«Δεν θα ξαναγυρίσω στην ΝΔ ούτε ως αρχηγός» – 21 χρόνια από την παραίτηση του Σαμαρά
Κλείνουν σήμερα 21 χρόνια από την ημέρα που ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, Αντώνης Σαμαράς, ανακοινώνει την παραίτησή του από βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, μετά τη διαφωνία του με την κυβέρνηση στο θέμα των Σκοπίων.
Στις 8 Απριλίου 1990 ανοίγει μια νέα περίοδος για την χώρα με την νίκη της ΝΔ και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις εκλογές. Έχοντας κερδίσει την εύνοια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αναλαμβάνει και πάλι Υπουργός Εξωτερικών, μετά την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις 8 Απριλίου 1990.
Την πρώτη περίοδο η «ηγεμονία» της ΝΔ τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο ήταν αδιαμφισβήτητο. Από το 1992 όμως η κυβέρνηση αρχίζει να χάνει τον έλεγχο των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων. Το 1992 θα είναι η κρίσιμη χρονιά που θα καθορίσει την καθοδική της πορεία και τέσσερις βασικοί παράγοντες συνέτειναν σε αυτό.
Αρχικά η εισοδηματική οικονομική πολιτική που εξαγγέλθηκε. Με υψηλό πληθωρισμό και με δομική ανεργία, η εισοδηματική πολιτική με μηδενικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων οδηγούσε κατά κοινή πεποίθηση σε «ασφυξία» το λαϊκό εισόδημα. Το αποτέλεσμα της δίκης του Ανδρέα Παπανδρέου με την κατάρρευση του κατηγορητηρίου αποτέλεσε μια πολιτική ήττα της γραμμής της «κάθαρσης». Ένα βασικό στοιχείο της ηγεμονίας της ΝΔ στην προηγούμενη περίοδο, η «ηθική» της υπεροπλία έναντι του ΠΑΣΟΚ, καταρρέει, όχι γιατί τα οικονομικά σκάνδαλα δεν ήταν υπαρκτά, αλλά γιατί, όπως υπογράμμισε τον Σεπτέμβριο του 1991 ο Καθηγητής της Νομικής και Ποινικολόγος Αλέξανδρος Κατσαντώνης, νομικός σύμβουλος της ΝΔ στην κρίσιμη περίοδο του 1989, το κατηγορητήριο συγκροτήθηκε τελικά με βιαστικό τρόπο και κυριάρχησε η μεροληψία και η προσωπική αντιπάθεια έναντι του Ανδρέα Παπανδρέου από τους πολιτικούς αντιπάλους του. Τρίτον, η εσωκομματική αμφισβήτηση του Μητσοτάκη. Στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1992 και ενώ οι κοινωνικές συγκρούσεις βρίσκονται στο απόγειό τους, ο Μιλτιάδης Έβερτ, ο Σταύρος Δήμας και ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος τρία από τα επιφανέστερα στελέχη της Ν.Δ. δημοσιοποιούν τη διαφωνία τους με την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, υποστηρίζοντας με κοινό τους κείμενο ότι δημιουργεί μεγάλες και άδικες κοινωνικές ανισότητες, ενώ δεν δημιουργεί ανάπτυξη.
Το κρίσιμο τελευταίο στοιχείο που επιβάρυνε την κατάσταση ήταν η εμφάνιση του εθνικιστικού μετώπου. Ήδη από τον Ιανουάριο του 1991 ένα μεγάλο κύμα Αλβανών και Βορειοηπειρωτών φυγάδων κατακλύζει την Ελλάδα, αρχίζοντας να διαμορφώνει σταδιακά στη χώρα ένα πυρήνα ξενοφοβικών και ρατσιστικών ιδεολογημάτων. Είναι η περίοδος που παράλληλα, αρχίζει να αναπτύσσεται το λεγόμενο «σκοπιανό» ζήτημα, με τη διεκδίκηση εκ μέρους του νεοσύστατου μικρού κράτους της πρώην Γιουγκοσλαβίας του ονόματος «Μακεδονία». Στις αρχές του 1992 ξεσπούν με πρωταγωνιστές την Εκκλησία και μια «υπερπατριωτική» διακομματική μερίδα του πολιτικού κόσμου ισχυρές λαϊκές κινητοποιήσεις (η πρώτη συγκέντρωση έγινε τον Φεβρουάριο του 1992 στη Θεσσαλονίκη και είχε παμμακεδονικό χαρακτήρα), με κεντρικό σύνθημα τη μη αναγνώριση από την Ελλάδα κράτους με την ονομασία «Μακεδονία» αλλά ούτε και με παράγωγά του. Η εσωτερική πίεση εσωτερικεύεται και στην κυβέρνηση, αφού προκύπτει σοβαρή αντίθεση μεταξύ του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά. Ο τελευταίος επιχειρεί μονομερώς να υλοποιήσει μια προσωπική γραμμή αδιάλλακτης στάσης έναντι των Σκοπίων, που έρχεται σε αντίθεση με την κυβερνητική γραμμή όσο και με τις αποφάσεις του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών που συγκλήθηκε υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έτσι, τον Απρίλιο του 1992 ο κ.Σαμαράς οδηγείται σε παραίτηση από τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών, ανοίγοντας τις διαδικασίες για μια συνολικότερη ρήξη με την παράταξή του.
Με το σύνθημα «Ελλάς - Ελλάς - Αντώνης Σαμαράς», που έκτοτε τον ακολουθεί, οι υποστηρικτές του υποδέχονται στις 30 Ιουνίου 1993 την ίδρυση ενός νέου πολιτικού κόμματος με την επωνυμία Πολιτική Άνοιξη. Στην ΠΟΛΑΝ συσπειρώνονται νέοι πολιτικοί, όπως ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο Ανδρέας Λεντάκης από την Αριστερά, ο Άκης Γεροντόπουλος, ο Δημήτρης Σταμάτης (Θεσσαλονίκης) και ο Δημήτρης Σταμάτης (Αιτωλοακαρνανίας). Την υποστήριξή του στο νέο κόμμα εξέφρασε με γραπτή δήλωση του ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, που θεωρείται ο εμπνευστής του ονόματος.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1993, δύο βουλευτές της ΝΔ προσχωρούν στην Πολιτική Άνοιξη, αλλά διατηρούν τη βουλευτική τους έδρα ως ανεξάρτητοι, πρώτα ο Στέφανος Στεφανόπουλος, βουλευτής Ηλείας, και μετά ο Γιώργος Συμπιλίδης, βουλευτής Κιλκίς. Έτσι, η Νέα Δημοκρατία θα απολέσει τη δεδηλωμένη, έχοντας μόνο 150 έδρες στην κοινοβουλευτική της ομάδα. Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προκηρύσσει πρόωρες εκλογές για τον Οκτώβριο 1993, τις οποίες θα χάσει από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Αντώνης Σαμαράς στιγματίζεται ως «προδότης», αφού οι μητσοτακικοί τού χρεώνουν την πτώση της κυβέρνησης.
Ήταν μάλιστα τέτοια η ρήξη μεταξύ των δύο ανδρών που σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο κ. Σαμαράς ένα χρόνο μετά την αποχώρησή του από την κυβέρνηση της ΝΔ στην Καθημερινή, (στις 4 Ιουλίου 1993) είχε δηλώσει ότι «δεν θα επιστρέψω, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω ο «αρχηγός» της».
Στην συνέντευξή του στον Α. Καραγιάννη, ο κ. Σαμαράς είχε δηλώσει ξεκάθαρα ότι ακόμα και εάν εξαλειφθούν οι παραμορφώσεις –όπως ο ίδιος αποκαλούσε- με την ΝΔ δεν θα επέστρεφε σε αυτή. «Έχω ήδη χαράξει το δρόμο μου με την «Πολιτική Άνοιξη» και η Ν.Δ., όπως και τα άλλα κόμματα, ακολουθούν το δικό τους δρόμο». «Δεν θα επιστρέψω, συνεπώς, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν... οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω «αρχηγός» της. [...]», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Ήταν μάλιστα τέτοια η ρήξη μεταξύ των δύο ανδρών που σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο κ. Σαμαράς ένα χρόνο μετά την αποχώρησή του από την κυβέρνηση της ΝΔ στην Καθημερινή, (στις 4 Ιουλίου 1993) είχε δηλώσει ότι «δεν θα επιστρέψω, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω ο «αρχηγός» της».
Στην συνέντευξή του στον Α. Καραγιάννη, ο κ. Σαμαράς είχε δηλώσει ξεκάθαρα ότι ακόμα και εάν εξαλειφθούν οι παραμορφώσεις –όπως ο ίδιος αποκαλούσε- με την ΝΔ δεν θα επέστρεφε σε αυτή. «Έχω ήδη χαράξει το δρόμο μου με την «Πολιτική Άνοιξη» και η Ν.Δ., όπως και τα άλλα κόμματα, ακολουθούν το δικό τους δρόμο». «Δεν θα επιστρέψω, συνεπώς, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν... οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω «αρχηγός» της. [...]», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Φωτογραφία: Eurokinissi
koolnews.gr
Κλείνουν σήμερα 21 χρόνια από την ημέρα που ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, Αντώνης Σαμαράς, ανακοινώνει την παραίτησή του από βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, μετά τη διαφωνία του με την κυβέρνηση στο θέμα των Σκοπίων.
Στις 8 Απριλίου 1990 ανοίγει μια νέα περίοδος για την χώρα με την νίκη της ΝΔ και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στις εκλογές. Έχοντας κερδίσει την εύνοια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, αναλαμβάνει και πάλι Υπουργός Εξωτερικών, μετά την εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις 8 Απριλίου 1990.
Την πρώτη περίοδο η «ηγεμονία» της ΝΔ τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο ήταν αδιαμφισβήτητο. Από το 1992 όμως η κυβέρνηση αρχίζει να χάνει τον έλεγχο των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων. Το 1992 θα είναι η κρίσιμη χρονιά που θα καθορίσει την καθοδική της πορεία και τέσσερις βασικοί παράγοντες συνέτειναν σε αυτό.
Αρχικά η εισοδηματική οικονομική πολιτική που εξαγγέλθηκε. Με υψηλό πληθωρισμό και με δομική ανεργία, η εισοδηματική πολιτική με μηδενικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων οδηγούσε κατά κοινή πεποίθηση σε «ασφυξία» το λαϊκό εισόδημα. Το αποτέλεσμα της δίκης του Ανδρέα Παπανδρέου με την κατάρρευση του κατηγορητηρίου αποτέλεσε μια πολιτική ήττα της γραμμής της «κάθαρσης». Ένα βασικό στοιχείο της ηγεμονίας της ΝΔ στην προηγούμενη περίοδο, η «ηθική» της υπεροπλία έναντι του ΠΑΣΟΚ, καταρρέει, όχι γιατί τα οικονομικά σκάνδαλα δεν ήταν υπαρκτά, αλλά γιατί, όπως υπογράμμισε τον Σεπτέμβριο του 1991 ο Καθηγητής της Νομικής και Ποινικολόγος Αλέξανδρος Κατσαντώνης, νομικός σύμβουλος της ΝΔ στην κρίσιμη περίοδο του 1989, το κατηγορητήριο συγκροτήθηκε τελικά με βιαστικό τρόπο και κυριάρχησε η μεροληψία και η προσωπική αντιπάθεια έναντι του Ανδρέα Παπανδρέου από τους πολιτικούς αντιπάλους του. Τρίτον, η εσωκομματική αμφισβήτηση του Μητσοτάκη. Στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1992 και ενώ οι κοινωνικές συγκρούσεις βρίσκονται στο απόγειό τους, ο Μιλτιάδης Έβερτ, ο Σταύρος Δήμας και ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος τρία από τα επιφανέστερα στελέχη της Ν.Δ. δημοσιοποιούν τη διαφωνία τους με την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, υποστηρίζοντας με κοινό τους κείμενο ότι δημιουργεί μεγάλες και άδικες κοινωνικές ανισότητες, ενώ δεν δημιουργεί ανάπτυξη.
Το κρίσιμο τελευταίο στοιχείο που επιβάρυνε την κατάσταση ήταν η εμφάνιση του εθνικιστικού μετώπου. Ήδη από τον Ιανουάριο του 1991 ένα μεγάλο κύμα Αλβανών και Βορειοηπειρωτών φυγάδων κατακλύζει την Ελλάδα, αρχίζοντας να διαμορφώνει σταδιακά στη χώρα ένα πυρήνα ξενοφοβικών και ρατσιστικών ιδεολογημάτων. Είναι η περίοδος που παράλληλα, αρχίζει να αναπτύσσεται το λεγόμενο «σκοπιανό» ζήτημα, με τη διεκδίκηση εκ μέρους του νεοσύστατου μικρού κράτους της πρώην Γιουγκοσλαβίας του ονόματος «Μακεδονία». Στις αρχές του 1992 ξεσπούν με πρωταγωνιστές την Εκκλησία και μια «υπερπατριωτική» διακομματική μερίδα του πολιτικού κόσμου ισχυρές λαϊκές κινητοποιήσεις (η πρώτη συγκέντρωση έγινε τον Φεβρουάριο του 1992 στη Θεσσαλονίκη και είχε παμμακεδονικό χαρακτήρα), με κεντρικό σύνθημα τη μη αναγνώριση από την Ελλάδα κράτους με την ονομασία «Μακεδονία» αλλά ούτε και με παράγωγά του. Η εσωτερική πίεση εσωτερικεύεται και στην κυβέρνηση, αφού προκύπτει σοβαρή αντίθεση μεταξύ του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά. Ο τελευταίος επιχειρεί μονομερώς να υλοποιήσει μια προσωπική γραμμή αδιάλλακτης στάσης έναντι των Σκοπίων, που έρχεται σε αντίθεση με την κυβερνητική γραμμή όσο και με τις αποφάσεις του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών που συγκλήθηκε υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έτσι, τον Απρίλιο του 1992 ο κ.Σαμαράς οδηγείται σε παραίτηση από τη θέση του Υπουργού Εξωτερικών, ανοίγοντας τις διαδικασίες για μια συνολικότερη ρήξη με την παράταξή του.
Με το σύνθημα «Ελλάς - Ελλάς - Αντώνης Σαμαράς», που έκτοτε τον ακολουθεί, οι υποστηρικτές του υποδέχονται στις 30 Ιουνίου 1993 την ίδρυση ενός νέου πολιτικού κόμματος με την επωνυμία Πολιτική Άνοιξη. Στην ΠΟΛΑΝ συσπειρώνονται νέοι πολιτικοί, όπως ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο Ανδρέας Λεντάκης από την Αριστερά, ο Άκης Γεροντόπουλος, ο Δημήτρης Σταμάτης (Θεσσαλονίκης) και ο Δημήτρης Σταμάτης (Αιτωλοακαρνανίας). Την υποστήριξή του στο νέο κόμμα εξέφρασε με γραπτή δήλωση του ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, που θεωρείται ο εμπνευστής του ονόματος.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1993, δύο βουλευτές της ΝΔ προσχωρούν στην Πολιτική Άνοιξη, αλλά διατηρούν τη βουλευτική τους έδρα ως ανεξάρτητοι, πρώτα ο Στέφανος Στεφανόπουλος, βουλευτής Ηλείας, και μετά ο Γιώργος Συμπιλίδης, βουλευτής Κιλκίς. Έτσι, η Νέα Δημοκρατία θα απολέσει τη δεδηλωμένη, έχοντας μόνο 150 έδρες στην κοινοβουλευτική της ομάδα. Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προκηρύσσει πρόωρες εκλογές για τον Οκτώβριο 1993, τις οποίες θα χάσει από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Αντώνης Σαμαράς στιγματίζεται ως «προδότης», αφού οι μητσοτακικοί τού χρεώνουν την πτώση της κυβέρνησης.
Ήταν μάλιστα τέτοια η ρήξη μεταξύ των δύο ανδρών που σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο κ. Σαμαράς ένα χρόνο μετά την αποχώρησή του από την κυβέρνηση της ΝΔ στην Καθημερινή, (στις 4 Ιουλίου 1993) είχε δηλώσει ότι «δεν θα επιστρέψω, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω ο «αρχηγός» της».
Στην συνέντευξή του στον Α. Καραγιάννη, ο κ. Σαμαράς είχε δηλώσει ξεκάθαρα ότι ακόμα και εάν εξαλειφθούν οι παραμορφώσεις –όπως ο ίδιος αποκαλούσε- με την ΝΔ δεν θα επέστρεφε σε αυτή. «Έχω ήδη χαράξει το δρόμο μου με την «Πολιτική Άνοιξη» και η Ν.Δ., όπως και τα άλλα κόμματα, ακολουθούν το δικό τους δρόμο». «Δεν θα επιστρέψω, συνεπώς, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν... οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω «αρχηγός» της. [...]», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Ήταν μάλιστα τέτοια η ρήξη μεταξύ των δύο ανδρών που σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο κ. Σαμαράς ένα χρόνο μετά την αποχώρησή του από την κυβέρνηση της ΝΔ στην Καθημερινή, (στις 4 Ιουλίου 1993) είχε δηλώσει ότι «δεν θα επιστρέψω, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω ο «αρχηγός» της».
Στην συνέντευξή του στον Α. Καραγιάννη, ο κ. Σαμαράς είχε δηλώσει ξεκάθαρα ότι ακόμα και εάν εξαλειφθούν οι παραμορφώσεις –όπως ο ίδιος αποκαλούσε- με την ΝΔ δεν θα επέστρεφε σε αυτή. «Έχω ήδη χαράξει το δρόμο μου με την «Πολιτική Άνοιξη» και η Ν.Δ., όπως και τα άλλα κόμματα, ακολουθούν το δικό τους δρόμο». «Δεν θα επιστρέψω, συνεπώς, στη Ν.Δ. και αν ακόμη αλλάξουν... οι πολιτικές συνθήκες, έστω και αν με καλέσουν για να γίνω «αρχηγός» της. [...]», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Φωτογραφία: Eurokinissi
koolnews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.