τεχνάσματα να τον κάνουν ν' αρνηθεί τ' όνομά του:«Λαέ!
Στον πρώτο που απευθύνομαι είσαι συ, γιατί σε σένα χρωστώ τ' όνομά μου, την ευτυχία που δε λησμόνησα, την ύπαρξή μου και που δε φοβούμαι το θάνατο.
Εκείνο που βλέπουν σε σένα όλοι οι λαοί του κόσμου, και οι τίτλοι που έχεις για να σε σέβονται, δεν είναι για την αξία σου. Το αίμα των προγόνων σου που κυκλοφορεί στις φλέβες σου χωρία ν' ανακατευτεί με το αίμα ξένων λαών, η χώρα που κατοικείς, ο αέρας που αναπνέεις, όλ' αυτά διατηρούνται ακόμα μέσα σε μια μακρινή διαδοχή χρόνων και δυστυχιών. Τα ελαττώματα όμως που σου αποδίδουν, Ελληνικέ λαέ, τα ελαττώματα αυτά που ταπεινώνουν το δοξασμένο χαρακτήρα σου είναι αποτέλεσμα της αμάθειάς σου, της φυσικής σου ιδιοφυΐας και της τυραννίας που σε δυναστεύει...»
«...Υπάρχεις ακόμα, μ' όλο που σε συντρίβει το μεγάλο βάρος του δεσποτισμού, μ' όλο που σε καταδιώκει η ζηλοτυπία κι ο φόβος των κυρίων σου, μ' όλο που σε διασκορπίζουν τα θέλγητρα που πλανεύουν. Δεν έχεις παρά να παρουσιαστείς στους εχθρούς σου· βλέπουν τα χαρακτηριστικά σου και σε ξεχωρίζουν ανάμεσα σ' όλες τις ανθρώπινες φυλές και ταπεινώνονται. Καταδέχονται να σε πλησιάσουν μ' όλους τους δυνατούς τρόπους και δεν υπάρχει τέχνασμα που να μη μεταχειρίζονται για να σε κάμουν ν' απαρνηθείς τ' όνομά σου, τη γη που γεννήθηκες, την πατρίδα σου. Από αιώνες η δολερή αυτή επιχείρηση δεν πέτυχε: δεν θα πετύχει ποτέ, αν διατηρήσεις μ' επιμέλεια τα ήθη σου, τη θρησκεία σου, τη γλώσσα σου, τα όπλα σου...»
Προς τους άρχοντεςΑποχαιρετά ο Ρήγας και τους άρχοντες, αυτούς δηλαδή που φέρουν τίτλους καταγωγής, περιουσία κι ανατροφή, για να τους πει ότι: «Αν οι τίτλοι αυτοί σας παρέχουν πλεονεκτήματα, σας επιβάλλουν όμως και μεγάλα καθήκοντα». Γράφει για το θάρρος που πρέπει να έχουν αλλά και για τους δεσμούς φιλίας που πρέπει να τους ενώνουν και υπογραμμίζει:«... Η τυρρανία παύει να υπάρχει, όταν οι σκλάβοι της έχουν θάρρος κι όταν οι ακατάλυτοι δεσμοί της φιλίας τους ενώνουν. Έχετε θάρρος και το αποδείξατε λαμπρά, κι έτσι καταφρονάτε την τυραννία ως ένα σημείο... Για να τη νικήσετε λοιπόν ας κατέβει για μια φορά η άγια φιλία ανάμεσά σας κι ας σας ενώσει ολόγυρά της με τις χάρες της, με την ηρεμία που εμπνέει, με την υπέροχη εξύψωση που χαρίζει σ' όλα τα αισθήματα! Είναι αιώνες τώρα που αποφεύγει τη γη που κατοικείτε, μια διωγμένη απ΄ όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, όπου ο πολιτισμός πολύ προόδεψε, θα ξανάρθει να μείνει μαζί σας, αν της θυσιάσετε τίμια τα μικρά συμφέροντα που σας ταπεινώνουν μπρος στους βαρβάρους, κι αν έχετε ένα και μόνο ενδιαφέρον, να φανήτε αντάξιοι του εαυτού σας και του ονόματός σας:
Θαρραλέοι, τολμηροί και γενναίοι, αν είσαστε μοιρασμένοι, απομονωμένοι και σπαραγμένοι από αμοιβαία εχθρότητα, είσαστε κακοί σκλάβοι και δείχνετε πως θα γίνετε επικίνδυνοι υπήκοοι μόλις πάψετε να είσαστε σκλάβοι. Αυτή είναι η γνώμη που έχουν για σας οι κυρίαρχοί σας και οι Δυνάμεις. Κάμετε σε τρόπο ν' αλλάξουν γνώμη, αυτό είναι το πρώτο σας καθήκον...»
Γράφει και για ένα άλλο σημαντικό καθήκον των αρχόντων που πρέπει να είναι η φροντίδα τους να γαλουχηθούν τα παιδιά των Ελλήνων με φιλελεύθερες αρχές ώστε να μπορέσουν αυτά κάποια μέρα να λυτρώσουν την πατρίδα από τη σκλαβιά:«Ετοιμάστε στα παιδιά σας καλύτερη τύχη, κάμετέ τα να μπορούν να βγάλουν μία μέρα το Έθνος από το ζυγό που το πιέζει, αν δεν έχετε σεις αρκετή δύναμη κι αρετή για να το ελευθερώσετε. Αν ο καιρός που ζήτε δε μπορεί να σας εμπνεύσει ιδέες, κι αισθήματα τόσο φιλελέυθερα, αφήστε τα παιδιά σας ν' ανατραφούν με άλλες αρχές. Οι περιστάσεις έχουν αλλάξει, το παράδειγμά σας τα καταστρέφει· σώστε τα! Δεύτερο καθήκον...»
Στον αποχαιρετισμό του προς τους άρχοντες κάνει ακόμη λόγο για τον πολύτιμο και ιερό ρόλο των Ελληνίδων μητέρων ως εξής:«Το μισό του εαυτού σας, κι η ολότητα της πραγματικής σας ύπαρξης, οι γυναίκες σας, έχουν περισσότερο πατριωτισμό κι ευγένεια στην ψυχή, περισσότερη φρόνηση και βαθειά κρίση στο πνεύμα. Η αυστηρότητα που σ' αυτήν ο δεσποτισμός σας αναγκάζει να τις υποβάλλετε, η μοναξιά που τις κρατείτε, η μονοτονία της ζωής τους, η στενοχώρια του να τα φοβούνται όλα, ως και τον αέρα που αναπνέουν, το βασανιστήριο να τρέμουν κάθε στιγμή για τη ζωή σας, όλα αναπτύσσουν περισσότερο σ' αυτές τα σπέρματα των πατριωτικών αισθημάτων τους και διατηρούν σταθερό όσο και άσπονδο το μίσος που έχουν για τον Κυρίαρχο που υπηρετείτε.
Είναι συμφέρον σας να τις εκτιμάτε, γιατί στις γυναίκες σας χρωστάτε κάποιες στιγμές ανάπαυσης κι ευτυχίας. Παραχωρώντας σ' αυτές απόλυτη κι ανεξάρτητη εξουσία στην ανατροφή των παιδιών σας, τις τιμάτε περισσότερο, δεν το κάνετε όμως κι αυτό είναι που η πατρίδα σας ζητάει. Τρίτο καθήκον...»
Καλεί τέλος τους Έλληνες άρχοντες ο Ρήγας ν' απαλλαγούν από το τέρας της διχόνοιας, καθώς μάλιστα προβλέπει την αυτοκρατορία του τυράννου να καταρρέει και γράφει:«Αρματώνετε το λαό και του διατηρείτε τη στρατιωτική του περηφάνεια· κανένας έπαινος δεν μπορεί να φτάσει την ευεργεσία σας... Μα αν γυρίζετε τα όπλα σας εναντίον των ιδίων των εαυτών σας κι εναντίον των συμπατριωτών σας, κανένα έγκλημα δεν παρομοιάζεται μ' αυτό το έγκλημα στις μέρες μας.
Όσο η Τουρκική Αυτοκρατορία ήταν νέα κι η δύναμή της ήταν μεγάλη και τρανή, όσο κι αν Ευρωπαϊκές δυνάμεις είχαν συμφέρον να την υποστηρίξουνε πολύ, τι άλλο μπορούσατε να κάμετε για να μην αφοπλιστούν, να μην εξευτελιστούν και να μην εκφυλιστούν οιο συμπατριώτες σας, παρά να ποτίζετε με το αίμα τους τον τάφο ρων προγόνων τους, ν' αναζωογονείτε την πολιτική διχόνοια που είχε θαφτεί και να την κάμετε να ξαναφανεί μεταξύ σας;
Τώρα, όμως, που οι αδυναμίες των γηρατειών βαραίνουν αυτή την Αυτοκρατορία· τώρα που όλα τα πολιτικά συμφέροντα συνωμοτούν για να συντομέψουν το μαρασμό και την πτώση της, γιατί δε σβήνετε τις νεκρικές λαμπάδες της διχόνοιας, γιατί αυτό το τέρας δεν το ξαναβυθίζετε στην άβυσσο απ' όπου το βγάλατε; Ο καιρός έφτασε... Διευθύνετε τα όπλα των γενναίων σας... Έχουν αληθινούς εχθρούς να πολεμήσουν. Κάμετε σε τρόπο να τους γνωρίσουν. Τέταρτο καθήκον.. .»
Απευθύνει στη συνέχεια χαιρετισμούς προς τους σοφούς, τους επιστήμονες, τους διανοούμενους που ζουν στα ξένα, τους καλεί να βοηθήσουν την πατρίδα στη μόρφωση των νέων της και μεταξύ άλλων τονίζει:«Η αποστολή σας είναι απλή και εύκολη· δεν έχετε παρά να διευθύνετε καλά την αγάπη της νιότης για τα γράμματα και τις επιστήμες, και να παρακινήσετε τους γέρους να σεβαστούν και να ενθαρρύνουν την αγάπην αυτή. Για να πετύχετε, δεν έχετε παρά να βάλετε στο φιλότιμο και να κολακέψετε τους νέους και τους γέρους...»Για την παιδεία των Ελληνοπαίδων είναι εκτός των άλλων και ο χαιρετισμός του προς τους εμπόρους και τους ναύτες:«Βοηθήστε με τα χρήματά σας στην εκπαίδευση της Ελληνικής νεολαίας, μιμηθείτε το παράδειγμα που σας έδωσαν μερικοί συμπατριώτες σας. Ενωθείτε γι' αυτόν το σκοπό, γιατί όλοι μαζί μπορείτε να βοηθήσετε και κανένας δεν μπορεί μονάχος να κάνει μεγάλες θυσίες χωρίς να κινδυνέψει.
Ω! σεις, έμποροι και ναυτικοί, που ζήτε στα ξένα, μείνετε κει ως που η πατρίδα να μπορέσει να σας δώσει νόμους κι ασφάλεια. Ωστόσο μη θεωρήσετε ανάξιο για σας να τη βοηθήσετε· δεχτήτε στα γραφεία σας και τα καταστήματά σας τα παιδιά της πατρίδας που βρίσκονται εκθεμένα στην περιφρόνηση της δυστυχίας, παρακαλέσετε τις κοινότητες να σας τα στείλουν, σπουδάξτε τα, κάμετέ τα ανθρώπους. Αυτό θάναι η σπουδαιότερη υπηρεσία που μπορείτε να προσφέρετε στο έθνος...»
Προς τον κλήροΜε σεβασμό απευθύνει τα τελευταία λόγια προς τον κλήρο ο Ρήγας. Ιδού και ένα μικρό δείγμα απ' όσα γράφει στον χαιρετισμό του προς τους ιερωμένους:«Είμαι ανάξιος να σας πλησιάσω, γιατί είμαι ο πιο ένοχος, ο πιο δυστυχισμένος από τους ανθρώπους. Οι πολυτάραχες μέρες μου τελειώνουν και δεν μπορώ να εμπιστευτώ τις τελευταίες στιγμές τους στις προσευχές σας και στις πατρικές σας φροντίδες. Ο τάφος ανοίγεται κιόλα μπρος στα πόδια μου, κατεβαίνω και βλέπω κιόλα το απέραντο διάστημα της αιωνιότητας, τα φριχτά βασανιστήρια ποιυ τιμωρούν τους κακούς και την ανάπαψη των δικαίων... Μήπως ξέρω ποια είναι η τύχη μου;... Μήπως έχω κοντά μου έναν άγιο πατέρα που η παρηγορητική φωνή του να με καθησυχάζει; Μπορώ να του ανοίξω την καρδιά μου και να του εμπιστευθώ τις πιο κρυφές μου σκέψεις; Μπορώ μιλώντας για τις αμαρτίες μου, να αισθανθώ όλη τη φρίκη τους και να μετανιώσω; Θέ μου, λυπήσου με! Μα ο άγγελός του Κυρίου, που στέλνεις στους δίκαιους που ψυχομαχούν, είναι κοντά μου... Ένα φως ουράνιο ξεδιαλύνει το σκοτάδι της φυλακής μου· τον βλέπω το θεϊκόν αυτόν άγγελο! Με δυναμώνει, μου δίνει θάρρος, καταδέχεται να με κάνει να αισθάνομαι ακόμα, πως ο άνθρωπος πρέπει να αφιερώνει στην πατρίδα του τις τελευταίες στιγμές της ζωής του και πως αυτή η θυσία είναι ευχάριστη στο Θεό».
«... Αν είσαστε υπεύθυνοι μπρος στο Θεό, δεν είσαστε λιγότερο μπρος στην πατρίδα. Η πατρίδα σας παραχωρεί τιμημένη θέση, θέλει τα παιδιά της να σας είναι αφοσιωμένα, και σας είναι· σας κάνει να μπορείτε να διευθύνετε τη συνείδησή τους, να κανονίζετε τις πράξεις τους, να τους εμπνέετε μεγάλες αρετές και να τους κάνετε να περνάνε το δύσκολο δρόμο της ζωής τιμημένα και δοξασμένα...»
Σε όλους τους ΈλληνεςΟ Ρήγας σε συναισθηματική έξαρση ευρισκόμενος, ζει το όραμα της Πατρίδας ελευθερωμένης, κάτι που πιστεύει ακράδαντα ότι θα είναι σε λίγο πραγματικότητα ως καρπός αγώνων και θυσιών. Αισθάνεται ασφαλώς θλίψη που δεν προλαβαίνει να δει αυτή την ερχόμενη ευτυχισμένη μέρα, αυτό το πολυπόθητο αγαθό, αλλά αναφωνεί προς όλους τους Έλληνες ευτυχισμένος:«Ώ Συμπολίτες μου!... Δε ζω πια... δεν παραστέκω στο χαρούμενο αυτό θέαμα... Η ψυχή μου, πλημμυρισμένη από τις χαρές που το προμάντεμα τούτο την πλουταίνει, είν' ευτυχισμένη να εγκαταλείψει πια τη γη και ν' αναπαυτεί αιώνια.
Ναι, πιστέψτε με, αδελφοί μου, θα είστε ελεύτεροι κι ευτυχισμένοι. Αν προσφέρω τα τελευταία αυτά λόγια, είναι γιατί ο Θεός το υπόσχεται και το θέλει. Έζησα σαν πολίτης και πεθαίνω ευχαριστημένος. Η χάρις του Θεού, είη μετά πάντων υμών.»
Το κείμενο αυτό «Οι Τελευταίοι Χαιρετισμοί του Ρήγα»Έχει πρωτοδημοσιευθεί στο περιοδικόΙστορία Εικονογραφημένη,
Τεύχος 356, Φεβρουάριος 1998.
Τεύχος 356, Φεβρουάριος 1998.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.