Διαβάστε μια σειρά άρθρων τα οποία περιλαμβάνονται μέσα στο βιβλίο μας «Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός-Χριστιανισμός» για την καταγωγή του Ιησού Χριστού και ποιες είναι οι ενδείξεις για την ελληνικότητα ή μη ενός προσώπου που χάραξε την πορεία της ανθρωπότητας εδώ και 2000 χρόνια με μία μόνο λέξη: Αγάπη!...
Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Η ΕΠΙΧΕΙΙΡΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ
Επειδή το κεφάλαιο αυτό, όπως όλοι αντιλαμβάνονται, αποτελεί και τον κύριον κορμόν του βιβλίου μας, θα πρέπει, ευθύς εξ’ αρχής, να τονίσωμεν δύο πράγματα:
α) Εις το βιβλίο αυτό δεν μπορούμε (και δεν έχομεν το δικαίωμα, διότι βλασφημώμεν) να εξετάσωμεν την θεϊκήν φύσιν του Κυρίου μας. Ως Θεός είναι Θεός και μπορεί να κάνει ό,τι Αυτός βούλεται. Γι’ αυτό και συμφωνούμε απολύτως με την κρατούσαν εκκλησιαστικήν αντίληψιν περί Θεού, της Ιεράς Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως.
β) Εμείς εις το βιβλίο αυτό εξετάζομεν τον Ιησούν Χριστόν ως μίαν ανθρώπινη φύσιν, την οποίαν όχι μόνο δεν αρνούνται οι θεολόγοι, αλλά μας την διδάσκουν εις τα σχολεία, τις εκκλησίες ή τα συγγράμματά τους.
Επειδή, λοιπόν, ο Κύριός μας και Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός, είχε και την ανθρωπίνην ιδιότητά Του, εκ των πραγμάτων εμείς θα διερευνήσωμεν τις όποιες προεκτάσεις αυτής της ιδιότητος, σύμφωνα με όσα καταμαρτυρούν οι όποιες ιστορικές ή άλλες πηγές, οι οποίες υπέπεσαν εις την αντίληψίν μας.
Ο γράφων, ως Έλληνας Ορθόδοξος Χριστιανός, δηλώνει ότι όχι μόνο σέβεται τα όσα λέει και υποστηρίζει η Εκκλησία μας για τον Ιησούν Χριστόν, αλλά έχει τάξει και ως σκοπόν ζωής να λατρεύη δύο πράγματα: Τον Ελληνισμόν και την Ορθοδοξίαν!
Γι’ αυτό λοιπόν και ό,τι γράφεται είναι καλοπροαίρετο και ζητώ προκαταβολικώς συγγνώμην από τους ανθρώπους του εκκλησιαστικού μας χώρου δεδομένου ότι, ίσως, χωρίς να το θέλωμεν, προβληματίσωμεν ορισμένους για την αναζήτησιν κάποιων ιστορικών αληθειών, πέραν των θεολογικών δεδομένων. Και τούτο διότι το βιβλίο αυτό αποτελεί μίαν ιστορικήν και όχι θεολογικήν μελέτην. Και υπ’ αυτήν και μόνον την έννοιαν θα πρέπει να κριθή από τον καλοπροαίρετον αναγνώστην.
Η ΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Είναι γεγονός ότι η κρατούσα θεολογική άποψις περί καταγωγής του Ιησού Χριστού έχει υιοθετηθεί από τον λατρευτικόν μας χώρον που θέλει να λέει ότι:
α) Ο Ιησούς Χριστός είναι «ο υιός του Δαυίδ» κι «ο υιός του Αβραάμ» όπως μας λέει το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο1 , ο οποίος εκπληρώνει «τας γενομένας υποσχέσεις προς τους πατέρας» αναζωπυρώνει δε την φθίνουσαν δόξαν του έθνους εις το πρόσωπο του κληρονόμου εκ της βασιλικής οικογένειας του Δαβίδ, και του υπεσχημένου σπέρματος του Αβραάμ. 2
Ευρίσκομεν, όμως, ότι η πραγματοποίησις των υποσχέσεων, η απόδειξις ότι ο Ιησούς Χριστός είναι εκείνος περί του οποίου «έγραψεν Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται» 3 είναι ο ιδιαίτερος σκοπός εις την σκέψιν του. «Ούτω ούτος ομιλεί, συνεχώς, περί της ανάγκης τούτου ότι μία ιδιαιτέρα προφητεία ηδύνατο να εκπληρωθή, «ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Κυρίου (ή Θεού) δια του προφήτου» (Ματθ. 1,22) ενώ ολόκληρον το Ευαγγέλιόν του είναι πλήρες υπαινιγμών εις τα χωρία εκείνα και τα λεγόμενα της Παλαιάς Διαθήκης εν τοις οποίοις ο Χριστός επροφητεύθη και προεδηλώθη» γράφει εις ένα σχετικό βιβλίο ο Επίσκοπος Κατάνης, Ιάκωβος Πηλίλης. 4
Κατά τον Ματθαίον, λοιπόν, ο Ιησούς προέρχεται εκ της εκλεγμένης σειράς του Δαβίδ, 5 θα εγεννάτο εκ Παρθένου εις τον τόπον του Δαβίδ, όπως είναι η Βηθλεέμ6, θα διέφευγε εις την Αίγυπτον θα επανήρχετο, 7 θα ηργάζετο εις την Γαλιλαίαν, η οποία ευρίσκετο εις το σκότος, 8 θα εθεράπευε τους ασθενείς ως ένα υπεσχημένο σημείο του αξιώματός Του9 και κατ’ αυτόν τον τρόπον, θα εσυνέχιζε την πορείαν Του διδάσκοντας τους πάντες δια των παραβολών. 10
Να μη λησμονήσωμεν εδώ να πούμε, ότι άλλο ένα στοιχείο που παρατίθεται εις το Ευαγγέλιον, ως στοιχείο εβραϊκής καταγωγής του Κυρίου, είναι το θέμα της περιτομής – ένα θέμα που αναφέρει ο Λουκάς11 και η οποία περιτομή ήταν μία συνήθεια των Εβραίων. Αλλά «ποιος γνωρίζει» ότι ο Χριστός είχε πη την περίφημον φράσιν: «Μωϋσής δέδωκεν υμίν την περιτομήν»; (Αλλά περί αυτής, λίγο παρακάτω…)
α) Εις το βιβλίο αυτό δεν μπορούμε (και δεν έχομεν το δικαίωμα, διότι βλασφημώμεν) να εξετάσωμεν την θεϊκήν φύσιν του Κυρίου μας. Ως Θεός είναι Θεός και μπορεί να κάνει ό,τι Αυτός βούλεται. Γι’ αυτό και συμφωνούμε απολύτως με την κρατούσαν εκκλησιαστικήν αντίληψιν περί Θεού, της Ιεράς Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως.
β) Εμείς εις το βιβλίο αυτό εξετάζομεν τον Ιησούν Χριστόν ως μίαν ανθρώπινη φύσιν, την οποίαν όχι μόνο δεν αρνούνται οι θεολόγοι, αλλά μας την διδάσκουν εις τα σχολεία, τις εκκλησίες ή τα συγγράμματά τους.
Επειδή, λοιπόν, ο Κύριός μας και Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός, είχε και την ανθρωπίνην ιδιότητά Του, εκ των πραγμάτων εμείς θα διερευνήσωμεν τις όποιες προεκτάσεις αυτής της ιδιότητος, σύμφωνα με όσα καταμαρτυρούν οι όποιες ιστορικές ή άλλες πηγές, οι οποίες υπέπεσαν εις την αντίληψίν μας.
Ο γράφων, ως Έλληνας Ορθόδοξος Χριστιανός, δηλώνει ότι όχι μόνο σέβεται τα όσα λέει και υποστηρίζει η Εκκλησία μας για τον Ιησούν Χριστόν, αλλά έχει τάξει και ως σκοπόν ζωής να λατρεύη δύο πράγματα: Τον Ελληνισμόν και την Ορθοδοξίαν!
Γι’ αυτό λοιπόν και ό,τι γράφεται είναι καλοπροαίρετο και ζητώ προκαταβολικώς συγγνώμην από τους ανθρώπους του εκκλησιαστικού μας χώρου δεδομένου ότι, ίσως, χωρίς να το θέλωμεν, προβληματίσωμεν ορισμένους για την αναζήτησιν κάποιων ιστορικών αληθειών, πέραν των θεολογικών δεδομένων. Και τούτο διότι το βιβλίο αυτό αποτελεί μίαν ιστορικήν και όχι θεολογικήν μελέτην. Και υπ’ αυτήν και μόνον την έννοιαν θα πρέπει να κριθή από τον καλοπροαίρετον αναγνώστην.
Η ΘΕΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Είναι γεγονός ότι η κρατούσα θεολογική άποψις περί καταγωγής του Ιησού Χριστού έχει υιοθετηθεί από τον λατρευτικόν μας χώρον που θέλει να λέει ότι:
α) Ο Ιησούς Χριστός είναι «ο υιός του Δαυίδ» κι «ο υιός του Αβραάμ» όπως μας λέει το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο1 , ο οποίος εκπληρώνει «τας γενομένας υποσχέσεις προς τους πατέρας» αναζωπυρώνει δε την φθίνουσαν δόξαν του έθνους εις το πρόσωπο του κληρονόμου εκ της βασιλικής οικογένειας του Δαβίδ, και του υπεσχημένου σπέρματος του Αβραάμ. 2
Ευρίσκομεν, όμως, ότι η πραγματοποίησις των υποσχέσεων, η απόδειξις ότι ο Ιησούς Χριστός είναι εκείνος περί του οποίου «έγραψεν Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται» 3 είναι ο ιδιαίτερος σκοπός εις την σκέψιν του. «Ούτω ούτος ομιλεί, συνεχώς, περί της ανάγκης τούτου ότι μία ιδιαιτέρα προφητεία ηδύνατο να εκπληρωθή, «ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του Κυρίου (ή Θεού) δια του προφήτου» (Ματθ. 1,22) ενώ ολόκληρον το Ευαγγέλιόν του είναι πλήρες υπαινιγμών εις τα χωρία εκείνα και τα λεγόμενα της Παλαιάς Διαθήκης εν τοις οποίοις ο Χριστός επροφητεύθη και προεδηλώθη» γράφει εις ένα σχετικό βιβλίο ο Επίσκοπος Κατάνης, Ιάκωβος Πηλίλης. 4
Κατά τον Ματθαίον, λοιπόν, ο Ιησούς προέρχεται εκ της εκλεγμένης σειράς του Δαβίδ, 5 θα εγεννάτο εκ Παρθένου εις τον τόπον του Δαβίδ, όπως είναι η Βηθλεέμ6, θα διέφευγε εις την Αίγυπτον θα επανήρχετο, 7 θα ηργάζετο εις την Γαλιλαίαν, η οποία ευρίσκετο εις το σκότος, 8 θα εθεράπευε τους ασθενείς ως ένα υπεσχημένο σημείο του αξιώματός Του9 και κατ’ αυτόν τον τρόπον, θα εσυνέχιζε την πορείαν Του διδάσκοντας τους πάντες δια των παραβολών. 10
Να μη λησμονήσωμεν εδώ να πούμε, ότι άλλο ένα στοιχείο που παρατίθεται εις το Ευαγγέλιον, ως στοιχείο εβραϊκής καταγωγής του Κυρίου, είναι το θέμα της περιτομής – ένα θέμα που αναφέρει ο Λουκάς11 και η οποία περιτομή ήταν μία συνήθεια των Εβραίων. Αλλά «ποιος γνωρίζει» ότι ο Χριστός είχε πη την περίφημον φράσιν: «Μωϋσής δέδωκεν υμίν την περιτομήν»; (Αλλά περί αυτής, λίγο παρακάτω…)
Διάγραμμα που δείχνει τις χρονολογίες από καταβολής κόσμου υπολογιζόμενες από τη δημιουργία του ανθρώπου.
ΤΟ ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΟ ΔΕΝΔΡΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Τι αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος
Ως γνωστόν, συγγραφεύς τους πρώτου Ευαγγελίου είναι ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος, ο οποίος προτού τον καλέσει ο Κύριος εις το αποστολικό αξίωμα, ωνομάζετο Λευΐς. 12 Όταν δε ηκολούθησε τον Χριστόν, τότε έλαβε το επώνυμο Ματθαίος. Αυτός, λοιπόν, ο Ματθαίος, αναφερόμενος εις την γενεαλογίαν του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού γράφει:
«Κατάλογος γενεαλογικός, εις τον οποίον καταφαίνεται πόθεν κατάγεται ο Ιησούς Χριστός, ο απόγονος του Δαβίδ, ο οποίος πάλιν ήτο απόγονος του Αβραάμ.
Ο Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, ο Ισαάκ δε εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ δε εγέννησεν τον Ιούδαν και τους αδελφούς του, ο Ιούδας δε εγέννησε διδύμους τον Φαρές και τον Ζαρά από την νύμφην του Θάμαρ, ο Φαρές δε εγέννησε τον Αμιναδάβ, ο Αμιναδάβ δε εγέννησε τον Ναασσών, ο Ναασσών δε εγέννησε τον Σαλμών, ο Σαλμών δε εγέννησε τον Βοόζ από την Ραχάβ την πόρνην13 η οποία εδέχθη εις Ιεριχώ και εφυγάδευσε σώους τους κατασκόπους του Ιησού του Ναυή˙ ο Βοόζ δε εγέννησε τον Ωβήδ εκ της Ρουθ, η οποία ως προσήλυτος Μωαβίτις κατήγετο εξ έθνους πολύ μισητού εις τους Εβραίους, ο Ωβήδ δε εγέννησε τον Ιεσσαί, ο Ιεσσαί δε εγέννησε τον Δαβίδ τον βασιλέα, Δαβίδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα από την γυναίκα που υπήρξε σύζυγος του Ουρίου, δια να καταφαίνεται όχι μόνον από τας περιπτώσεις της Θάμαρ και της Ραχάβ, αλλά και από το ολίσθημα αυτό του Δαβίδ, ότι η αμαρτία είχεν εισχωρήσει και εις αυτούς τους προγόνους του Μεσσίου. Ο Σολομών δε εγέννησε τον Ροβοάμ, ο Ροβοάμ δε εγέννησε τον Αβιά, ο Αβιά δε εγέννησε τον Ασά, ο Ασά δε απέκτησε τρισέγγονον τον Ιωσαφάτ, ο Ιωσαφάτ δε εγέννησε τον Ιωράμ, ο Ιωράμ δε απέκτησε τρισέγγονον τον Οζίαν, ο Οζίας δε εγέννησε τον Ιωάθαμ, ο Ιωάθαμ δε εγέννησε τον Άχαζ, ο Άχαζ δε εγέννησε τον Εζεκίαν, ο Εζεκίας δε εγέννησε τον Μανασσή, ο Μανασσής δε εγέννησε τον Αμών, ο Αμών δε εγέννησε τον Ιωσίαν, ο Ιωσίας δε εγέννησε τον Ιωαχίμ ή Ιεχονίαν και τους αδελφούς του κατά τους χρόνους, κατά τους οποίους συνέπεσεν η αιχμαλωσία των Ιουδαίων εις την Βαβυλώνα.
Όταν δε οι Ιουδαίοι μετεφέρθησαν ως αιχμάλωτοι εις την Βαβυλώνα, ο Ιεχονίας εγέννησε εκεί τον Σαλαθιήλ, ο Σαλαθιήλ δε εγέννησε τον Ζοροβάβελ, του Ζοροβάβελ δε απόγονος υπήρξεν ο Αβιούδ, ο Αβιούδ δε εγέννησε τον Ελιακείμ, ο Ελιακείμ δε εγέννησε τον Αζώρ, ο Αζώρ δε εγέννησε τον Σαδώκ, ο Σαδώκ δε εγέννησε τον Αχείμ, ο Αχείμ δε εγέννησε τον Ελιούδ, ο Ελιούδ δε εγέννησε τον Ελεάζαρ, ο Ελεάζαρ δε εγέννησε τον Ματθάν, ο Ματθάν δε εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιωσήφ, τον αρραβωνιαστικόν της Μαρίας. Κατήγετο δε και η Μαρία από το αυτό γένος από το οποίον και ο Ιωσήφ. Εκ της Μαρίας δε αυτής, η οποία ήτο απόγονος του Δαβίδ και του Αβραάμ, εγεννήθη ο Ιησούς, που επονομάζεται Χριστός.»
Τι απαντά ο π. Γεώργιος Μεταλληνός
Θα πρέπει, ευθύς εξ’ αρχής, να πούμε ότι η ερμηνευτική απόδοσις του ως άνω κειμένου του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου είναι του αείμνηστου Πανεπιστημιακού διδασκάλου της Θεολογίας Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα και πως η λέξις «απόγονος» ή η φράσις: «Κατήγετο δε και η Μαρία από το γένος από το οποίον (κατήγετο) και ο Ιωσήφ» όπως και η φράσις ότι η Μαρία «ήτο απόγονος του Δαβίδ και του Αβραάμ» δεν περιλαμβάνονται εις το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, μιας και όπως είπαμε, αποτελούν ερμηνευτικήν απόδοσιν του εν λόγω Πανεπιστημιακού δασκάλου.
Όσον αφορά τώρα το θέμα εάν ο Ιησούς Χριστός κατήγετο από τον οίκον του Δαβίδ και το γένος του Αβραάμ, ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, εις τηλεοπτικήν συνέντευξιν14 που παρεχώρησε προς τον γράφοντα την Κυριακήν, 22 Νοεμβρίου 1998 και συγκεκριμένως εις την εκπομπήν «Το Ντοκουμέντο της Εβδομάδας» εις την «ΤΗΛΕΤΩΡΑ» απήντησε ότι ο Ιησούς Χριστός ως Θεός ουδεμίαν αιματολογικήν σχέσιν έχει με τον οίκον του Δαβίδ και το γένος του Αβραάμ, παρά μόνο πνευματικήν. Μόνο κατά την ανθρωπίνην φύσιν Του, από την πλευράν της Μητέρας Του, της Παναγίας, υπάρχει μία τέτοια σχέσις, διότι εκείνη κατήγετο «εξ οίκου Δαβίδ».
Πάντα ταύτα, την ώραν που ο γράφων του επέδειξε ένα αυτοσχέδιο σχεδιάγραμμα, σύμφωνα με το οποίο ο Ιησούς Χριστός, ως μη έχων σχέσιν με τον Ιωσήφ, δεν ήταν δυνατό να έχη σχέσιν με το γενεαλογικό δένδρο του Αβραάμ, που καταχωρίζει αναλυτικώς εις το Ευαγγέλιο του ο Ματθαίος. 15
Τι αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, που, ως γνωστόν, ήταν ελληνικής και όχι ιουδαϊκής καταγωγής, μιας και η ιδιαιτέρα του πατρίδα ήταν η ελληνιστική Αντιόχεια της Συρίας, αναφερόμενος εις την γενεαλογίαν του Ιησού Χριστού γράφει: 16
«Και αυτός ο Ιησούς, εις τον οποίον αναφέρονται τα θαυμαστά ταύτα σημεία, ήτο περίπου τριάκοντα ετών, όταν ήρχιζε το έργον του.
Και ήτο, καθώς ενομίζετο από τους Ιουδαίους, υιός του Ιωσήφ, ο οποίος ήτο υιός του Ηλί, που ήτο υιός του Ματθάν, ο οποίος ήτο υιός του Λευί, υιού του Μελχί, που είχε πατέρα τον Ιωαννά, υιού του Ιωσήφ, υιού του Ματταθίου, υιού του Αμώς, υιού του Ναούμ, υιού του Εσλίμ, υιού του Ναγγαί, ο οποίος ήτο υιός του Μαάθ, υιού του Ματταθίου, υιού του Σεμεϋ, υιού του Ιωσήχ, υιού του Ιωδά, που είχε πατέρα τον Ιωαννάν, ο οποίος ήτο υιός του Ρησά, υιού του Ζοροβάβελ, που ήτο υιός του Σαλαθιήλ, υιού του Νηρί, υιού του Μελχί, υιού του Αδδί, υιού του Κωσάμ, υιού του Ελμωδάμ, υιού του Ηρ, υιού του Ιωσή, υιού του Ελιέζερ , υιού του Ιωρείμ, υιού του Ματθάτ, υιού του Λευί, υιού του Συμεών, υιού του Ιούδα, υιού του Ιωσήφ, υιού του Ιωνά, υιού του Ελιακείμ, υιού του Μελεά, υιού του Μαϊνάν, υιού του Ματταθά, υιού του Νάθαν, υιού του Δαβίδ, υιού του Ιεσσαί, υιού του Ωβήδ, υιού του Βοόζ, υιού του Σαλμών, υιού του Ναασσών, υιού του Αμιναδάβ, υιού του Αράμ, υιού του Ιωράμ, υιού του Εσρώμ, υιού του Φαρές, υιού του Ιούδα, υιού του Ιακώβ, υιού του Ισαάκ, υιού του Αβραάμ, υιού του Θάρα, υιού του Ναχώρ, υιού του Σερούχ, υιού του Ραγαύ, υιού του Φάλεκ, υιού του Έβερ, υιού του Σαλά, υιού του Καϊνάν, υιού του Αρφαξάδ, υιού του Σήμ, υιού του Νώε, υιού του Λάμεχ, υιού του Μαθουσάλα, υιού του Ενώχ, υιού του Ιάρεδ, υιού του Μαλελεήλ, υιού του Καϊνάν, υιού του Ενώς, υιού του Σήθ, υιού του Αδάμ, ο οποίος δεν εγεννήθη από πατέρα άνθρωπον, αλλ’ έπλασεν αυτόν κατ’ ευθείαν ο Θεός». 17
Το βέβαιον είναι ότι οι δύο γενεαλογίες του Κυρίου ημών Ιησού προβληματίζουν και διχάζουν.
Το ποιος έχει δίκιο θα το δούμε στη συνέχεια…
Τι αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος
Ως γνωστόν, συγγραφεύς τους πρώτου Ευαγγελίου είναι ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος, ο οποίος προτού τον καλέσει ο Κύριος εις το αποστολικό αξίωμα, ωνομάζετο Λευΐς. 12 Όταν δε ηκολούθησε τον Χριστόν, τότε έλαβε το επώνυμο Ματθαίος. Αυτός, λοιπόν, ο Ματθαίος, αναφερόμενος εις την γενεαλογίαν του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού γράφει:
«Κατάλογος γενεαλογικός, εις τον οποίον καταφαίνεται πόθεν κατάγεται ο Ιησούς Χριστός, ο απόγονος του Δαβίδ, ο οποίος πάλιν ήτο απόγονος του Αβραάμ.
Ο Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, ο Ισαάκ δε εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ δε εγέννησεν τον Ιούδαν και τους αδελφούς του, ο Ιούδας δε εγέννησε διδύμους τον Φαρές και τον Ζαρά από την νύμφην του Θάμαρ, ο Φαρές δε εγέννησε τον Αμιναδάβ, ο Αμιναδάβ δε εγέννησε τον Ναασσών, ο Ναασσών δε εγέννησε τον Σαλμών, ο Σαλμών δε εγέννησε τον Βοόζ από την Ραχάβ την πόρνην13 η οποία εδέχθη εις Ιεριχώ και εφυγάδευσε σώους τους κατασκόπους του Ιησού του Ναυή˙ ο Βοόζ δε εγέννησε τον Ωβήδ εκ της Ρουθ, η οποία ως προσήλυτος Μωαβίτις κατήγετο εξ έθνους πολύ μισητού εις τους Εβραίους, ο Ωβήδ δε εγέννησε τον Ιεσσαί, ο Ιεσσαί δε εγέννησε τον Δαβίδ τον βασιλέα, Δαβίδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα από την γυναίκα που υπήρξε σύζυγος του Ουρίου, δια να καταφαίνεται όχι μόνον από τας περιπτώσεις της Θάμαρ και της Ραχάβ, αλλά και από το ολίσθημα αυτό του Δαβίδ, ότι η αμαρτία είχεν εισχωρήσει και εις αυτούς τους προγόνους του Μεσσίου. Ο Σολομών δε εγέννησε τον Ροβοάμ, ο Ροβοάμ δε εγέννησε τον Αβιά, ο Αβιά δε εγέννησε τον Ασά, ο Ασά δε απέκτησε τρισέγγονον τον Ιωσαφάτ, ο Ιωσαφάτ δε εγέννησε τον Ιωράμ, ο Ιωράμ δε απέκτησε τρισέγγονον τον Οζίαν, ο Οζίας δε εγέννησε τον Ιωάθαμ, ο Ιωάθαμ δε εγέννησε τον Άχαζ, ο Άχαζ δε εγέννησε τον Εζεκίαν, ο Εζεκίας δε εγέννησε τον Μανασσή, ο Μανασσής δε εγέννησε τον Αμών, ο Αμών δε εγέννησε τον Ιωσίαν, ο Ιωσίας δε εγέννησε τον Ιωαχίμ ή Ιεχονίαν και τους αδελφούς του κατά τους χρόνους, κατά τους οποίους συνέπεσεν η αιχμαλωσία των Ιουδαίων εις την Βαβυλώνα.
Όταν δε οι Ιουδαίοι μετεφέρθησαν ως αιχμάλωτοι εις την Βαβυλώνα, ο Ιεχονίας εγέννησε εκεί τον Σαλαθιήλ, ο Σαλαθιήλ δε εγέννησε τον Ζοροβάβελ, του Ζοροβάβελ δε απόγονος υπήρξεν ο Αβιούδ, ο Αβιούδ δε εγέννησε τον Ελιακείμ, ο Ελιακείμ δε εγέννησε τον Αζώρ, ο Αζώρ δε εγέννησε τον Σαδώκ, ο Σαδώκ δε εγέννησε τον Αχείμ, ο Αχείμ δε εγέννησε τον Ελιούδ, ο Ελιούδ δε εγέννησε τον Ελεάζαρ, ο Ελεάζαρ δε εγέννησε τον Ματθάν, ο Ματθάν δε εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιωσήφ, τον αρραβωνιαστικόν της Μαρίας. Κατήγετο δε και η Μαρία από το αυτό γένος από το οποίον και ο Ιωσήφ. Εκ της Μαρίας δε αυτής, η οποία ήτο απόγονος του Δαβίδ και του Αβραάμ, εγεννήθη ο Ιησούς, που επονομάζεται Χριστός.»
Τι απαντά ο π. Γεώργιος Μεταλληνός
Θα πρέπει, ευθύς εξ’ αρχής, να πούμε ότι η ερμηνευτική απόδοσις του ως άνω κειμένου του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου είναι του αείμνηστου Πανεπιστημιακού διδασκάλου της Θεολογίας Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα και πως η λέξις «απόγονος» ή η φράσις: «Κατήγετο δε και η Μαρία από το γένος από το οποίον (κατήγετο) και ο Ιωσήφ» όπως και η φράσις ότι η Μαρία «ήτο απόγονος του Δαβίδ και του Αβραάμ» δεν περιλαμβάνονται εις το Ευαγγέλιο του Ματθαίου, μιας και όπως είπαμε, αποτελούν ερμηνευτικήν απόδοσιν του εν λόγω Πανεπιστημιακού δασκάλου.
Όσον αφορά τώρα το θέμα εάν ο Ιησούς Χριστός κατήγετο από τον οίκον του Δαβίδ και το γένος του Αβραάμ, ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, εις τηλεοπτικήν συνέντευξιν14 που παρεχώρησε προς τον γράφοντα την Κυριακήν, 22 Νοεμβρίου 1998 και συγκεκριμένως εις την εκπομπήν «Το Ντοκουμέντο της Εβδομάδας» εις την «ΤΗΛΕΤΩΡΑ» απήντησε ότι ο Ιησούς Χριστός ως Θεός ουδεμίαν αιματολογικήν σχέσιν έχει με τον οίκον του Δαβίδ και το γένος του Αβραάμ, παρά μόνο πνευματικήν. Μόνο κατά την ανθρωπίνην φύσιν Του, από την πλευράν της Μητέρας Του, της Παναγίας, υπάρχει μία τέτοια σχέσις, διότι εκείνη κατήγετο «εξ οίκου Δαβίδ».
Πάντα ταύτα, την ώραν που ο γράφων του επέδειξε ένα αυτοσχέδιο σχεδιάγραμμα, σύμφωνα με το οποίο ο Ιησούς Χριστός, ως μη έχων σχέσιν με τον Ιωσήφ, δεν ήταν δυνατό να έχη σχέσιν με το γενεαλογικό δένδρο του Αβραάμ, που καταχωρίζει αναλυτικώς εις το Ευαγγέλιο του ο Ματθαίος. 15
Τι αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, που, ως γνωστόν, ήταν ελληνικής και όχι ιουδαϊκής καταγωγής, μιας και η ιδιαιτέρα του πατρίδα ήταν η ελληνιστική Αντιόχεια της Συρίας, αναφερόμενος εις την γενεαλογίαν του Ιησού Χριστού γράφει: 16
«Και αυτός ο Ιησούς, εις τον οποίον αναφέρονται τα θαυμαστά ταύτα σημεία, ήτο περίπου τριάκοντα ετών, όταν ήρχιζε το έργον του.
Και ήτο, καθώς ενομίζετο από τους Ιουδαίους, υιός του Ιωσήφ, ο οποίος ήτο υιός του Ηλί, που ήτο υιός του Ματθάν, ο οποίος ήτο υιός του Λευί, υιού του Μελχί, που είχε πατέρα τον Ιωαννά, υιού του Ιωσήφ, υιού του Ματταθίου, υιού του Αμώς, υιού του Ναούμ, υιού του Εσλίμ, υιού του Ναγγαί, ο οποίος ήτο υιός του Μαάθ, υιού του Ματταθίου, υιού του Σεμεϋ, υιού του Ιωσήχ, υιού του Ιωδά, που είχε πατέρα τον Ιωαννάν, ο οποίος ήτο υιός του Ρησά, υιού του Ζοροβάβελ, που ήτο υιός του Σαλαθιήλ, υιού του Νηρί, υιού του Μελχί, υιού του Αδδί, υιού του Κωσάμ, υιού του Ελμωδάμ, υιού του Ηρ, υιού του Ιωσή, υιού του Ελιέζερ , υιού του Ιωρείμ, υιού του Ματθάτ, υιού του Λευί, υιού του Συμεών, υιού του Ιούδα, υιού του Ιωσήφ, υιού του Ιωνά, υιού του Ελιακείμ, υιού του Μελεά, υιού του Μαϊνάν, υιού του Ματταθά, υιού του Νάθαν, υιού του Δαβίδ, υιού του Ιεσσαί, υιού του Ωβήδ, υιού του Βοόζ, υιού του Σαλμών, υιού του Ναασσών, υιού του Αμιναδάβ, υιού του Αράμ, υιού του Ιωράμ, υιού του Εσρώμ, υιού του Φαρές, υιού του Ιούδα, υιού του Ιακώβ, υιού του Ισαάκ, υιού του Αβραάμ, υιού του Θάρα, υιού του Ναχώρ, υιού του Σερούχ, υιού του Ραγαύ, υιού του Φάλεκ, υιού του Έβερ, υιού του Σαλά, υιού του Καϊνάν, υιού του Αρφαξάδ, υιού του Σήμ, υιού του Νώε, υιού του Λάμεχ, υιού του Μαθουσάλα, υιού του Ενώχ, υιού του Ιάρεδ, υιού του Μαλελεήλ, υιού του Καϊνάν, υιού του Ενώς, υιού του Σήθ, υιού του Αδάμ, ο οποίος δεν εγεννήθη από πατέρα άνθρωπον, αλλ’ έπλασεν αυτόν κατ’ ευθείαν ο Θεός». 17
Το βέβαιον είναι ότι οι δύο γενεαλογίες του Κυρίου ημών Ιησού προβληματίζουν και διχάζουν.
Το ποιος έχει δίκιο θα το δούμε στη συνέχεια…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.