Πριν προχωρήσουμε σ’ αυτήν την εξαιρετικά σημαντική συζήτηση, θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι υπάρχει μία διαφορά ανάμεσα στα δυσάρεστα γεγονότα και καταστάσεις και τη δυστυχία. Μπορεί κάποιος να περνάει πολύ ευχάριστες καταστάσεις, να έχει υγεία, φίλους, λεφτά, επιτυχία και πολλών ειδών απολαύσεις, και όμως να υποφέρει πολύ, γιατί είναι προσκολλημένος σε κάτι που δεν έχει.
Κάποιος άλλος μπορεί να είναι σοβαρά άρρωστος, ίσως και ετοιμοθάνατος, μπορεί να έχει χάσει ένα πολύ αγαπημένο του πρόσωπο κι όλα του τα υλικά αγαθά και όμως να μην υποφέρει καθόλου, γιατί έχει συνειδητοποιήσει την αληθινή πνευματική του φύση και την προσωρινή φύση κάθε πράγματος του υλικού κόσμου, ή γιατί έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στη Θεϊκή Δικαιοσύνη και Σοφία. Μπορεί να πιστεύει ότι η ζωή του δίνει ακριβώς αυτό που χρειάζεται κάθε στιγμή στη διαδικασία της ανάπτυξής του.
Η δυστυχία, λοιπόν, είναι μία εσωτερική κατάσταση, που εξαρτάται από τις πεποιθήσεις μας και το βαθμό που είμαστε προσκολλημένοι στα πράγματα γύρω μας και όχι τόσο σ’ αυτά που μας συμβαίνουν εξωτερικά. Για τον λόγο αυτόν, η ανάλυση της δυστυχίας είναι ένα σημαντικό βήμα προς την απελευθέρωση από την άγνοια, που μας προκαλεί αυτή τη δυστυχία. Ας αρχίσουμε λοιπόν αυτήν την ανάλυση.
Άγνοια και εσφαλμένη ταύτιση
Σε κανέναν δεν αρέσει να υποφέρει, ή τουλάχιστον κανένας δεν το αποδέχεται. Αφού δεν θέλουμε να είμαστε δυστυχείς, γιατί είμαστε τότε; Η ανάγκη για ταύτιση είναι αυτό που μας τραβάει σε καταστάσεις που μας φέρνουν δυστυχία. Ο αληθινός μας Εαυτός είναι αθάνατος, αιώνιος, πέρα από κάθε σωματικό ή νοητικό περιορισμό. Όμως, εξαιτίας της ψευδαισθητικής δύναμης της ύλης, δε βιώνουμε την αληθινή μας φύση. Αγνοούμε αυτό που πραγματικά είμαστε. Αυτή η άγνοια είναι η βασική αιτία της δυστυχίας μας.
Αυτή η άγνοια μας αφήνει κενούς, χωρίς την αίσθηση του εαυτού μας, χωρίς ταυτότητα. Κι αυτό είναι που μας υποκινεί να ταυτιστούμε με το σώμα, με το οποίο ο Εαυτός εκφράζεται στη γη. Ταυτιζόμαστε με το υλικό σώμα, τον νου και την προσωπικότητα. Αυτό είναι και το κυριότερο λάθος μας.
Αυτή η άγνοια και η «εσφαλμένη ταύτιση» που συνεπάγεται, είναι οι βασικές αιτίες κάθε ανθρώπινης δυστυχίας. Είναι η αιτία κάθε αρνητικής ανθρώπινης αλληλεπίδρασης, κάθε μίσους, κάθε φόβου, κάθε φθόνου και ζήλιας, κάθε αδικίας και κάθε πολέμου.
Αν μπορούσαμε να εξαλείψουμε αυτήν την άγνοια και την εσφαλμένη ταύτιση, όλα αυτά θα έπαυαν να υπάρχουν. Θα εξαφανιζόταν κάθε φόβος και αίσθηση απομόνωσης και ανταγωνισμού και θα συνειδητοποιούσαμε την έμφυτη ενότητά μας με όλα τα πλάσματα. Θα ζούσαμε σαν αγαπημένα αδέλφια.
Όταν ταυτιζόμαστε με το σώμα και την προσωπικότητά μας ή με κάποιο μέρος της προσωπικότητας, δημιουργούμε έναν κόσμο ολόκληρο από προσκολλήσεις και απέχθειες. Αρχίζουμε να επιθυμούμε ορισμένα αντικείμενα, σχέσεις και καταστάσεις, που θεωρούμε απαραίτητα για ν’ ανταποκριθούμε στον ρόλο με τον οποίο ταυτιζόμαστε. Αρχίζουμε να σπαταλάμε τόσο χρόνο, σκέψη, λόγια, ενέργεια και πράξεις, προσπαθώντας να επηρεάσουμε το εξωτερικό περιβάλλον μας, για να ικανοποιήσουμε αυτές τις προσκολλήσεις και επιθυμίες, που ξεχνάμε τελείως ότι όλα αυτά είναι ένα προσωρινό θεατρικό έργο. Ξεχνάμε ότι δεν είμαστε το σώμα ή η προσωπικότητα, που με τέτοια μανία προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε. Ξεχνάμε ότι είμαστε αιώνια πνεύματα, που εδώ και χιλιάδες χρόνια έχουν προβάλλει πολλά σώματα και προσωπικότητες. Χανόμαστε μέσα στο θεατρικό έργο της ζωής, χάνουμε κάθε αντικειμενική προοπτική, ξεχνάμε ότι όλες οι καταστάσεις, ευχάριστες ή δυσάρεστες, διαλύονται με τη βροχή του χρόνου. Κάθε σκηνή έχει ένα τέλος. Μ’ άλλα λόγια, υποφέρουμε.
Προσκολλήσεις και απέχθειες
Υποφέρουμε όταν δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις προσκολλήσεις ή τις επιθυμίες που «νομίζουμε» ότι πρέπει να ικανοποιήσουμε, για να είμαστε ευτυχείς. Υποφέρουμε όταν φοβόμαστε ότι θα χάσουμε αυτό που νομίζουμε ότι έχουμε. Στην πραγματικότητα δεν έχουμε τίποτα. Όλα όσα νομίζουμε δικά μας, συμπεριλαμβανομένου και του υλικού μας σώματος, τα έχουμε απλώς δανειστεί από τον πλανήτη Γη. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να τα επιστρέψουμε όλα πάλι στη Γη. Δεν θα πάρουμε τίποτα μαζί μας όταν φύγουμε. Πώς μπορεί να είναι δικά μας; Είναι όλα δανεικά.
Κοιτάξτε γύρω σας στο δωμάτιο. Όλα όσα βλέπετε, κάποτε δεν θα βρίσκονται εκεί. Όλες αυτές οι μορφές, έμψυχες και άψυχες, είναι μόνο σχετικά αληθινές. Κάποια μέρα θα διαλυθούν για να σχηματιστούν καινούργιες μορφές από την ίδια βασική ουσία. Αυτήν την ουσία, οι επιστήμονες την ονομάζουν «άτομα». Όσο περισσότερο ερευνούν τη φύση των υποατομικών σωματιδίων, τόσο περισσότερο γίνεται φανερό ότι η ύλη είναι απλώς μία άλλη μορφή ενέργειας και ότι η ύπαρξή της είναι σχετική.
Όλα αυτά που θεωρούμε δικά μας, όπως για παράδειγμα το αυτοκίνητο μας, η γυναίκα μας, ο άνδρας μας, η μητέρα, ο πατέρας, το σπίτι, τ’ όνομά μας, το επάγγελμα, τα συναισθήματα, οι ιδέες μας, όλα αυτά, είναι μέρος ενός προσωρινού, μεταβλητού κόσμου ενέργειας. Κάποια μέρα θα εξαφανιστούν όλα. Είναι η προσκόλλησή μας σ’ αυτά που μας κάνει να υποφέρουμε, αφού είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορούμε να τα κρατήσουμε για πάντα. Αυτή η προσκόλληση είναι το αποτέλεσμα της ταύτισής μας με το σώμα και την προσωπικότητα, που είναι τ’ αποτέλεσμα της άγνοιας της αληθινής μας φύσης.
Το αντίθετο της προσκόλλησης και της επιθυμίας, είναι η απέχθεια. Η λανθασμένη μας ταύτιση είναι επίσης η αιτία που απορρίπτουμε ορισμένες πλευρές της ζωής, γιατί τις βρίσκουμε άβολες, ανάρμοστες, δυσάρεστες ή τρομακτικές. Πολλές από τις απέχθειές μας είναι αποτέλεσμα του φόβου ότι θα ζημιωθεί το “εγώ” μας, ότι θα πάθει κάτι κακό το υλικό μας σώμα. Ανάλογα με τους προγραμματισμούς μας, προσπαθούμε ν’ αποφύγουμε ορισμένα είδη ανθρώπων, φυλές ή τάξεις ανθρώπων, πιθανώς έντομα και ειδικώς κατσαρίδες, μύγες, κουνούπια και βρόμικα μέρη.
Μπορεί ακόμη να αισθανόμαστε φόβο ή απέχθεια, για καταστάσεις που θα μας φέρουν αντιμέτωπους με την αλήθεια για τον εαυτό μας, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, κάθε μορφή αρρώστιας, ίσως τα ταξίδια με πλοίο ή αεροπλάνο ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Καθένας από μας έχει τις δικές του ιδιαίτερες προσκολλήσεις και απέχθειες. Όταν δεν μπορούμε να αποφύγουμε αυτό που απεχθανόμαστε, τότε υποφέρουμε. Όπως για παράδειγμα, υποφέρουμε όταν μας κάνουν να περιμένουμε, όταν αυτό είναι κάτι που απεχθανόμαστε.
Βλέπουμε λοιπόν την εξέλιξη της δυστυχίας. Η άγνοια της υπερβατικής πνευματικής μας ταυτότητας, μας κάνει να ταυτιζόμαστε με το σώμα και την προσωπικότητα. Αυτή η ταύτιση δημιουργεί μέσα μας διάφορες προσκολλήσεις και απέχθειες, που βασίζονται σ’ αυτά που νομίζουμε ότι θα δώσουν ασφάλεια, απόλαυση ή επιβεβαίωση στο σώμα, την προσωπικότητα ή στους διάφορους ρόλους που η προσωπικότητα παίζει. Όταν δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις προσκολλήσεις μας ή ν’ αποφύγουμε αυτά που απεχθανόμαστε, γινόμαστε δυστυχείς, υποφέρουμε.
Όλα αυτά αυξάνουν την ταύτιση με το υλικό σώμα, δημιουργώντας έτσι την πιο ισχυρή προσκόλληση την προσκόλληση στην ίδια τη ζωή που ζούμε με υλικό σώμα. Ακόμα και οι σοφότεροι το βρίσκουν δύσκολο να ξεπεράσουν αυτήν την προσκόλληση. Αυτό ασφαλώς συμβαίνει γιατί χρειαζόμαστε το υλικό σώμα μας, για να συνεχίσουμε να μαθαίνουμε τα μαθήματα που ήρθαμε στη γη να μάθουμε.
Λέγεται ότι η πρόοδος στην εξέλιξη μπορεί να γίνει μόνο εφόσον η ψυχή έχει υλική μορφή πάνω στη γη. Οι καταστάσεις ανάμεσα στις ζωές είναι για ν’ αναθεωρεί κανείς τις προηγούμενες ζωές και να προγραμματίζει τις καινούργιες, αλλά όχι για να διδάσκεται μαθήματα ή να δίνει εξετάσεις. Κάθε ζωή είναι σαν μία χρονιά στο κοσμικό σχολείο της ψυχής που εξελίσσεται, περνώντας από το ζωικό επίπεδο στο ανθρώπινο, για να φτάσει τη θεϊκή της φύση. Διδάσκεται μαθήματα και δίνει εξετάσεις. Ανάλογα με τα επιτεύγματα της μίας ζωής, προγραμματίζονται τα μαθήματα της επόμενης.
Γι’ αυτό είναι πολύ φυσικό ένα άτομο να έχει προσκόλληση στο υλικό του σώμα και να θέλει να το διατηρήσει ζωντανό. Πώς αλλιώς θα εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο ήρθε στη γη; Αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να παραμείνει στο σκοτάδι της άγνοιας της αληθινής αιώνιας φύσης του και να ταυτίζεται ολοκληρωτικά με το σώμα. Ούτε σημαίνει ότι δε θα πρέπει να παραιτηθεί απ’ αυτήν την προσκόλληση όταν έχει πια ολοκληρώσει τον σκοπό της ζωής του και είναι έτοιμο να εγκαταλείψει το σώμα. Θα πεθάνει πρόθυμα γνωρίζοντας ότι το σώμα του τον εξυπηρέτησε πιστά και είναι τώρα ώρα να το απαλλάξει από τα καθήκοντά του με κάθε καλή διάθεση.
Αντικειμενική αποταύτιση
Ας πάρουμε για παράδειγμα κάποιον που έχει ένα αυτοκίνητο. Ο σκοπός του είναι να φτάσει στον προορισμό του μ’ αυτό το αυτοκίνητο. Αν το αυτοκίνητο χαλάσει ή κάποιος προσπαθήσει να το κλέψει, θ’ αντιδράσει, γιατί χρειάζεται το αυτοκίνητο για να εκπληρώσει τον σκοπό του. Δεν πιστεύει όμως ότι είναι το αυτοκίνητο, ούτε υποφέρει από τη ζημιά που έπαθε το αυτοκίνητο. Θα φροντίσει το αυτοκίνητο και θα το επισκευάσει όταν πάθει κάποια βλάβη, για να μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του. Θα ήταν όμως ανόητο ν’ αρχίσει να κλαίει γιατί το αυτοκίνητο έπαθε βλάβη, σα να την είχε πάθει ο ίδιος. Όταν μάλιστα φτάσει στον προορισμό του και ολοκληρώσει τον σκοπό του, θα βγει από το αυτοκίνητο πρόθυμα, θα το αφήσει για να προχωρήσει στις επόμενες ασχολίες του. Έτσι όταν φτάσουμε στο τέλος της ζωής μας πάνω στη γη, ας εγκαταλείψουμε με προθυμία τα σώματά μας, που τόσο καλά μας έχουν υπηρετήσει.
Όταν μάθουμε να βλέπουμε το σώμα μας σαν αυτοκίνητο που μας μεταφέρει, δε θα ταυτιζόμαστε τόσο πολύ με τις προσκολλήσεις και τους πόνους του σώματος. Συγχρόνως, θα φροντίζουμε το σώμα με προσοχή, δίνοντάς του τη σωστή τροφή, την άσκηση και την ξεκούραση που χρειάζεται, για να μείνει σε καλή κατάσταση, ώστε να μπορέσουμε να εκπληρώσουμε με αποτελεσματικότητα και ασφάλεια τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήσαμε αυτό το σώμα.
Την ίδια στάση πρέπει να κρατήσουμε και απέναντι στο “εγώ”. Πρέπει να βλέπουμε το “εγώ” σαν ένα όργανο με το οποίο αντιλαμβανόμαστε και αλληλεπιδρούμε με το περιβάλλον μας. Είναι σαν ένα παράθυρο στο σημείο που ενώνεται ο εσωτερικός και ο εξωτερικός κόσμος. Αν ταυτιζόμαστε με το “εγώ” και τους διάφορους ρόλους της προσωπικότητας που παίζει, θα προσπαθούμε να προστατεύουμε το “εγώ” από πιθανούς «κινδύνους». Θα το υπερασπιζόμαστε τυφλά, χάνοντας κάθε αντικειμενική διάκριση που θα μας επιτρέπει να βλέπουμε πότε το “εγώ” έχει δίκιο και πότε άδικο. Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να δει το “εγώ” σαν ένα όργανο με το οποίο λειτουργεί, αλλά ταυτίζεται μ’ αυτό σαν να ήταν ολόκληρη η ύπαρξή του, θα βρίσκεται πάντοτε σε άμυνα. Δε θα θέλει ν’ ακούσει ή ν’ αντιμετωπίσει την αλήθεια για το “εγώ” του και τις συνήθειές του. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε θα μπορέσει ν’ αλλάξει.
Αλλά όπως είπαμε νωρίτερα, η ζωή βρίσκεται σε συνεχή αλλαγή. Αυτός που φοβάται ν’ αλλάξει, απλώς θα υποφέρει μέσα σ’ έναν κόσμο που αλλάζει. Θα προσπαθήσει χωρίς επιτυχία να δημιουργήσει ένα σταθερό, σίγουρο περιβάλλον. Αλλά επειδή είναι αδύνατο να το κάνει αυτό, θα υποφέρει. Έτσι λοιπόν εξηγούμε απλά τις αιτίες της ανθρώπινης δυστυχίας.
1. Ο άνθρωπος αγνοεί την αληθινή του φύση σαν ένα αθάνατο πνεύμα, που γνωρίζει τα πάντα και ζει μέσα στην ευδαιμονία.
2. Εξαιτίας αυτής της άγνοιας, αναγκάζεται να ταυτιστεί με το σώμα και την προσωπικότητά του, με τα οποία εκφράζεται πάνω στη γη.
3. Αυτή η ταύτιση δημιουργεί ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα προσκολλήσεων και απεχθειών.
4. Επειδή είναι στη φύση του υλικού κόσμου να αλλάζει κι επειδή ο άνθρωπος δεν έχει καμία πραγματική εξουσία πάνω στα εξωτερικά γεγονότα, δεν μπορεί πάντα να εξασφαλίζει αυτό στο οποίο είναι προσκολλημένος, ούτε ν’ αποφεύγει αυτό που απεχθάνεται.
5. Έτσι υποφέρει και βιώνει μία τεράστια γκάμα από αρνητικά συναισθήματα, όπως απογοήτευση, φθόνο, ζήλια, φόβο, θυμό, δυσαρέσκεια, πικρία, μίσος όλα αυτά γιατί δεν μπορεί να έχει αυτό που θέλει.
6. Η ανάγκη να έχει ένα σώμα μέχρι να εκπληρωθεί η αποστολή του στη γη, είναι η αιτία μιας φυσικής προσκόλλησης σ’ αυτό το σώμα, που φυσικά δημιουργεί δυστυχία όταν αυτό πάθει ζημιά, ή κινδυνεύσει.
Ο ιστός της προσκόλλησης
Κάποτε ένας άνθρωπος ζήτησε από έναν σοφό την εσωτερική γαλήνη. «Εγώ θέλω γαλήνη», είπε. Ο σοφός χαμογέλασε κι άρχισε να γράφει αυτές τις τρεις λέξεις στο χώμα μ’ ένα ξυλαράκι που βρέθηκε εκείνη τη στιγμή μπροστά του. Κοίταξε μετά τον άνθρωπο και του είπε: «Κοίταξε πόσο απλό είναι», και με το ξύλο έκανε δύο κινήσεις, «σβήνεις το “Εγώ” και το “θέλω” και μένεις με τη γαλήνη». Ο άλλος άνθρωπος έμεινε να κοιτάζει αυτήν την απλή αλλά δυνατή εικόνα πάνω στο χώμα. Είχαν σβηστεί το «Εγώ» και το «θέλω» και είχε μείνει μόνο η γαλήνη.
Πώς μπορούμε να βρούμε αυτήν τη γαλήνη που τόσο επιθυμούμε όλοι; Μπορούμε να μειώσουμε τον εγωκεντρισμό μας και μπορούμε να μειώσουμε τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τις προσκολλήσεις μας. Δεν είναι απαραίτητο να παραιτηθούμε από τα ίδια τα αντικείμενα των επιθυμιών μας, αλλά είναι απαραίτητο να παραιτηθούμε από την προσκόλλησή μας σ’ αυτά. Αυτό που μας δημιουργεί τη δυστυχία δεν είναι το γεγονός ότι έχουμε πράγματα, αλλά ότι εξαρτώμεθα απ’ αυτά, ότι νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτά. Ο ίδιος σοφός το εξήγησε αυτό στον φίλο μας με το παράδειγμα ενός πουλιού.
Ένα πουλί κάθεται πάνω σ’ ένα κλαδί. Ξεκουράζεται εκεί και χαίρεται που υπάρχει το κλαδί να το στηρίξει. Είναι πολύ ευτυχισμένο εκεί. Ίσως να είναι το καλύτερο κλαδί που έχει καθίσει ποτέ, ίσως είναι το αγαπημένο του κλαδί που κάθεται κάθε μέρα. Κάποια μέρα, πιάνει ένας πολύ δυνατός αέρας, τόσο δυνατός που το κλαδί κοντεύει να σπάσει. Μήπως το πουλί φοβάται; Μήπως λέει: «Τι θα κάνω, Θεέ μου, αν σπάσει το κλαδί; Πάει, τελείωσε η ζωή μου»; Ασφαλώς όχι. Το πουλί δεν έχει κανένα πρόβλημα. Γιατί; Γιατί γνωρίζει δύο πράγματα. Πρώτα απ’ όλα ξέρει ότι μπορεί να πετάξει με τις δικές του δυνάμεις, ότι η ασφάλεια του δεν εξαρτάται από το κλαδί και δεύτερο ότι υπάρχουν πολλά κλαδιά στον κόσμο.
Αυτό είναι το είδος της σχέσης που χρειάζεται να έχουμε με τους ανθρώπους, τα αντικείμενα και τις καταστάσεις στη ζωή μας. Μπορούμε να τα χαιρόμαστε, να τα φροντίζουμε, να τα υπηρετούμε και να τα χρησιμοποιούμε για την πνευματική μας ανάπτυξη, αλλά να μη φοβόμαστε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτά. Εσείς πάνω σε τι κλαδί ξεκουράζεστε; Στο σύντροφο μιας σχέσης, στα χρήματα, σε υλικά αγαθά, στην επαγγελματική σας θέση; Αυτά δεν είναι εμπόδιο στην πνευματική σας εξέλιξη. Όμως ο φόβος να τα χάσετε ή η πεποίθηση ότι δεν μπορείτε να ζήσετε ή να αισθανθείτε ασφαλείς και ευτυχείς χωρίς αυτά, είναι ταυτόχρονα εμπόδιο στην εξέλιξή σας, αλλά και στην ευτυχία σας σε καθημερινή βάση.
…του Ρόμπερτ Ηλία Νατζέμυ
enallaktikidrasi
Κάποιος άλλος μπορεί να είναι σοβαρά άρρωστος, ίσως και ετοιμοθάνατος, μπορεί να έχει χάσει ένα πολύ αγαπημένο του πρόσωπο κι όλα του τα υλικά αγαθά και όμως να μην υποφέρει καθόλου, γιατί έχει συνειδητοποιήσει την αληθινή πνευματική του φύση και την προσωρινή φύση κάθε πράγματος του υλικού κόσμου, ή γιατί έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στη Θεϊκή Δικαιοσύνη και Σοφία. Μπορεί να πιστεύει ότι η ζωή του δίνει ακριβώς αυτό που χρειάζεται κάθε στιγμή στη διαδικασία της ανάπτυξής του.
Η δυστυχία, λοιπόν, είναι μία εσωτερική κατάσταση, που εξαρτάται από τις πεποιθήσεις μας και το βαθμό που είμαστε προσκολλημένοι στα πράγματα γύρω μας και όχι τόσο σ’ αυτά που μας συμβαίνουν εξωτερικά. Για τον λόγο αυτόν, η ανάλυση της δυστυχίας είναι ένα σημαντικό βήμα προς την απελευθέρωση από την άγνοια, που μας προκαλεί αυτή τη δυστυχία. Ας αρχίσουμε λοιπόν αυτήν την ανάλυση.
Άγνοια και εσφαλμένη ταύτιση
Σε κανέναν δεν αρέσει να υποφέρει, ή τουλάχιστον κανένας δεν το αποδέχεται. Αφού δεν θέλουμε να είμαστε δυστυχείς, γιατί είμαστε τότε; Η ανάγκη για ταύτιση είναι αυτό που μας τραβάει σε καταστάσεις που μας φέρνουν δυστυχία. Ο αληθινός μας Εαυτός είναι αθάνατος, αιώνιος, πέρα από κάθε σωματικό ή νοητικό περιορισμό. Όμως, εξαιτίας της ψευδαισθητικής δύναμης της ύλης, δε βιώνουμε την αληθινή μας φύση. Αγνοούμε αυτό που πραγματικά είμαστε. Αυτή η άγνοια είναι η βασική αιτία της δυστυχίας μας.
Αυτή η άγνοια μας αφήνει κενούς, χωρίς την αίσθηση του εαυτού μας, χωρίς ταυτότητα. Κι αυτό είναι που μας υποκινεί να ταυτιστούμε με το σώμα, με το οποίο ο Εαυτός εκφράζεται στη γη. Ταυτιζόμαστε με το υλικό σώμα, τον νου και την προσωπικότητα. Αυτό είναι και το κυριότερο λάθος μας.
Αυτή η άγνοια και η «εσφαλμένη ταύτιση» που συνεπάγεται, είναι οι βασικές αιτίες κάθε ανθρώπινης δυστυχίας. Είναι η αιτία κάθε αρνητικής ανθρώπινης αλληλεπίδρασης, κάθε μίσους, κάθε φόβου, κάθε φθόνου και ζήλιας, κάθε αδικίας και κάθε πολέμου.
Αν μπορούσαμε να εξαλείψουμε αυτήν την άγνοια και την εσφαλμένη ταύτιση, όλα αυτά θα έπαυαν να υπάρχουν. Θα εξαφανιζόταν κάθε φόβος και αίσθηση απομόνωσης και ανταγωνισμού και θα συνειδητοποιούσαμε την έμφυτη ενότητά μας με όλα τα πλάσματα. Θα ζούσαμε σαν αγαπημένα αδέλφια.
Όταν ταυτιζόμαστε με το σώμα και την προσωπικότητά μας ή με κάποιο μέρος της προσωπικότητας, δημιουργούμε έναν κόσμο ολόκληρο από προσκολλήσεις και απέχθειες. Αρχίζουμε να επιθυμούμε ορισμένα αντικείμενα, σχέσεις και καταστάσεις, που θεωρούμε απαραίτητα για ν’ ανταποκριθούμε στον ρόλο με τον οποίο ταυτιζόμαστε. Αρχίζουμε να σπαταλάμε τόσο χρόνο, σκέψη, λόγια, ενέργεια και πράξεις, προσπαθώντας να επηρεάσουμε το εξωτερικό περιβάλλον μας, για να ικανοποιήσουμε αυτές τις προσκολλήσεις και επιθυμίες, που ξεχνάμε τελείως ότι όλα αυτά είναι ένα προσωρινό θεατρικό έργο. Ξεχνάμε ότι δεν είμαστε το σώμα ή η προσωπικότητα, που με τέτοια μανία προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε. Ξεχνάμε ότι είμαστε αιώνια πνεύματα, που εδώ και χιλιάδες χρόνια έχουν προβάλλει πολλά σώματα και προσωπικότητες. Χανόμαστε μέσα στο θεατρικό έργο της ζωής, χάνουμε κάθε αντικειμενική προοπτική, ξεχνάμε ότι όλες οι καταστάσεις, ευχάριστες ή δυσάρεστες, διαλύονται με τη βροχή του χρόνου. Κάθε σκηνή έχει ένα τέλος. Μ’ άλλα λόγια, υποφέρουμε.
Προσκολλήσεις και απέχθειες
Υποφέρουμε όταν δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις προσκολλήσεις ή τις επιθυμίες που «νομίζουμε» ότι πρέπει να ικανοποιήσουμε, για να είμαστε ευτυχείς. Υποφέρουμε όταν φοβόμαστε ότι θα χάσουμε αυτό που νομίζουμε ότι έχουμε. Στην πραγματικότητα δεν έχουμε τίποτα. Όλα όσα νομίζουμε δικά μας, συμπεριλαμβανομένου και του υλικού μας σώματος, τα έχουμε απλώς δανειστεί από τον πλανήτη Γη. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να τα επιστρέψουμε όλα πάλι στη Γη. Δεν θα πάρουμε τίποτα μαζί μας όταν φύγουμε. Πώς μπορεί να είναι δικά μας; Είναι όλα δανεικά.
Κοιτάξτε γύρω σας στο δωμάτιο. Όλα όσα βλέπετε, κάποτε δεν θα βρίσκονται εκεί. Όλες αυτές οι μορφές, έμψυχες και άψυχες, είναι μόνο σχετικά αληθινές. Κάποια μέρα θα διαλυθούν για να σχηματιστούν καινούργιες μορφές από την ίδια βασική ουσία. Αυτήν την ουσία, οι επιστήμονες την ονομάζουν «άτομα». Όσο περισσότερο ερευνούν τη φύση των υποατομικών σωματιδίων, τόσο περισσότερο γίνεται φανερό ότι η ύλη είναι απλώς μία άλλη μορφή ενέργειας και ότι η ύπαρξή της είναι σχετική.
Όλα αυτά που θεωρούμε δικά μας, όπως για παράδειγμα το αυτοκίνητο μας, η γυναίκα μας, ο άνδρας μας, η μητέρα, ο πατέρας, το σπίτι, τ’ όνομά μας, το επάγγελμα, τα συναισθήματα, οι ιδέες μας, όλα αυτά, είναι μέρος ενός προσωρινού, μεταβλητού κόσμου ενέργειας. Κάποια μέρα θα εξαφανιστούν όλα. Είναι η προσκόλλησή μας σ’ αυτά που μας κάνει να υποφέρουμε, αφού είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορούμε να τα κρατήσουμε για πάντα. Αυτή η προσκόλληση είναι το αποτέλεσμα της ταύτισής μας με το σώμα και την προσωπικότητα, που είναι τ’ αποτέλεσμα της άγνοιας της αληθινής μας φύσης.
Το αντίθετο της προσκόλλησης και της επιθυμίας, είναι η απέχθεια. Η λανθασμένη μας ταύτιση είναι επίσης η αιτία που απορρίπτουμε ορισμένες πλευρές της ζωής, γιατί τις βρίσκουμε άβολες, ανάρμοστες, δυσάρεστες ή τρομακτικές. Πολλές από τις απέχθειές μας είναι αποτέλεσμα του φόβου ότι θα ζημιωθεί το “εγώ” μας, ότι θα πάθει κάτι κακό το υλικό μας σώμα. Ανάλογα με τους προγραμματισμούς μας, προσπαθούμε ν’ αποφύγουμε ορισμένα είδη ανθρώπων, φυλές ή τάξεις ανθρώπων, πιθανώς έντομα και ειδικώς κατσαρίδες, μύγες, κουνούπια και βρόμικα μέρη.
Μπορεί ακόμη να αισθανόμαστε φόβο ή απέχθεια, για καταστάσεις που θα μας φέρουν αντιμέτωπους με την αλήθεια για τον εαυτό μας, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, κάθε μορφή αρρώστιας, ίσως τα ταξίδια με πλοίο ή αεροπλάνο ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Καθένας από μας έχει τις δικές του ιδιαίτερες προσκολλήσεις και απέχθειες. Όταν δεν μπορούμε να αποφύγουμε αυτό που απεχθανόμαστε, τότε υποφέρουμε. Όπως για παράδειγμα, υποφέρουμε όταν μας κάνουν να περιμένουμε, όταν αυτό είναι κάτι που απεχθανόμαστε.
Βλέπουμε λοιπόν την εξέλιξη της δυστυχίας. Η άγνοια της υπερβατικής πνευματικής μας ταυτότητας, μας κάνει να ταυτιζόμαστε με το σώμα και την προσωπικότητα. Αυτή η ταύτιση δημιουργεί μέσα μας διάφορες προσκολλήσεις και απέχθειες, που βασίζονται σ’ αυτά που νομίζουμε ότι θα δώσουν ασφάλεια, απόλαυση ή επιβεβαίωση στο σώμα, την προσωπικότητα ή στους διάφορους ρόλους που η προσωπικότητα παίζει. Όταν δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις προσκολλήσεις μας ή ν’ αποφύγουμε αυτά που απεχθανόμαστε, γινόμαστε δυστυχείς, υποφέρουμε.
Όλα αυτά αυξάνουν την ταύτιση με το υλικό σώμα, δημιουργώντας έτσι την πιο ισχυρή προσκόλληση την προσκόλληση στην ίδια τη ζωή που ζούμε με υλικό σώμα. Ακόμα και οι σοφότεροι το βρίσκουν δύσκολο να ξεπεράσουν αυτήν την προσκόλληση. Αυτό ασφαλώς συμβαίνει γιατί χρειαζόμαστε το υλικό σώμα μας, για να συνεχίσουμε να μαθαίνουμε τα μαθήματα που ήρθαμε στη γη να μάθουμε.
Λέγεται ότι η πρόοδος στην εξέλιξη μπορεί να γίνει μόνο εφόσον η ψυχή έχει υλική μορφή πάνω στη γη. Οι καταστάσεις ανάμεσα στις ζωές είναι για ν’ αναθεωρεί κανείς τις προηγούμενες ζωές και να προγραμματίζει τις καινούργιες, αλλά όχι για να διδάσκεται μαθήματα ή να δίνει εξετάσεις. Κάθε ζωή είναι σαν μία χρονιά στο κοσμικό σχολείο της ψυχής που εξελίσσεται, περνώντας από το ζωικό επίπεδο στο ανθρώπινο, για να φτάσει τη θεϊκή της φύση. Διδάσκεται μαθήματα και δίνει εξετάσεις. Ανάλογα με τα επιτεύγματα της μίας ζωής, προγραμματίζονται τα μαθήματα της επόμενης.
Γι’ αυτό είναι πολύ φυσικό ένα άτομο να έχει προσκόλληση στο υλικό του σώμα και να θέλει να το διατηρήσει ζωντανό. Πώς αλλιώς θα εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίο ήρθε στη γη; Αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να παραμείνει στο σκοτάδι της άγνοιας της αληθινής αιώνιας φύσης του και να ταυτίζεται ολοκληρωτικά με το σώμα. Ούτε σημαίνει ότι δε θα πρέπει να παραιτηθεί απ’ αυτήν την προσκόλληση όταν έχει πια ολοκληρώσει τον σκοπό της ζωής του και είναι έτοιμο να εγκαταλείψει το σώμα. Θα πεθάνει πρόθυμα γνωρίζοντας ότι το σώμα του τον εξυπηρέτησε πιστά και είναι τώρα ώρα να το απαλλάξει από τα καθήκοντά του με κάθε καλή διάθεση.
Αντικειμενική αποταύτιση
Ας πάρουμε για παράδειγμα κάποιον που έχει ένα αυτοκίνητο. Ο σκοπός του είναι να φτάσει στον προορισμό του μ’ αυτό το αυτοκίνητο. Αν το αυτοκίνητο χαλάσει ή κάποιος προσπαθήσει να το κλέψει, θ’ αντιδράσει, γιατί χρειάζεται το αυτοκίνητο για να εκπληρώσει τον σκοπό του. Δεν πιστεύει όμως ότι είναι το αυτοκίνητο, ούτε υποφέρει από τη ζημιά που έπαθε το αυτοκίνητο. Θα φροντίσει το αυτοκίνητο και θα το επισκευάσει όταν πάθει κάποια βλάβη, για να μπορέσει να συνεχίσει το ταξίδι του. Θα ήταν όμως ανόητο ν’ αρχίσει να κλαίει γιατί το αυτοκίνητο έπαθε βλάβη, σα να την είχε πάθει ο ίδιος. Όταν μάλιστα φτάσει στον προορισμό του και ολοκληρώσει τον σκοπό του, θα βγει από το αυτοκίνητο πρόθυμα, θα το αφήσει για να προχωρήσει στις επόμενες ασχολίες του. Έτσι όταν φτάσουμε στο τέλος της ζωής μας πάνω στη γη, ας εγκαταλείψουμε με προθυμία τα σώματά μας, που τόσο καλά μας έχουν υπηρετήσει.
Όταν μάθουμε να βλέπουμε το σώμα μας σαν αυτοκίνητο που μας μεταφέρει, δε θα ταυτιζόμαστε τόσο πολύ με τις προσκολλήσεις και τους πόνους του σώματος. Συγχρόνως, θα φροντίζουμε το σώμα με προσοχή, δίνοντάς του τη σωστή τροφή, την άσκηση και την ξεκούραση που χρειάζεται, για να μείνει σε καλή κατάσταση, ώστε να μπορέσουμε να εκπληρώσουμε με αποτελεσματικότητα και ασφάλεια τον σκοπό για τον οποίο δημιουργήσαμε αυτό το σώμα.
Την ίδια στάση πρέπει να κρατήσουμε και απέναντι στο “εγώ”. Πρέπει να βλέπουμε το “εγώ” σαν ένα όργανο με το οποίο αντιλαμβανόμαστε και αλληλεπιδρούμε με το περιβάλλον μας. Είναι σαν ένα παράθυρο στο σημείο που ενώνεται ο εσωτερικός και ο εξωτερικός κόσμος. Αν ταυτιζόμαστε με το “εγώ” και τους διάφορους ρόλους της προσωπικότητας που παίζει, θα προσπαθούμε να προστατεύουμε το “εγώ” από πιθανούς «κινδύνους». Θα το υπερασπιζόμαστε τυφλά, χάνοντας κάθε αντικειμενική διάκριση που θα μας επιτρέπει να βλέπουμε πότε το “εγώ” έχει δίκιο και πότε άδικο. Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να δει το “εγώ” σαν ένα όργανο με το οποίο λειτουργεί, αλλά ταυτίζεται μ’ αυτό σαν να ήταν ολόκληρη η ύπαρξή του, θα βρίσκεται πάντοτε σε άμυνα. Δε θα θέλει ν’ ακούσει ή ν’ αντιμετωπίσει την αλήθεια για το “εγώ” του και τις συνήθειές του. Ένας τέτοιος άνθρωπος δε θα μπορέσει ν’ αλλάξει.
Αλλά όπως είπαμε νωρίτερα, η ζωή βρίσκεται σε συνεχή αλλαγή. Αυτός που φοβάται ν’ αλλάξει, απλώς θα υποφέρει μέσα σ’ έναν κόσμο που αλλάζει. Θα προσπαθήσει χωρίς επιτυχία να δημιουργήσει ένα σταθερό, σίγουρο περιβάλλον. Αλλά επειδή είναι αδύνατο να το κάνει αυτό, θα υποφέρει. Έτσι λοιπόν εξηγούμε απλά τις αιτίες της ανθρώπινης δυστυχίας.
1. Ο άνθρωπος αγνοεί την αληθινή του φύση σαν ένα αθάνατο πνεύμα, που γνωρίζει τα πάντα και ζει μέσα στην ευδαιμονία.
2. Εξαιτίας αυτής της άγνοιας, αναγκάζεται να ταυτιστεί με το σώμα και την προσωπικότητά του, με τα οποία εκφράζεται πάνω στη γη.
3. Αυτή η ταύτιση δημιουργεί ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα προσκολλήσεων και απεχθειών.
4. Επειδή είναι στη φύση του υλικού κόσμου να αλλάζει κι επειδή ο άνθρωπος δεν έχει καμία πραγματική εξουσία πάνω στα εξωτερικά γεγονότα, δεν μπορεί πάντα να εξασφαλίζει αυτό στο οποίο είναι προσκολλημένος, ούτε ν’ αποφεύγει αυτό που απεχθάνεται.
5. Έτσι υποφέρει και βιώνει μία τεράστια γκάμα από αρνητικά συναισθήματα, όπως απογοήτευση, φθόνο, ζήλια, φόβο, θυμό, δυσαρέσκεια, πικρία, μίσος όλα αυτά γιατί δεν μπορεί να έχει αυτό που θέλει.
6. Η ανάγκη να έχει ένα σώμα μέχρι να εκπληρωθεί η αποστολή του στη γη, είναι η αιτία μιας φυσικής προσκόλλησης σ’ αυτό το σώμα, που φυσικά δημιουργεί δυστυχία όταν αυτό πάθει ζημιά, ή κινδυνεύσει.
Ο ιστός της προσκόλλησης
Κάποτε ένας άνθρωπος ζήτησε από έναν σοφό την εσωτερική γαλήνη. «Εγώ θέλω γαλήνη», είπε. Ο σοφός χαμογέλασε κι άρχισε να γράφει αυτές τις τρεις λέξεις στο χώμα μ’ ένα ξυλαράκι που βρέθηκε εκείνη τη στιγμή μπροστά του. Κοίταξε μετά τον άνθρωπο και του είπε: «Κοίταξε πόσο απλό είναι», και με το ξύλο έκανε δύο κινήσεις, «σβήνεις το “Εγώ” και το “θέλω” και μένεις με τη γαλήνη». Ο άλλος άνθρωπος έμεινε να κοιτάζει αυτήν την απλή αλλά δυνατή εικόνα πάνω στο χώμα. Είχαν σβηστεί το «Εγώ» και το «θέλω» και είχε μείνει μόνο η γαλήνη.
Πώς μπορούμε να βρούμε αυτήν τη γαλήνη που τόσο επιθυμούμε όλοι; Μπορούμε να μειώσουμε τον εγωκεντρισμό μας και μπορούμε να μειώσουμε τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τις προσκολλήσεις μας. Δεν είναι απαραίτητο να παραιτηθούμε από τα ίδια τα αντικείμενα των επιθυμιών μας, αλλά είναι απαραίτητο να παραιτηθούμε από την προσκόλλησή μας σ’ αυτά. Αυτό που μας δημιουργεί τη δυστυχία δεν είναι το γεγονός ότι έχουμε πράγματα, αλλά ότι εξαρτώμεθα απ’ αυτά, ότι νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτά. Ο ίδιος σοφός το εξήγησε αυτό στον φίλο μας με το παράδειγμα ενός πουλιού.
Ένα πουλί κάθεται πάνω σ’ ένα κλαδί. Ξεκουράζεται εκεί και χαίρεται που υπάρχει το κλαδί να το στηρίξει. Είναι πολύ ευτυχισμένο εκεί. Ίσως να είναι το καλύτερο κλαδί που έχει καθίσει ποτέ, ίσως είναι το αγαπημένο του κλαδί που κάθεται κάθε μέρα. Κάποια μέρα, πιάνει ένας πολύ δυνατός αέρας, τόσο δυνατός που το κλαδί κοντεύει να σπάσει. Μήπως το πουλί φοβάται; Μήπως λέει: «Τι θα κάνω, Θεέ μου, αν σπάσει το κλαδί; Πάει, τελείωσε η ζωή μου»; Ασφαλώς όχι. Το πουλί δεν έχει κανένα πρόβλημα. Γιατί; Γιατί γνωρίζει δύο πράγματα. Πρώτα απ’ όλα ξέρει ότι μπορεί να πετάξει με τις δικές του δυνάμεις, ότι η ασφάλεια του δεν εξαρτάται από το κλαδί και δεύτερο ότι υπάρχουν πολλά κλαδιά στον κόσμο.
Αυτό είναι το είδος της σχέσης που χρειάζεται να έχουμε με τους ανθρώπους, τα αντικείμενα και τις καταστάσεις στη ζωή μας. Μπορούμε να τα χαιρόμαστε, να τα φροντίζουμε, να τα υπηρετούμε και να τα χρησιμοποιούμε για την πνευματική μας ανάπτυξη, αλλά να μη φοβόμαστε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτά. Εσείς πάνω σε τι κλαδί ξεκουράζεστε; Στο σύντροφο μιας σχέσης, στα χρήματα, σε υλικά αγαθά, στην επαγγελματική σας θέση; Αυτά δεν είναι εμπόδιο στην πνευματική σας εξέλιξη. Όμως ο φόβος να τα χάσετε ή η πεποίθηση ότι δεν μπορείτε να ζήσετε ή να αισθανθείτε ασφαλείς και ευτυχείς χωρίς αυτά, είναι ταυτόχρονα εμπόδιο στην εξέλιξή σας, αλλά και στην ευτυχία σας σε καθημερινή βάση.
…του Ρόμπερτ Ηλία Νατζέμυ
enallaktikidrasi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.