Αρκετούς αιώνες πριν τη γέννηση του Ιησού,
η περιοχή της Μικράς Ασίας και η ευρύτερη περιοχή του Πόντου ήταν κατοικημένη από νομαδικά φύλα αγρίων φυλών.
Μαρτυρίες αντλούνται τόσο από κείμενα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, όσο και απο κείμενα νεώτερων συγγραφέων, όπως ο Ξενοφών, ο Στράβων, ο Πτολεμαίος, ο Αρριανός, αλλά και ο Όμηρος. Οι λαοί αυτοί λυμαίνονταν τις περιοχές του Πόντου, αλλά έκαναν και επιδρομές στους γειτονικούς τους λαούς, των Περσών και των Μήδων.
Η πιό άγρια, ληστρική και ισχυρή φυλή ήταν οι Μάκρωνες. Ηταν εγκατεστημένοι στα βορειοανατολικά του Πόντου και είχαν πάρει μέρος στο πλευρό του Ξέρξη κατά την εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδος, συμμετέχοντας με πολυάριθμο στράτευμα. Ήταν η μοναδική φυλή η οποία επέζησε μετά τον τρομερό διωγμό που είχαν εξαπολύσει εναντίον τους οι Μήδοι.
Οι Μάκρωνες, σύμφωνα με τις αρχαίες αναφορές, είχαν τεράστιο ύψος, που μερικές φορές έφτανε τα τρεισήμισι μέτρα, σώμα μαυριδερό και δασύτριχο και κεφάλι που έμοιαζε με σκύλου. Γι'αυτό και αποκαλούνταν κυνοπρόσωποι ή κυνοκέφαλοι ή σκυλοπρόσωποι.
Όταν ο Χριστιανισμός άρχισε να διαδίδεται με τους Αποστόλους, ο Πόντος αποτέλεσε μία απο τις πρώτες περιοχές που ασπάστηκε τη θρησκεία της αγάπης.
Την εποχή εκείνη βασιλιάς των Μακρώνων ήταν ο θηριώδης Ρέπροβος. Λατρευόταν σαν θεός από τους υπηκόους του, που τον θαύμαζαν για τη σοφία και τη δύναμή του.
Οταν οι Ρωμαίοι ζήτησαν από τους Μάκρωνες να παραδοθούν, αυτοί με αρχηγό τον Ρέπροβο, επί τρεις μέρες πάλευαν στην κυριολεξία με νύχια και με δόντια και κατατρόπωσαν τον εχθρό. Είχαν πετύχει μια περίτρανη νίκη, αλλά μάταια έψαχναν τον αρχηγό τους. Ο σοφός τριαντάχρονος βασιλιάς τους βρισκόταν αιχμάλωτος στα χέρια του εχθρού.
Ο Ρέπροβος γύρω στο 250 μ.Χ. οδηγήθηκε σε μια φυλακή-κολαστήριο, όπου κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να αντέξει παραπάνω απο ένα μήνα. Ο σκληροτράχηλος Ρέπροβος κατόρθωσε να επιβιώσει και μετά από τρεις μήνες να αποδράσει και να επιστρέψει στην αγαπημένη του πατρίδα.
Η πείνα του ήταν τεράστια και έτσι μόλις είδε ένα κοπάδι από πρόβατα που τα έβοσκε μια δωδεκάχρονη βοσκοπούλα ετοιμάστηκε για να χορτάσει. Ομως η μικρή με όπλο τον Σταυρό που είχε στο λαιμό της προσευχήθηκε στον Κύριο και όταν άπλωσε το χέρι του ο Ρέπροβος να την αρπάξει και να την καταβροχθίσει, ένας κεραυνός έπεσε μπροστά στα μάτια του και τον τύφλωσε.
Αφού μίλησαν, η μικρή του είπε για τον Θεό και τον Χριστό και ότι μόνο Αυτός θα μπορούσε να του ξαναδώσει το φως του. Θέλησε να τον βοηθήσει και του είπε θα πάει στο χωριό της, που εκείνο τον καιρό βρισκόταν ένας ιερέας ο Ευστόχιος, ο οποίος διέδιδε παντού το λόγο του Θεού. Αποχαιρετώντας τον Ρέπροβο, του έδωσε να φιλήσει το Σταυρό και τότε έγινε το θαύμα με την ταυτόχρονη εμφάνιση και πάλι ενός κεραυνού. Ο Ρέπροβος βρήκε το φως του και δήλωσε ότι ήταν πρόθυμος να ασπαστεί το Χριστιανισμό αμέσως.
Μετά απο κατήχηση του Ευστόχιου ο Ρέπροβος βαφτίστηκε Χριστιανός. Προβάλλοντας σαν παράδειγμα τον ίδιο του τον εαυτό, όργωσε όλα τα μέρη του Πόντου και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, δια στόματος του Ρέπροβου, του άγριου λύκου που έγινε αρνάκι, τριακόσιες χιλιάδες άνθρωποι ασπάσθηκαν το Χριστιανισμό.
Ταξιδεύοντας και ενώ ήταν καθισμένος στη όχθη ενός ποταμού, σκεπτόμενος πως θα το περάσει, ήρθε ένα μικρό παιδί και τον παρακάλεσε να το βοηθήσει να διασχίσει το ποτάμι. Ο Ρέπροβος, αφού προσευχήθηκε με θέρμη στον Κύριο, με τη ράβδο του ακούμπησε τα νερά. Τα νερά του ποταμού υποχώρησαν και έγιναν ρηχά. Έβαλε στους ώμους του το αγοράκι. Με τη θαυματουργή ράβδο στα χέρια και με την προσευχή στο στόμα πέρασαν τον ποταμό. Στη μέση της διαδρομής, οι ώμοι του άρχισαν να βαραίνουν και το παιδί, περνώντας η ώρα, γινόταν ασήκωτο. Όταν πια έφτασε στην απέναντι όχθη, με έκπληξη είδε ότι το παιδί είχε γίνει ένας νέος άνδρας.
Ο άνδρας τον καθησύχασε, λέγοντάς του ότι στους ώμους του είχε κουβαλήσει τον ίδιο τον Ιησού Χριστό. Για το λόγο αυτό, από εκείνη τη στιγμή μετονομάστηκε σε «Χριστόφορος».
Η περίπτωση του Άγιου Χριστόφορου επιβεβαιώνει τη ρήση που λέει, ότι «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ»
Όταν ήρθε η ώρα να λάβει τον στέφανο του μαρτυρίου από τον Θεό, τον συνέλαβαν οι Ρωμαίοι και ο Άγιος Χριστόφορος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και τέλος υπέστη τον δι' αποκεφαλισμού θάνατο το 251 μ.Χ.
Η μνήμη του τιμάται στις 9 Μαΐου από την ορθόδοξη εκκλησία και 25 Ιουλίου από την καθολική.
Αν λοιπόν αυτός, ένας Ραν εκ του γένους Μαλτσέχ, μαρτύρησε για το Χριστό, ίσως για να φτάσει το μήνυμα της ύπαρξης των Νεφελίμ σε εμάς, αλλά και το μήνυμα της σωτηρίας στους υπόλοιπους Ραν, πως μπορούμε εμείς να το αγνοούμε;
(Ραν: οι απόγονοι της ένωσης των Νεφελίμ και των ανθρώπων).
Ιησούς Χριστός Νικά
ΠΗΓΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΖΟΥΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ
ΤΟΜΟΣ 24 – Ο ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ ΓΑΡ ΕΓΓΥΣ
anendotos
el.gr
η περιοχή της Μικράς Ασίας και η ευρύτερη περιοχή του Πόντου ήταν κατοικημένη από νομαδικά φύλα αγρίων φυλών.
Μαρτυρίες αντλούνται τόσο από κείμενα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, όσο και απο κείμενα νεώτερων συγγραφέων, όπως ο Ξενοφών, ο Στράβων, ο Πτολεμαίος, ο Αρριανός, αλλά και ο Όμηρος. Οι λαοί αυτοί λυμαίνονταν τις περιοχές του Πόντου, αλλά έκαναν και επιδρομές στους γειτονικούς τους λαούς, των Περσών και των Μήδων.
Η πιό άγρια, ληστρική και ισχυρή φυλή ήταν οι Μάκρωνες. Ηταν εγκατεστημένοι στα βορειοανατολικά του Πόντου και είχαν πάρει μέρος στο πλευρό του Ξέρξη κατά την εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδος, συμμετέχοντας με πολυάριθμο στράτευμα. Ήταν η μοναδική φυλή η οποία επέζησε μετά τον τρομερό διωγμό που είχαν εξαπολύσει εναντίον τους οι Μήδοι.
Οι Μάκρωνες, σύμφωνα με τις αρχαίες αναφορές, είχαν τεράστιο ύψος, που μερικές φορές έφτανε τα τρεισήμισι μέτρα, σώμα μαυριδερό και δασύτριχο και κεφάλι που έμοιαζε με σκύλου. Γι'αυτό και αποκαλούνταν κυνοπρόσωποι ή κυνοκέφαλοι ή σκυλοπρόσωποι.
Όταν ο Χριστιανισμός άρχισε να διαδίδεται με τους Αποστόλους, ο Πόντος αποτέλεσε μία απο τις πρώτες περιοχές που ασπάστηκε τη θρησκεία της αγάπης.
Την εποχή εκείνη βασιλιάς των Μακρώνων ήταν ο θηριώδης Ρέπροβος. Λατρευόταν σαν θεός από τους υπηκόους του, που τον θαύμαζαν για τη σοφία και τη δύναμή του.
Οταν οι Ρωμαίοι ζήτησαν από τους Μάκρωνες να παραδοθούν, αυτοί με αρχηγό τον Ρέπροβο, επί τρεις μέρες πάλευαν στην κυριολεξία με νύχια και με δόντια και κατατρόπωσαν τον εχθρό. Είχαν πετύχει μια περίτρανη νίκη, αλλά μάταια έψαχναν τον αρχηγό τους. Ο σοφός τριαντάχρονος βασιλιάς τους βρισκόταν αιχμάλωτος στα χέρια του εχθρού.
Ο Ρέπροβος γύρω στο 250 μ.Χ. οδηγήθηκε σε μια φυλακή-κολαστήριο, όπου κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να αντέξει παραπάνω απο ένα μήνα. Ο σκληροτράχηλος Ρέπροβος κατόρθωσε να επιβιώσει και μετά από τρεις μήνες να αποδράσει και να επιστρέψει στην αγαπημένη του πατρίδα.
Η πείνα του ήταν τεράστια και έτσι μόλις είδε ένα κοπάδι από πρόβατα που τα έβοσκε μια δωδεκάχρονη βοσκοπούλα ετοιμάστηκε για να χορτάσει. Ομως η μικρή με όπλο τον Σταυρό που είχε στο λαιμό της προσευχήθηκε στον Κύριο και όταν άπλωσε το χέρι του ο Ρέπροβος να την αρπάξει και να την καταβροχθίσει, ένας κεραυνός έπεσε μπροστά στα μάτια του και τον τύφλωσε.
Αφού μίλησαν, η μικρή του είπε για τον Θεό και τον Χριστό και ότι μόνο Αυτός θα μπορούσε να του ξαναδώσει το φως του. Θέλησε να τον βοηθήσει και του είπε θα πάει στο χωριό της, που εκείνο τον καιρό βρισκόταν ένας ιερέας ο Ευστόχιος, ο οποίος διέδιδε παντού το λόγο του Θεού. Αποχαιρετώντας τον Ρέπροβο, του έδωσε να φιλήσει το Σταυρό και τότε έγινε το θαύμα με την ταυτόχρονη εμφάνιση και πάλι ενός κεραυνού. Ο Ρέπροβος βρήκε το φως του και δήλωσε ότι ήταν πρόθυμος να ασπαστεί το Χριστιανισμό αμέσως.
Μετά απο κατήχηση του Ευστόχιου ο Ρέπροβος βαφτίστηκε Χριστιανός. Προβάλλοντας σαν παράδειγμα τον ίδιο του τον εαυτό, όργωσε όλα τα μέρη του Πόντου και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, δια στόματος του Ρέπροβου, του άγριου λύκου που έγινε αρνάκι, τριακόσιες χιλιάδες άνθρωποι ασπάσθηκαν το Χριστιανισμό.
Ταξιδεύοντας και ενώ ήταν καθισμένος στη όχθη ενός ποταμού, σκεπτόμενος πως θα το περάσει, ήρθε ένα μικρό παιδί και τον παρακάλεσε να το βοηθήσει να διασχίσει το ποτάμι. Ο Ρέπροβος, αφού προσευχήθηκε με θέρμη στον Κύριο, με τη ράβδο του ακούμπησε τα νερά. Τα νερά του ποταμού υποχώρησαν και έγιναν ρηχά. Έβαλε στους ώμους του το αγοράκι. Με τη θαυματουργή ράβδο στα χέρια και με την προσευχή στο στόμα πέρασαν τον ποταμό. Στη μέση της διαδρομής, οι ώμοι του άρχισαν να βαραίνουν και το παιδί, περνώντας η ώρα, γινόταν ασήκωτο. Όταν πια έφτασε στην απέναντι όχθη, με έκπληξη είδε ότι το παιδί είχε γίνει ένας νέος άνδρας.
Ο άνδρας τον καθησύχασε, λέγοντάς του ότι στους ώμους του είχε κουβαλήσει τον ίδιο τον Ιησού Χριστό. Για το λόγο αυτό, από εκείνη τη στιγμή μετονομάστηκε σε «Χριστόφορος».
Η περίπτωση του Άγιου Χριστόφορου επιβεβαιώνει τη ρήση που λέει, ότι «τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ»
Όταν ήρθε η ώρα να λάβει τον στέφανο του μαρτυρίου από τον Θεό, τον συνέλαβαν οι Ρωμαίοι και ο Άγιος Χριστόφορος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και τέλος υπέστη τον δι' αποκεφαλισμού θάνατο το 251 μ.Χ.
Η μνήμη του τιμάται στις 9 Μαΐου από την ορθόδοξη εκκλησία και 25 Ιουλίου από την καθολική.
Αν λοιπόν αυτός, ένας Ραν εκ του γένους Μαλτσέχ, μαρτύρησε για το Χριστό, ίσως για να φτάσει το μήνυμα της ύπαρξης των Νεφελίμ σε εμάς, αλλά και το μήνυμα της σωτηρίας στους υπόλοιπους Ραν, πως μπορούμε εμείς να το αγνοούμε;
(Ραν: οι απόγονοι της ένωσης των Νεφελίμ και των ανθρώπων).
Ιησούς Χριστός Νικά
ΠΗΓΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ΠΩΣ ΖΟΥΝ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ
ΤΟΜΟΣ 24 – Ο ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ ΓΑΡ ΕΓΓΥΣ
anendotos
el.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.