- Όσο και αν ψάξουμε σε οποιοδήποτε αρχείο των Ελληνικών ληξιαρχείων δεν πρόκειται να βρούμε ούτε έναν Έλληνα ή Ελληνίδα που να έχει καταχωρηθεί με ημερομηνία γέννησης από 16 έως 28 Φεβρουάριου 1923 μ.Χ.χ.! Όχι, φυσικά, γιατί δεν είχαμε ούτε μια γέννα σε μία ολόκληρη περίοδο 13 ημερών, αλλά γιατί απλούστατα το 1923 μ.Χ.χ. είχε μόνο 352 ημέρες! Του έλειπαν, δηλαδή, οι 13 ημέρες μεταξύ 16 και 28 Φεβρουάριου! Η ιστορία για το πώς έγινε αυτό έχει να κάνει με τον προσδιορισμό του έτους και τα ημερολόγια τού συμβατικού χρόνου!
Οπως γνωρίζουμε, ένα σωστό ετήσιο ημερολόγιο πρέπει να έχει βάση του, τον ακριβή χρόνο που χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μια πλήρη περιφορά της γύρω από τον Ήλιο. Αυτή η κίνηση της Γής αντικαθρεπτίζεται στη φαινόμενη κίνηση του Ήλιου ανάμεσα στους αστερισμούς. Οι Βαβυλώνιοι(;)κατέγραψαν την αργή αυτή κίνηση του Ήλιου από τη Δύση προς την Ανατολή, γιατί παρατηρούσαν προσεκτικά τον ορίζοντα την ώρα της Δύσης. Επειδή, όμως, ο Ήλιος επέστρεφε στην αφετηρία του έπειτα από περίπου 360 ημέρες, οι Βαβυλώνιοι (;) χώρισαν τον κύκλο σε 360 μοίρες, κάτι που παραμένει σε ισχύ ακόμη και σήμερα, και θέσπισαν συγχρόνως ένα μικτό σεληνιακό και ηλιακό ημερολόγιο.
Τον 1ο αιώνα π.Χ.χ. το Ρωμαϊκό ημερολόγιο είχε κι αυτό τις ατέλειες του. Γι΄αυτό το 44 π.Χ.χ. ο Ιούλιος Καίσαρ άλλαξε το μέχρι τότε ημερολόγιο της Ρώμης, που είχε θεσπίσει ο Πομπήιος Νουμάς (714-671 π.Χ.χ.), και με τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια εγκαθίδρυσε το ημερολόγιο που φέρει έκτοτε το όνομα του. Ο Σωσιγένης , βασισμένος στους υπολογισμούς του Πατέρα της Αστρονομίας Ιππάρχου (ο οποίος έναν
αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες), θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν ακόμη μια ημέρα, μετά την "έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου", που ονόμαζαν "bis sextus". Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δυο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα "δις έκτη" και το έτος που την περιέχει "δίσεκτο".
Η παρανόηση, λοιπόν του λαού, ότι τα δίσεκτα έτη είναι «γρουσούζικα» (κι αν έρθουν χρόνια δίσεχτα και μήνες οργισμένοι, όπως λέει η δημοτική μας παραλογή) ίσως να προέρχεται από την λανθασμένη αντίληψη της ετυμολογίας και ορθογραφίας της λέξεως δίσεκτο. Αντί, δηλαδή, του σωστού δις (που σημαίνει δυο φορές) να εννοείται λανθασμένα το αχώριστο προθεματικό μόριο δυσ, που έχει την έννοια της δυστυχίας, της δυσκολίας, της κακής καταστάσεως ή του απευκταίου αποτελέσματος.
Αλλά και το Ιουλιανό ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Γιατί παρ’ όλο τον καλύτερο προσδιορισμό του ηλιακού έτους από τον Σωσιγένη, υπήρχε ακόμη μια μικρή απόκλιση από την πραγματικότητα, αφού η διάρκεια του ηλιακού έτους είναι 365,242199 ημέρες. Έτσι το καθορισμένο από τον Σωσιγένη έτος είναι μικρότερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, δηλαδή κατά 11 λεπτά και περίπου 13 δευτερόλεπτα, χρόνος που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σχεδόν ασήμαντος. Κάθε τέσσερα χρόνια όμως το μικρό αυτό λάθος γίνεται περίπου 45 λεπτά, και κάθε 129 χρόνια φτάνει τη μια ολόκληρη ημέρα.
Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια από την εφαρμογή του Ιουλιανού ημερολογίου το λάθος είχε φτάσει τις τρεις ημέρες, με αποτέλεσμα το 325 μ.Χ χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου. Τη χρόνια εκείνη έγινε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδός στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε τον ονομαζόμενο έκτοτε Όρο της Νικαίας για τον προσδιορισμό του εορτασμού του Πάσχα!!! τών Χριστιανών.
Το λάθος όμως των περίπου 11 λεπτών του Ιουλιανού ημερολογίου συσσωρευόταν και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο ενωρίς. Έτσι ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ.Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου και το 1582 μ.Χ.χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που προκαλούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του χριστιανικού Πάσχα σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Α΄ Οικουμενική Συνοδός.
Το 1572 μ.Χ.χ. τη χρονιά που εξελέγη πάπας ο Γρήγορος ΙΓ΄, ο ιησουΐτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους, με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο, επεξεργάστηκε την παπική βούλα της ημερολογιακής μεταρρύθμισης που δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 1582 μ.Χ.χ. Με τη μεταρρύθμιση η 5η Οκτωβρίου 1582 μ.Χ.χ. ονομάστηκε 15 Οκτωβρίου 1582, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών, που είχε συσσωρευτεί στους 11 προηγούμενους αιώνες, και για να επιστρέψει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου.
Για να μην επαναληφθεί το λάθος του Ιουλιανού ημερολογίου, ο Λίλιο όρισε επίσης ότι δίσεκτα θα είναι τα έτη που ο αριθμός τους διαιρείται με το 4, εξαιρουμένων των επαιωνίων, δηλαδή τα έτη των αιώνων, από τα οποία όριζε ως δίσεκτα μόνον όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται με το 4. Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο ενώ αντίθετα το επαιώνιο έτος 2000 ήταν δίσεκτο. Η τροποποίηση αυτή, δηλαδή, καθορίζει ότι σε κάθε 400 χρόνια έχουμε 97 δίσεκτα έτη, αφού το λάθος του Ιουλιανού ημερολογίου είναι 3 ημέρες και 3 ώρες περίπου κάθε 400 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο διορθώνουμε το λάθος των τριών ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος τριών ωρών κάθε 400 χρόνια, που θα συσσωρευτεί σε μια περίπου ημέρα το έτος 3081 μ.Χ χ !!!.
Το Νέο ή Γρηγοριανό ημερολόγιο δεν έγινε άμεσα αποδεκτό, και έτσι ο καθολικός κλήρος αναγκάστηκε να προσφύγει στην ανακοίνωση «θαυμάτων» για να το καθιερώσει. Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το αποδέχτηκαν τελικά μέσα σα επόμενα πέντε χρόνια. Τα προτεσταντικά κράτη όμως χρειάστηκαν ακόμη έναν αιώνα , ενώ η Αγγλία και η Αμερική ακόμη περισσότερο, αποδεχόμενες τελικά τη μεταρρύθμιση (με διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες του λαού) μόλις το 1752 μ.Χ.χ.. Το ίδιο άλλωστε συνέβη και στην Ανατολή, όπου η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ήταν άμεση και οξεία. Οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας διαμαρτυρήθηκαν έντονα στη Ρώμη και το Ιουλιανό ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα ορθόδοξα κράτη έως τον 20ό αιώνα.
Στα ορθόδοξα κράτη η αρχή της μεταρρυθμίσεις ξεκίνησε το 1895 μ.Χ.χ., όταν ο οικουμενικός πατριάρχης Άνθιμος Ζ΄ εξέφρασε «πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι’ άπαντας τους χριστιανικούς λαούς» . Έτσι το 1903 μ.Χ.χ.επειτα από ερώτημα του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ΄, η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας της Ελλάδος σε συνεργασία με τη θεολογική σχολή του πανεπιστήμιου Αθηνών αποφάσισε ότι «αι ορθόδοξοι Εκκλησίαι εν συνεννοήσει μετ’ αλλήλων και μετά της πολιτείας έκάστης αυτών δύνανται να επιχειρήσωσι την μεταρρυθμίσιν του νυν εν χρήσει παρ’ ημίν ημερολογίου συμφώνως προς τα προόδους και τα πορίσματα της αστρονομικής!!! επιστήμης».
Το 1919 μ.Χ.χ. η Ελληνική Πολιτεία ανακίνησε και πάλι το ημερολογιακό θέμα, οπότε ύστερα από γνωμάτευση μιας ειδικής επιτροπής η Ιερά Συνοδός αποφάσισε παμψηφεί ότι «η μεταβολή του Ιουλιανού ημερολογίου, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, δύναται να γίνει… η δε πολιτεία είναι ελευθέρα να δεχθεί το Γρηγοριανόν, ως ευρωπαικόν ημερολόγιον, της εκκλησίας κρατούσης μέχρι του επιστημονικού ημερολογίου, το Ιουλιανόν».
Έτσι η Ελληνική Πολιτεία με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1923 μ.Χ.χ. που δημοσιεύτηκε στις 23 Ιανουαρίου, αντικατέστησε το Ιουλιανό ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του τη 16η Φεβρουάριου 1923 μ.Χ.χ. την οποία ονόμασε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ολόκληρες ημέρες από το έτος 1923, γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325 μ.Χ.χ. έως το 1582 μ.Χ.χ. είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου. Γι’ αυτό άλλωστε το έτος 1923 μ.Χ.χ. στην Ελλάδα δεν είχε 365 ημέρες, αλλά 352, όποτε και κανένας Έλληνας υπήκοος δεν έχει πιστοποιητικό γεννήσεως με ημερομηνία από 16 έως 28 Φεβρουάριου 1923 μ.Χ.χ.
Επειδή όμως η εκκλησία διατήρησε το Ιουλιανό ημερολόγιο και μετά την αλλαγή του πολιτικού ημερολόγιου, υπήρξε οξεία αντίδραση του λαού όταν ο εορτασμός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου δεν συνέπεσε με την Εθνική μας Εορτή της 25ης Μαρτίου. Έτσι με ομόφωνη και πάλι απόφαση της η εκκλησία της Ελλάδος «λαμβάνουσα υπ’ όψιν την εκ της διαφοράς του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το επικρατήσαν ήδη πολιτικόν ημερολόγιον προερχόμενην σύγχυσιν παρά τω λαώ και την εκ ταύτης θρησκρευτικήν βλάβην αυτού, ανταποκρινόμενη δε την πανταχόθεν εκδηλούμενην επιθυμίαν, αποφασίζει όπως αφομοιώση το εκκλησιαστικό ημερολόγιον προς το πολιτικόν…».
Από τις 23 Μαρτίου 1924 μ.Χ.χ. λοιπόν, το εκκλησιαστικό ημερολόγιο συνταυτίστηκε και πάει χέρι-χέρι με το πολιτικό, χωρίς όμως τη μετακίνηση του Πασχαλίου που υπολογίζεται, ακόμη και σήμερα, με βάση το λανθασμένο Ιουλιανό ημερολόγιο και τον ελλιπή 19ετη σεληνιακό κύκλο του Μέτωνος (5ος αιώνας π.Χ.χ.).
επιμελείται η Αρτάνη
visaltis.blogspot.com
Οπως γνωρίζουμε, ένα σωστό ετήσιο ημερολόγιο πρέπει να έχει βάση του, τον ακριβή χρόνο που χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μια πλήρη περιφορά της γύρω από τον Ήλιο. Αυτή η κίνηση της Γής αντικαθρεπτίζεται στη φαινόμενη κίνηση του Ήλιου ανάμεσα στους αστερισμούς. Οι Βαβυλώνιοι(;)κατέγραψαν την αργή αυτή κίνηση του Ήλιου από τη Δύση προς την Ανατολή, γιατί παρατηρούσαν προσεκτικά τον ορίζοντα την ώρα της Δύσης. Επειδή, όμως, ο Ήλιος επέστρεφε στην αφετηρία του έπειτα από περίπου 360 ημέρες, οι Βαβυλώνιοι (;) χώρισαν τον κύκλο σε 360 μοίρες, κάτι που παραμένει σε ισχύ ακόμη και σήμερα, και θέσπισαν συγχρόνως ένα μικτό σεληνιακό και ηλιακό ημερολόγιο.
Τον 1ο αιώνα π.Χ.χ. το Ρωμαϊκό ημερολόγιο είχε κι αυτό τις ατέλειες του. Γι΄αυτό το 44 π.Χ.χ. ο Ιούλιος Καίσαρ άλλαξε το μέχρι τότε ημερολόγιο της Ρώμης, που είχε θεσπίσει ο Πομπήιος Νουμάς (714-671 π.Χ.χ.), και με τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια εγκαθίδρυσε το ημερολόγιο που φέρει έκτοτε το όνομα του. Ο Σωσιγένης , βασισμένος στους υπολογισμούς του Πατέρα της Αστρονομίας Ιππάρχου (ο οποίος έναν
αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες), θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν ακόμη μια ημέρα, μετά την "έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου", που ονόμαζαν "bis sextus". Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δυο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα "δις έκτη" και το έτος που την περιέχει "δίσεκτο".
Η παρανόηση, λοιπόν του λαού, ότι τα δίσεκτα έτη είναι «γρουσούζικα» (κι αν έρθουν χρόνια δίσεχτα και μήνες οργισμένοι, όπως λέει η δημοτική μας παραλογή) ίσως να προέρχεται από την λανθασμένη αντίληψη της ετυμολογίας και ορθογραφίας της λέξεως δίσεκτο. Αντί, δηλαδή, του σωστού δις (που σημαίνει δυο φορές) να εννοείται λανθασμένα το αχώριστο προθεματικό μόριο δυσ, που έχει την έννοια της δυστυχίας, της δυσκολίας, της κακής καταστάσεως ή του απευκταίου αποτελέσματος.
Αλλά και το Ιουλιανό ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Γιατί παρ’ όλο τον καλύτερο προσδιορισμό του ηλιακού έτους από τον Σωσιγένη, υπήρχε ακόμη μια μικρή απόκλιση από την πραγματικότητα, αφού η διάρκεια του ηλιακού έτους είναι 365,242199 ημέρες. Έτσι το καθορισμένο από τον Σωσιγένη έτος είναι μικρότερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, δηλαδή κατά 11 λεπτά και περίπου 13 δευτερόλεπτα, χρόνος που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σχεδόν ασήμαντος. Κάθε τέσσερα χρόνια όμως το μικρό αυτό λάθος γίνεται περίπου 45 λεπτά, και κάθε 129 χρόνια φτάνει τη μια ολόκληρη ημέρα.
Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια από την εφαρμογή του Ιουλιανού ημερολογίου το λάθος είχε φτάσει τις τρεις ημέρες, με αποτέλεσμα το 325 μ.Χ χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου. Τη χρόνια εκείνη έγινε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδός στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε τον ονομαζόμενο έκτοτε Όρο της Νικαίας για τον προσδιορισμό του εορτασμού του Πάσχα!!! τών Χριστιανών.
Το λάθος όμως των περίπου 11 λεπτών του Ιουλιανού ημερολογίου συσσωρευόταν και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο ενωρίς. Έτσι ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ.Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου και το 1582 μ.Χ.χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που προκαλούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του χριστιανικού Πάσχα σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Α΄ Οικουμενική Συνοδός.
Το 1572 μ.Χ.χ. τη χρονιά που εξελέγη πάπας ο Γρήγορος ΙΓ΄, ο ιησουΐτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους, με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο, επεξεργάστηκε την παπική βούλα της ημερολογιακής μεταρρύθμισης που δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 1582 μ.Χ.χ. Με τη μεταρρύθμιση η 5η Οκτωβρίου 1582 μ.Χ.χ. ονομάστηκε 15 Οκτωβρίου 1582, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών, που είχε συσσωρευτεί στους 11 προηγούμενους αιώνες, και για να επιστρέψει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου.
Για να μην επαναληφθεί το λάθος του Ιουλιανού ημερολογίου, ο Λίλιο όρισε επίσης ότι δίσεκτα θα είναι τα έτη που ο αριθμός τους διαιρείται με το 4, εξαιρουμένων των επαιωνίων, δηλαδή τα έτη των αιώνων, από τα οποία όριζε ως δίσεκτα μόνον όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται με το 4. Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο ενώ αντίθετα το επαιώνιο έτος 2000 ήταν δίσεκτο. Η τροποποίηση αυτή, δηλαδή, καθορίζει ότι σε κάθε 400 χρόνια έχουμε 97 δίσεκτα έτη, αφού το λάθος του Ιουλιανού ημερολογίου είναι 3 ημέρες και 3 ώρες περίπου κάθε 400 χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο διορθώνουμε το λάθος των τριών ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος τριών ωρών κάθε 400 χρόνια, που θα συσσωρευτεί σε μια περίπου ημέρα το έτος 3081 μ.Χ χ !!!.
Το Νέο ή Γρηγοριανό ημερολόγιο δεν έγινε άμεσα αποδεκτό, και έτσι ο καθολικός κλήρος αναγκάστηκε να προσφύγει στην ανακοίνωση «θαυμάτων» για να το καθιερώσει. Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το αποδέχτηκαν τελικά μέσα σα επόμενα πέντε χρόνια. Τα προτεσταντικά κράτη όμως χρειάστηκαν ακόμη έναν αιώνα , ενώ η Αγγλία και η Αμερική ακόμη περισσότερο, αποδεχόμενες τελικά τη μεταρρύθμιση (με διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες του λαού) μόλις το 1752 μ.Χ.χ.. Το ίδιο άλλωστε συνέβη και στην Ανατολή, όπου η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ήταν άμεση και οξεία. Οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας διαμαρτυρήθηκαν έντονα στη Ρώμη και το Ιουλιανό ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα ορθόδοξα κράτη έως τον 20ό αιώνα.
Στα ορθόδοξα κράτη η αρχή της μεταρρυθμίσεις ξεκίνησε το 1895 μ.Χ.χ., όταν ο οικουμενικός πατριάρχης Άνθιμος Ζ΄ εξέφρασε «πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι’ άπαντας τους χριστιανικούς λαούς» . Έτσι το 1903 μ.Χ.χ.επειτα από ερώτημα του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ΄, η Ιερά Σύνοδος της εκκλησίας της Ελλάδος σε συνεργασία με τη θεολογική σχολή του πανεπιστήμιου Αθηνών αποφάσισε ότι «αι ορθόδοξοι Εκκλησίαι εν συνεννοήσει μετ’ αλλήλων και μετά της πολιτείας έκάστης αυτών δύνανται να επιχειρήσωσι την μεταρρυθμίσιν του νυν εν χρήσει παρ’ ημίν ημερολογίου συμφώνως προς τα προόδους και τα πορίσματα της αστρονομικής!!! επιστήμης».
Το 1919 μ.Χ.χ. η Ελληνική Πολιτεία ανακίνησε και πάλι το ημερολογιακό θέμα, οπότε ύστερα από γνωμάτευση μιας ειδικής επιτροπής η Ιερά Συνοδός αποφάσισε παμψηφεί ότι «η μεταβολή του Ιουλιανού ημερολογίου, μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους, δύναται να γίνει… η δε πολιτεία είναι ελευθέρα να δεχθεί το Γρηγοριανόν, ως ευρωπαικόν ημερολόγιον, της εκκλησίας κρατούσης μέχρι του επιστημονικού ημερολογίου, το Ιουλιανόν».
Έτσι η Ελληνική Πολιτεία με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1923 μ.Χ.χ. που δημοσιεύτηκε στις 23 Ιανουαρίου, αντικατέστησε το Ιουλιανό ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του τη 16η Φεβρουάριου 1923 μ.Χ.χ. την οποία ονόμασε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ολόκληρες ημέρες από το έτος 1923, γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325 μ.Χ.χ. έως το 1582 μ.Χ.χ. είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού ημερολογίου. Γι’ αυτό άλλωστε το έτος 1923 μ.Χ.χ. στην Ελλάδα δεν είχε 365 ημέρες, αλλά 352, όποτε και κανένας Έλληνας υπήκοος δεν έχει πιστοποιητικό γεννήσεως με ημερομηνία από 16 έως 28 Φεβρουάριου 1923 μ.Χ.χ.
Επειδή όμως η εκκλησία διατήρησε το Ιουλιανό ημερολόγιο και μετά την αλλαγή του πολιτικού ημερολόγιου, υπήρξε οξεία αντίδραση του λαού όταν ο εορτασμός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου δεν συνέπεσε με την Εθνική μας Εορτή της 25ης Μαρτίου. Έτσι με ομόφωνη και πάλι απόφαση της η εκκλησία της Ελλάδος «λαμβάνουσα υπ’ όψιν την εκ της διαφοράς του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το επικρατήσαν ήδη πολιτικόν ημερολόγιον προερχόμενην σύγχυσιν παρά τω λαώ και την εκ ταύτης θρησκρευτικήν βλάβην αυτού, ανταποκρινόμενη δε την πανταχόθεν εκδηλούμενην επιθυμίαν, αποφασίζει όπως αφομοιώση το εκκλησιαστικό ημερολόγιον προς το πολιτικόν…».
Από τις 23 Μαρτίου 1924 μ.Χ.χ. λοιπόν, το εκκλησιαστικό ημερολόγιο συνταυτίστηκε και πάει χέρι-χέρι με το πολιτικό, χωρίς όμως τη μετακίνηση του Πασχαλίου που υπολογίζεται, ακόμη και σήμερα, με βάση το λανθασμένο Ιουλιανό ημερολόγιο και τον ελλιπή 19ετη σεληνιακό κύκλο του Μέτωνος (5ος αιώνας π.Χ.χ.).
επιμελείται η Αρτάνη
visaltis.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.