Το Λος Άντζελες και γενικότερα οι ΗΠΑ έχουν γνωρίσει μερικά από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τα εγκλήματα που έχουν γίνει στην «Πόλη των Αγγέλων» όπως τον φόνο της «Μαύρης Ντάλιας» το 1947, τις θηριωδίες της «οικογένειας Μάνσον» το 1969, τον «Στραγγαλιστή του Χιλσάιντ» το 1977 αλλά και τον «Κυνηγό της Νύχτας» το 1985.
Ο τρόμος που είχε προκληθεί από αυτά τα εγκλήματα με κάποιο τρόπο είχε κατευναστεί όταν οι δράστες τους βρέθηκαν και τέθηκαν υπό κράτηση από τις αρχές. Μόνο στην περίπτωση της «Μαύρης Ντάλιας» δεν πιάστηκε ο δολοφόνος αλλά ο φόβος υποχώρησε καθώς δεν έκανε ξανά την εμφάνιση του με άλλο θύμα.
pronews.gr
Ο τρόμος που είχε προκληθεί από αυτά τα εγκλήματα με κάποιο τρόπο είχε κατευναστεί όταν οι δράστες τους βρέθηκαν και τέθηκαν υπό κράτηση από τις αρχές. Μόνο στην περίπτωση της «Μαύρης Ντάλιας» δεν πιάστηκε ο δολοφόνος αλλά ο φόβος υποχώρησε καθώς δεν έκανε ξανά την εμφάνιση του με άλλο θύμα.
Μία δολοφονία -και μία αυτοκτονία- ωστόσο είναι αυτή που έχει παραμείνει αναλλοίωτη στις μνήμες όσων την έζησαν από κοντά ή έτυχε να ακούσουν ή να διαβάσουν για αυτήν στις εφημερίδες ή στα δελτία ειδήσεων της εποχής. Η «Έπαυλη του φόνου στο Λος Φελίζ», το σοκαριστικό έγκλημα που διαπράχθηκε εντός της αλλά και το ίδιο το οίκημα φέρουν μία μυστηριακή αύρα που φτάνει μέχρι και τις μέρες μας. Τουλάχιστον μέχρι και την άνοιξη του 2016 όταν το, υπό 57 χρόνια «ανέγγιχτο» από τους ιδιοκτήτες του, σπίτι, βρήκε νέους αγοραστές.
Το φρικτό έγκλημα της οδού 2475 Γκλεντόουερ Πλέις
Στις αρχές του 1950 ο καρδιολόγος Χάρολντ Πέρελσον και η γυναίκα του Λίλιαν μετακόμισαν στην έπαυλη επί της οδού 2475 Γκλεντόουερ Πλέις στο Λος Φελίζ του Λος Άντζελες. Στο οίκημα, που αναβίωνε την ισπανική αρχιτεκτονική τεχνοτροπία, είχαν και τα τρία παιδιά τους, Τζούντι, Ντέμπι και Τζόελ. Το σκηνικό που είχε φτιάξει η οικογένεια Πέρελσον για την ζωή της φαινόταν ειδυλλιακό. Ένα χαρούμενο ζευγάρι με τα παιδιά τους που μεγαλώνουν χαρούμενα σε ένα φανταστικό σπίτι σε ένα πλούσιο προάστιο της μεγαλούπολης των ΗΠΑ. Στο τέλος της δεκαετίας εκείνης όμως η βιτρίνα της «ευτυχίας» θα κατέρρεε με εκκωφαντικό τρόπο και για την οικογένεια αλλά και για την κοινότητα γύρω της.
Ήταν περιπου 04:30 το πρωί της 6ης Δεκεμβρίου του 1959 όταν ο ήλιος δεν είχε καν ξεμυτίσει πίσω από τα βουνά. Το ζεύγος Πέρελσον ήταν στο κρεβάτι του αφού είχαν γευματίσει ελαφριά το προηγούμενο βράδυ. Ή για να είμαστε ακριβέστεροι η κυρία Πέρελσον ήταν στο κρεβάτι και κοιμόταν. Ο κος Πέρελσον είχε καταβληθεί από ένα δολοφονικό αμόκ. Το χτύπημα με την βαριοπούλα ήταν τόσο δυνατό που διαπέρασε το κρανίο της, γεμίζοντας το κρεβάτι και το μαξιλάρι αίματα. Ο γιατρός προσπάθησε να ακολουθήσει το ίδιο μοτίβο και με την μεγάλη του κόρη, Τζούντι αλλά το χτύπημα δεν ήταν τόσο σφοδρό. Το παιδί παρότι τραυματισμένο άρχισε να ουρλιάζει με αποτέλεσμα να ξυπνήσει τα άλλα δύο αδέρφια του. Τα απελπισμένα ουρλιαχτά φόβου και πόνου έφτασαν μέχρι το γειτονικό σπίτι των Ρος.
Η μεσαία κόρη, Ντέμπι, ξύπνησε και είδε τον πατέρα της μέσα στα αίματα, να στέκεται από πάνω της και να της λέει «πέσε πάλι για ύπνο, βλέπεις εφιάλτη». Ο μικρότερος Τζόελ είχε φύγει από το δωμάτιο του και περίμενε στον πρώτο όροφο του σπιτιού για βοήθεια.
Στο μεταξύ η τραυματισμένη κόρη Τζούντι είχε καταφέρει να ξεφύγει του μεταμορφωμένου σε φονική μηχανή πατέρα και έτρεξε στους γείτονες για βοήθεια. Όταν ο Μάρσαλ Ρος μπήκε στο σπίτι το θέαμα που αντίκρυσε ήταν αποκρουστικό: Ο μικρός Τζόελ στεκόταν με ένα βλέμμα κενό στον διάδρομο, η Λίλιαν Πέρελσον ήταν στο κρεβάτι της με το κρανίο της σε κατάσταση μη αναγνωρίσιμη και ο Χάρολντ Πέρελσον στο μπάνιο μέσα στα αίματα να καταπίνει ένα κοκτέιλ ναρκωτικών. Η δόση που πήρε ήταν και μοιραία καθώς στις 05:30 που κατέφθασε η αστυνομία τον βρήκε νεκρό στο πάτωμα.
Το μέλλον των παιδιών αλλά και του σπιτιού
Την επιμέλεια των τριών παιδιών που βρισκόντουσαν σε κατάσταση σοκ πήρε η οικογένεια της Λίλιαν Πέρελσον και συγκεκριμένα η αδερφή της, Γερτρούδη Σαϊλάν. Από εκεί και πέρα αγνοούνται τα ίχνη τους όπως και περαιτέρω στοιχεία για τη ζωή τους.
Ένα χρόνο μετά η έπαυλη πωλήθηκε μέσα από πλειστηριασμό στο ζεύγος των Έμιλυ και Τζούλιαν Ροντρίγκεζ. Αλλά δεν κατοικήθηκε ποτέ. Ούτε για μία μέρα. Τουλάχιστον από τους νόμιμους ιδιοκτήτες του καθώς η οικία είχε διαρρηχθεί αρκετές φορές από τοξικοεξαρτημένους, ιερόδουλες και τους πελάτες τους, από άστεγους αλλά και από περίεργους εξερευνητές που ήθελαν να ζήσουν την περιπέτεια μέσα από το σκηνικό της τρέλας.
Το εξωτερικό του σπιτιού με το πέρασμα των χρόνων έδειχνε να έχει αρκετές μεταβολές, το εσωτερικό του ωστόσο, εκτός από κάποιους πεσμένους σοβάδες και την σκόνη, είχε μείνει ανέγγιχτο. Όπως φαίνεται άλλωστε και στις εικόνες της φωτογράφου Αλέξις Βον, που ήταν η πρώτη που μπήκε μέσα ώστε να αποθανατίσει τη σκηνή του εγκλήματος. Τα ρούχα της οικογένειας ήταν ακόμα κρεμασμένα στις ντουλάπες, σκεύη πάνω σε έπιπλα καθώς και τα ίδια τα έπιπλα δεν είχαν μετακινηθεί καθόλου. Πάνω σε έναν καναπέ φαίνονται ακόμα και τα χριστουγεννιάτικα στολίδια που θα κοσμούσαν το σπίτι τα Χριστούγεννα του 1959, αν δεν συνέβαινε το φονικό
.
Ακόμα και όταν το 1994 πέθανε η Έμιλυ Ροντρίγκεζ, ο γιος της Ράντι που κληρονόμησε την οικία δεν την χρησιμοποίησε ποτέ για ιδιοκατοίκηση. Το στάτους του σπιτιού είχε ήδη αποκτήσει μυθικές διαστάσεις καθώς ο οποιοσδήποτε μπορούσε να δει το εσωτερικό του και να πλάσει όποια ιστορία φαντασίας ήθελε.
Οι μύθοι, οι δοξασίες και οι αισιόδοξοι αγοραστές
Ένα έγκλημα σαν και αυτό που διέπραξε ο Χάρολντ Πέρελσον και όσα το ακολούθησαν δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητους όλους τους απανταχού δεισιδαίμονες, συμπεριλαμβανομένων και των γειτόνων της οικογένειας αλλά και όσων «εξερευνητών» μπήκαν στη διαδικασία να εισβάλουν στο σπίτι για να δουν αν όσα έχουν ακούσει ισχύουν.
Κάποιοι ισχυρίζονταν πως άκουγαν τα ουρλιαχτά της μεγάλης κόρης που ο πατέρας απέτυχε να σκοτώσει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Άλλοι λένε πως το σπίτι ενοικιάστηκε καθώς πολλά από τα ευρήματα δεν ταιριάζουν στην οικογένεια Πέρελσον. Από τη στιγμή ωστόσο που το σπίτι είχε γίνει πόλος έλξης διαφόρων, ήταν φυσικό επακόλουθο μέσα στη διάρκεια αυτών των 57 χρόνων που έμεινε ανέγγιχτο από κάποιον νόμιμο κάτοικο, να παρουσιάζει κάποιες ασυνέχειες και να δείχνει μία εικόνα ημι-βανδαλισμού. Ακόμα και όταν μιλάμε για μία οικία, σκηνή εγκλήματος, που ποτέ δεν πειράχτηκε.
Η νεκρική αύρα που έβγαζε το σπίτι της Λος Φελίζ ωστόσο δεν αποθάρρυνε ένα ζευγάρι να πληρώσει το ποσό των 2.3 εκατομμυρίων δολαρίων για να το κάνει δικό του. Η αγορά έγινε την άνοιξη του 2016 και η οικογένεια που το αγόρασε το άδειασε μετά από σχεδόν έξι δεκαετίες με σκοπό να το κατοικήσει. Ή να καρπωθεί κάτι από την σκοτεινή υστεροφημία του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.