Μαύρη επέτειος η σημερινή μέρα. Πληγή και καημός για τους κύπριους πολίτες. Οι "σειρήνες" ξύπνησαν μνήμες.
Τριάντα οχτώ χρόνια παράνομης κατοχής. Τριάντα οχτώ χρόνια μαχαιριάς.Μπορεί η νεότερη γενιά , να μην μπορεί να αντιληφθεί τον πόνο και την «προδοσία» που ένιωσαν οι Κύπριοι πολίτες το 1974, όμως η ιστορία και η «πολιτική» κατάσταση του νησιού, δεν αφήνουν κανένα να ξεχάσει.
Τριάντα οχτώ χρόνια πριν, Δευτέρα , 15 Ιουλίου 1974, στις 8.15 το πρωί, ξεκίνησαν να βγαίνουν τα πρώτα άρματα μάχης από το στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς. Η Κύπρος «μήλο της έριδος» , ένιωσε για ακόμα μια φορά την «πληγή της προδοσίας». Υπήρχε σχέδιο.
Το σχέδιο ήταν να ανατραπεί ο πρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και την Προεδρία να αναλάβει με τη δύναμη των όπλων ο Νίκος Σαμψών, τον οποίο θα χαρακτήριζε κάποιος ως εθνικιστή Κύπριο πολιτικό, παλαιό μαχητής της ΕΟΚΑ και της ΕΟΚΑ Β'
Έτσι , οργανώθηκε πραξικόπημα από την Ελληνική χούντα (επικεφαλής της οποίας ήταν πλέον μετά την ανατροπή του Γεώργιου Παπαδόπουλου, ο Δημήτριος Ιωαννίδης) και τους Ελληνοκύπριους συνεργάτες της, με στόχο την ανατροπή του Μακαρίου και την προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα.
Ο Μακάριος διασώθηκε καταφεύγοντας σε μονή του βουνού Τρόοδος και από εκεί το απόγευμα της ίδιας ημέρας έφθασε στην Πάφο απ΄ όπου και έκανε την ανακοίνωση: «Είμαι εγώ ο Μακάριος. Είμαι ζωντανός. Αναγνωρίζετε την φωνήν μου. Δεν εφονεύθην. Είμαι ζωντανός και θα αγωνισθώ μέχρις εσχάτων!», διαψεύδοντας έτσι κατά τον αποκαλυπτικότερο τρόπο τον ραδιοσταθμό Κύπρου που τον παρουσίαζε ως νεκρό.
Φυγαδευμένος μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη μέσω Μάλτας και Λονδίνου, όπου έλαβε μέρος στη σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (19 Ιουλίου) στην οποία και κατήγγειλε την Ελληνική χούντα για "εισβολή στην Κύπρο" .
Η Τουρκία βρήκε, λοιπόν, την αφορμή να επιβάλει τα διχοτομικά της σχέδια εναντίον της Κύπρου, μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 κατά της εκλεγμένης κυβέρνησης του Προέδρου Μακαρίου, που διενήργησε η στρατιωτική χούντα της Αθήνας.
Χρησιμοποιώντας την εγκληματική αυτή πράξη ως πρόσχημα, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο πέντε ημέρες αργότερα. Στις 20 Ιουλίου, ισχυριζόμενη ότι ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεως, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν μια πλήρης κλίμακας εισβολή εναντίον της Κύπρου. Αν και η εισβολή παραβίαζε κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, περιλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, η Τουρκία προχώρησε να καταλάβει το βόρειο τμήμα της Κύπρου και να εκδιώξει τους Έλληνες κατοίκους της.
Σε μια εισβολή δύο φάσεων, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, και παρά τις εκκλήσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ [Ψήφισμα 353 (1974)] και τη γρήγορη αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στο νησί, η Τουρκία κατέλαβε το 36,2 τοις εκατό της εδαφικής επικράτειας της Δημοκρατίας (η ίδια περίπου έκταση απεικονιζόταν σε χάρτες μιας διχοτομημένης Κύπρου που κυκλοφόρησαν από την τουρκική πλευρά τη δεκαετία του ’50) και εκτόπισε βίαια περίπου 180.000 Ελληνοκυπρίους από τις εστίες τους.
Άλλοι 20.000 Ελληνοκύπριοι, οι οποίοι παρέμειναν στις κατεχόμενες περιοχές, εξαναγκάστηκαν κι αυτοί τελικά να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να αναζητήσουν καταφύγιο στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές όπου επικρατούσαν συνθήκες ασφάλειας.
Μέχρι το 2008 λιγότεροι από 500 εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι παρέμεναν στις κατεχόμενες περιοχές.
Μπορεί η πιο πάνω εκδοχή για κάποιους να μην είναι αποδεχτή. Ακόμα και σήμερα, η ιστορία συνεχώς ανατρέπεται. Δυστυχώς στις καρδίες μας επικρατεί ένας «μωρός κομματικός εγωισμός». Οι εκδοχές για το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή είναι πολλές. Οι νέοι θα έλεγε κανείς πως έχουν «μπερδευτεί» από τους διάφορους δήθεν «ιστορικούς» και «επιστήμονες». Ωστόσο ένα είναι το σίγουρο. Ότι ζούμε σε μια χώρα «μισή» και παράνομα κατεχόμενη από τους Τούρκους, ότι είναι άγνωστο τι έχει συμβεί σε περίπου 1500 πρόσωπα, τα οποία αγνοούνται μέχρι σήμερα, ότι έχουν σκοτωθεί χιλιάδες ήρωες για το καλό της πατρίδας , τόσο Ελλαδίτες όσο και Κύπριοι και πάνω από 180.000 ελληνοκύπριοι πρόσφυγες εκδιώχθηκαν ή υποχρεώθηκαν να φύγουν από τις κατεχόμενες από τον Τουρκικό στρατό περιοχές.
Τριάντα οχτώ χρόνια μετά, καμιά λύση δεν βρέθηκε για το «Κυπριακό πρόβλημα» .Πολλές προτάσεις και σχέδια τέθηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μα όλες ναυάγησαν.
Ξεκινώντας από το Πλαίσιο προτάσεων για Ομοσπονδιακή λύση του Κυπριακού, 30 Ιανουαρίου 1989. Ο τότε Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας κ. Γιώργος Βασιλείου επέδωσε στον κ. Ντενκτάς έγγραφο τιτλοφορούµενο «∆ιάγραµµα προτάσεων για την εγκαθίδρυση Οµόσπονδης ∆ηµοκρατίας και για τη λύση του Κυπριακού προβλήµατος». Στο περιεκτικό αυτό έγγραφο η Κυπριακή Κυβέρνηση περιέλαβε διάγραµµα προτάσεων πάνω σε όλες τις πτυχές του Κυπριακού προβλήµατος µε σκοπό την υποβοήθηση της προσπάθειας για επίτευξη µιας κατόπιν διαπραγµατεύσεων διευθέτησης
Στην συνέχεια , στο τραπέζι συζητήθηκε η «∆έσµη Ιδεών για ένα Πλαίσιο Συνολικής Συµφωνίας για το Κυπριακό (Ιδέες Γκάλι) (1992).
Ο ηγέτης της Ελληνοκυπριακής κοινότητας και ο ηγέτης της Τουρκοκυπριακής κοινότητας διαπραγµατεύθηκαν πάνω σε ίση βάση, υπό την αιγίδα της αποστολής των καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραµµατέα, το πιο κάτω συνολικό πλαίσιο συµφωνίας για το Κυπριακό, που αποτελεί σηµαντικό βήµα για µια δίκαιη και βιώσιµη διευθέτηση του Κυπριακού προβλήµατος. Το συνολικό πλαίσιο συµφωνίας θα υποβληθεί στις δύο κοινότητες σε ξεχωριστά δηµοψηφίσµατα εντός τριάντα ηµερών από τη συµπλήρωσή του από τους δύο ηγέτες σε µια διεθνή διάσκεψη ψηλού επιπέδου.
Ακολούθησε μετά από ένα χρόνο, στις 17 Δεκεμβρίου 1993 η επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Γλαύκου Κληρίδη προς το Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών για την αποστρατικοποίηση της Κύπρου.
Τριάντα οχτώ χρόνια πριν, Δευτέρα , 15 Ιουλίου 1974, στις 8.15 το πρωί, ξεκίνησαν να βγαίνουν τα πρώτα άρματα μάχης από το στρατόπεδο της Κοκκινοτριμιθιάς. Η Κύπρος «μήλο της έριδος» , ένιωσε για ακόμα μια φορά την «πληγή της προδοσίας». Υπήρχε σχέδιο.
Το σχέδιο ήταν να ανατραπεί ο πρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και την Προεδρία να αναλάβει με τη δύναμη των όπλων ο Νίκος Σαμψών, τον οποίο θα χαρακτήριζε κάποιος ως εθνικιστή Κύπριο πολιτικό, παλαιό μαχητής της ΕΟΚΑ και της ΕΟΚΑ Β'
Έτσι , οργανώθηκε πραξικόπημα από την Ελληνική χούντα (επικεφαλής της οποίας ήταν πλέον μετά την ανατροπή του Γεώργιου Παπαδόπουλου, ο Δημήτριος Ιωαννίδης) και τους Ελληνοκύπριους συνεργάτες της, με στόχο την ανατροπή του Μακαρίου και την προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα.
Ο Μακάριος διασώθηκε καταφεύγοντας σε μονή του βουνού Τρόοδος και από εκεί το απόγευμα της ίδιας ημέρας έφθασε στην Πάφο απ΄ όπου και έκανε την ανακοίνωση: «Είμαι εγώ ο Μακάριος. Είμαι ζωντανός. Αναγνωρίζετε την φωνήν μου. Δεν εφονεύθην. Είμαι ζωντανός και θα αγωνισθώ μέχρις εσχάτων!», διαψεύδοντας έτσι κατά τον αποκαλυπτικότερο τρόπο τον ραδιοσταθμό Κύπρου που τον παρουσίαζε ως νεκρό.
Φυγαδευμένος μεταφέρθηκε στη Νέα Υόρκη μέσω Μάλτας και Λονδίνου, όπου έλαβε μέρος στη σύσκεψη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (19 Ιουλίου) στην οποία και κατήγγειλε την Ελληνική χούντα για "εισβολή στην Κύπρο" .
Η Τουρκία βρήκε, λοιπόν, την αφορμή να επιβάλει τα διχοτομικά της σχέδια εναντίον της Κύπρου, μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 κατά της εκλεγμένης κυβέρνησης του Προέδρου Μακαρίου, που διενήργησε η στρατιωτική χούντα της Αθήνας.
Χρησιμοποιώντας την εγκληματική αυτή πράξη ως πρόσχημα, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο πέντε ημέρες αργότερα. Στις 20 Ιουλίου, ισχυριζόμενη ότι ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 4 της Συνθήκης Εγγυήσεως, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποίησαν μια πλήρης κλίμακας εισβολή εναντίον της Κύπρου. Αν και η εισβολή παραβίαζε κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, περιλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, η Τουρκία προχώρησε να καταλάβει το βόρειο τμήμα της Κύπρου και να εκδιώξει τους Έλληνες κατοίκους της.
Σε μια εισβολή δύο φάσεων, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, και παρά τις εκκλήσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ [Ψήφισμα 353 (1974)] και τη γρήγορη αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στο νησί, η Τουρκία κατέλαβε το 36,2 τοις εκατό της εδαφικής επικράτειας της Δημοκρατίας (η ίδια περίπου έκταση απεικονιζόταν σε χάρτες μιας διχοτομημένης Κύπρου που κυκλοφόρησαν από την τουρκική πλευρά τη δεκαετία του ’50) και εκτόπισε βίαια περίπου 180.000 Ελληνοκυπρίους από τις εστίες τους.
Άλλοι 20.000 Ελληνοκύπριοι, οι οποίοι παρέμειναν στις κατεχόμενες περιοχές, εξαναγκάστηκαν κι αυτοί τελικά να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να αναζητήσουν καταφύγιο στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές όπου επικρατούσαν συνθήκες ασφάλειας.
Μέχρι το 2008 λιγότεροι από 500 εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι παρέμεναν στις κατεχόμενες περιοχές.
Μπορεί η πιο πάνω εκδοχή για κάποιους να μην είναι αποδεχτή. Ακόμα και σήμερα, η ιστορία συνεχώς ανατρέπεται. Δυστυχώς στις καρδίες μας επικρατεί ένας «μωρός κομματικός εγωισμός». Οι εκδοχές για το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή είναι πολλές. Οι νέοι θα έλεγε κανείς πως έχουν «μπερδευτεί» από τους διάφορους δήθεν «ιστορικούς» και «επιστήμονες». Ωστόσο ένα είναι το σίγουρο. Ότι ζούμε σε μια χώρα «μισή» και παράνομα κατεχόμενη από τους Τούρκους, ότι είναι άγνωστο τι έχει συμβεί σε περίπου 1500 πρόσωπα, τα οποία αγνοούνται μέχρι σήμερα, ότι έχουν σκοτωθεί χιλιάδες ήρωες για το καλό της πατρίδας , τόσο Ελλαδίτες όσο και Κύπριοι και πάνω από 180.000 ελληνοκύπριοι πρόσφυγες εκδιώχθηκαν ή υποχρεώθηκαν να φύγουν από τις κατεχόμενες από τον Τουρκικό στρατό περιοχές.
Τριάντα οχτώ χρόνια μετά, καμιά λύση δεν βρέθηκε για το «Κυπριακό πρόβλημα» .Πολλές προτάσεις και σχέδια τέθηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μα όλες ναυάγησαν.
Ξεκινώντας από το Πλαίσιο προτάσεων για Ομοσπονδιακή λύση του Κυπριακού, 30 Ιανουαρίου 1989. Ο τότε Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας κ. Γιώργος Βασιλείου επέδωσε στον κ. Ντενκτάς έγγραφο τιτλοφορούµενο «∆ιάγραµµα προτάσεων για την εγκαθίδρυση Οµόσπονδης ∆ηµοκρατίας και για τη λύση του Κυπριακού προβλήµατος». Στο περιεκτικό αυτό έγγραφο η Κυπριακή Κυβέρνηση περιέλαβε διάγραµµα προτάσεων πάνω σε όλες τις πτυχές του Κυπριακού προβλήµατος µε σκοπό την υποβοήθηση της προσπάθειας για επίτευξη µιας κατόπιν διαπραγµατεύσεων διευθέτησης
Στην συνέχεια , στο τραπέζι συζητήθηκε η «∆έσµη Ιδεών για ένα Πλαίσιο Συνολικής Συµφωνίας για το Κυπριακό (Ιδέες Γκάλι) (1992).
Ο ηγέτης της Ελληνοκυπριακής κοινότητας και ο ηγέτης της Τουρκοκυπριακής κοινότητας διαπραγµατεύθηκαν πάνω σε ίση βάση, υπό την αιγίδα της αποστολής των καλών υπηρεσιών του Γενικού Γραµµατέα, το πιο κάτω συνολικό πλαίσιο συµφωνίας για το Κυπριακό, που αποτελεί σηµαντικό βήµα για µια δίκαιη και βιώσιµη διευθέτηση του Κυπριακού προβλήµατος. Το συνολικό πλαίσιο συµφωνίας θα υποβληθεί στις δύο κοινότητες σε ξεχωριστά δηµοψηφίσµατα εντός τριάντα ηµερών από τη συµπλήρωσή του από τους δύο ηγέτες σε µια διεθνή διάσκεψη ψηλού επιπέδου.
Ακολούθησε μετά από ένα χρόνο, στις 17 Δεκεμβρίου 1993 η επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Γλαύκου Κληρίδη προς το Γ.Γ. των Ηνωμένων Εθνών για την αποστρατικοποίηση της Κύπρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.