Οσον αφορά τον Αλέξανδρο, σύμφωνα με την συμβατική ιστορία που η διεθνής επιστημονική κοινότητα δέχεται σήμερα, δεν πλησίασε ποτέ το Κ2.
Είναι βέβαια εύκολο να σκεφτούμε ότι οι σύγχρονοι «ιστορικοί» 2.500 περιπου χρόνια μετά, αμφισβητούν και τον ίδιο τον Αρριανό, που όπως ο ίδιος δήλωσε, άφησε έξω από το σύγγραμά του όλα εκείνα τα στοιχεία που του φαινότανε εξωπραγματικά.
Ας μην έχουμε λοιπόν την απίτηση από τον Αρριανό και τον όποιο Αρριανό να να τολμήσει να γίνει αντιεπιστημονικός και να μας μιλήσει για την εκστρατεία του Αλέξανδρου στην Τάκλα Μακάν και την εξερευνητική επειχήρηση στο Κ2.
Εγω όμως δεν έχω τέτοιους ενδοιασμούς. Δεν με ενδιαφέρει αν θα με πούν γραφικό η με αντιεπιστημονικό τρόπο ερευνώντα. Δεν με ενδιαφέρει η γνώμη τους. Οσοι διαφωνούν μαζί μου οι εκπρόσωποι του κατεστημένου, καταλαβαίνω ότι τόσο πιο σωστά είναι αυτά που λέω.
Το κείμενο που ακολουθεί, είναι πηγή Λιακόπουλου Δημοσθένη. Οι καταγραφές πληροφοριών τις οποίες δεν θα βρείτε πουθενά αλλού γραμμένες παρά μόνο στον τόμο 18 του Γιατί και πώς ζούν αναμεσά μας Κ2, η Αθέατη γνώση, τις προσφέρει στους αναγνώστες της, μέσα από ενα μικρό απόσπασμα του τόμου Κ2 - ΤΟ ΒΟΥΝΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ.
Κατά την διάρκεια της εκστρατείας του Αλεξάνδρου και αφού έφυγε από την τάκλα μακάν όπου διέλυσε τους στρατούς των ανόμων, έφτασε στο Κ2, το βουνό χωρίς όνομα, με σκοπό να βρει και να μελετήσει τα αρχεία της γνώσης.
Μετά από πολύ μεγάλη πορεία έφτασε κοντά στο βουνό και έμενε να ανακαλύψει το που βρίσκοταν η είσοδος για το εσωτερικό του βουνού.
Εκεί στο σημείο που υπέδειξε ο Ακλείδης έσκαψαν στο χιόνι , συνάντησαν πάγο , έσκαψαν στον πάγο και εκ θαύματος βρέθηκαν μπροστά σε μια σιδερένια καταπακτή διαστάσεως 1,5Χ1,5 μέτρων.
Χρειάστηκε να ανοίξουν μια στοά περίπου 15 μέτρων μέχρι να φτάσουν στο σφραγισμένο άνοιγμα.
Η καταπακτή , δεν φαινότανε να έχει ούτε κλειδαριά , ούτε πλευρά που να δείχνει από που ανοίγει.
Περισσότερο έμοιαζε με μια σφραγισμένη καταπακτή.
Όπως και να έχει ο Ακλείδης έδειξε να γνωρίζει την ύπαρξή της και έβγαλε από τον σάκο του μια μικρή σάλπιγγα και φύσηξε στο στόμιό της παίζοντας κάποιες νότες με συγκεκριμένη σειρά.
Η παλιά καταπακτή έτριξε και αποσφράγισε και μετά χάθηκε από τα έκπληκτα μάτια της ομάδας μέσα στο τρεμάμενο φως των δαυλών που είχαν ήδη ανάψει.
Πρώτος πέρασε μέσα ο Ευρημέδοντας ακολούθησε ο Ακλείδης και μετά ο Αλέξανδρος και οι υπόλοιποι.
Βρέθηκαν σε έναν κατασκότεινο διάδρομο ευρύχωρο όπου μπορούσε να προχωρά κανείς άνετα.
Ο διάδρομος ήταν εμφανώς ανηφορικός.
Όταν μπήκαν όλοι , η καταπακτή ξαναεμφανίστηκε και σφράγισε αυτόματα με ένα υπόκωφο κρότο.
Έβγαλαν τις γούνες και τα υποδήματα με τα καρφιά που φορούσαν για τους πάγους.
Ο αέρας ήταν δροσερός και ελαφρά ευωδιαστικός.
Κάτω από το φως των δαυλών άρχισαν να ανηφορίζουν ακολουθώντας τους Ακλείδη και Ευρημέδοντα.
Μετά από είκοσι περίπου λεπτά έφθασαν σε μια πύλη μυκηναικού τύπου που οδηγούσε σε μια πλατιά ελικοειδή σκάλα που οδηγούσε στα έγκατα του Κ2.
Κατέβηκαν τουλάχιστον κατά 300 μέτρα και συνάντησαν το πρώτο δάπεδο.
Όπως τα σκαλοπάτια που κατέβαιναν έτσι και το δάπεδο ήταν απολυτώς στεγνά και καθαρά.
Φώτισαν ένα γύρω με τους δαυλούς και είδαν μια χάλκινη πύλη , μεγάλων διαστάσεων , με το κεφαλαίο λάμβδα χαραγμένο πάνω της μέσα σε έναν κύκλο.
Ο Ακλείδης ξαναέβγαλε την μικρή σάλπιγγα και εξέπεμψε μια διαφορετική ακολουθία ήχων.
Η χάλκινη πύλη άνοιξει με ένα ελαφρύ τριγμό αποκαλύπτοντας έναν αμυδρά φωτισμένο διάδρομο.
Η ομάδα χωρίς δισταγμό μπήκε στο διάδρομο με τον Αλέξανδρο να πηγαίνει μπροστά.
Όταν μπήκαν όλοι η πόρτα έκλεισε πίσω τους αθόρυβα.
Ο διάδρομος ήταν υποκίτρινος στους τοίχους και οι πλάκες του δαπέδου του όπως και της οροφής του ήταν σκούρες καφέ.
Προχώρησαν κάπου εκατό μέτρα και ο διάδρομος τελείωνε με μια χάλκινη κλασική σφραγισμένη είσοδο.
Πάνω της ήταν χαραγμένη μια επιγραφή σε γώσσα άγνωστη και στους Έλληνες και στους Κινέζους οδηγούς.
Ο Ακλείδης τους είπε ότι είναι η γλώσσα των παλιών Ελλήνων , η γλώσσα των Ελ.
Ξαναέβγαλε την μικρή σάλπιγγα και έδωσε την κατάλληλη ακολουθία των ήχων.
Η είσοδος άνοιξε και πίσω της είδαν ένα μικρό δωμάτιο φωτισμένο ελαφρά πιο έντονα από τον διάδρομο.
Κοιτάχτηκαν όλοι μεταξύ τους κι ο Αλέξανδρος κοίταξε τον Ακλείδη.
Ανελκυστήρας του είπε και μπήκε πρώτος.
Μπήκαν και οι άλλοι.
Η πόρτα έκλεισε πίσω τους και ο Ακλείδης έφερε για μια ακόμη φορά τη μικρή σάλπιγγα στα χείλη του.
Με την κατάλληλη ακολουθία των ήχων ο ανεκλυστήρας άρχισε να κατεβαίνει αργά στην αρχή και αμέσως μετά πιο γρήγορα και πιο γρήγορα σε σημείο που οριακά αισθανότανε όλοι να αιωρούνται.
Μετά από μερικά λεπτά άρχισαν και πάλι να αισθάνονται το βάρος τους μέχρι που ο ανελκυστήρας σταμάτησε.
Η πόρτα άνοιξε και βρέθηκαν μπροστά σε μια τεράστια άπλετα φωτισμένη αίθουσα ολόλευκη και απολύτως άδεια.
Ήταν σχήματος ελλειπτικού και στη μέγιστη δυνατή απόσταση μεταξύ τους βρισκόταν δύο πύλες σχήματος μυκηναικού.
Ο Ακλείδης άπλωσε τα χέρια και τους εμπόδισε να βγουν.
Άνοιξε το σάκο του και έβγαλε από μέσα ένα μήλο το οποίο άνηκε προφανώς στις προμήθειές του.
Μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων , το πέταξε στο κατάλευκο δάπεδο της αίθουσας.
Όταν το μήλο ήρθε σε επαφή με το δάπεδο η λευκή αίθουσα χάθηκε από τα μάτια τους και όλος ο λευκός χώρος αντικαταστάθηκε από μια τεράστια σπηλιά που το δάπεδό της ήταν τόσο βαθιά , που δεν φανινόταν καν μέσα στο ημιφώς που επικρατούσε πλέον εκεί.
Ανάμεσα στον Αλέξανδρο και την ομάδα του και τις δύο πύλες που παρέμειναν στην θέση τους υπήρχε χάος και δεν ήταν δυνατόν να μπορέσει κανείς να τις προσεγγίσει.
Τα βλέμματα όλων στράφηκαν στους Ακλείδη και Ευρημέδοντα αφού ως τώρα όλα φάνταζαν απλά.
Ο Ακλείδης χαμογέλασε και ξαναέβγαλε τη μικρή σάλπιγγα.
Την έφερε στα χείλη του και εξέπεμψε ένα μόνο ήχο , μια ορισμένη συχνότητα.
Τότε εμφανίστηκε μέσα στο μισοφωτισμένο χάος ένας στενός πέτρινος διάδρομος που ξεκινούσε από την έξοδο του ανελκυστήρα , προχωρούσε μερικά μέτρα και μετά διχαζότανε σε δύο διαδρόμους που ο καθένας οδηγούσε στην κάθε μια από τις πύλες.
Μόλις ο Ακλείδης σταμάτησε την εκπομπή του ήχου , ο διάδρομος χάθηκε.
Μόλις ξανασφύριξε ο διάδρομος ξαναεμφανίστηκε.
Προσέξτε τους είπε , όσο διαρκεί ο ήχος ο διάδρομος υλοποείται και θα βρίσκεται κάτω από τα πόδια μας.
Αν σταματήσει ο ήχος ο διάδρομος θα εξαφανιστεί και θα πέσουμε στο χάος.
Το θέμα ήταν , ότι η κάθε πύλη απείχε περίπου 50 μέτρα.
Πόσο γρήγορα μπορούσαν να κινηθούν για να αντέχει ο Ακλείδης να διατηρεί τον ήχο ;
Η ζωή τους ήταν σε άμεση εξάρτηση με τη δύναμη των πνευμόνων του Ακλέιδη.
<<Που οδηγεί η κάθε πύλη >> , ρώτησε ο Αλέξανδρος.
<<Η δεξία οδηγεί στον αρχαίο κατεστραμμένο υπερπολλαπλασιαστή ισχύος , ένα αρχαίο εργοστάσιο. Η αριστερή οδηγεί στην αίθουσα των Ελ και κατόπιν στην αίθουσα των αρχείων της γνώσης>>.
<<Ήρθαμε για την αριστέρη πύλη>> είπε ο Αλέξανδρος και συνέχισε << Πως θα ανοίξει η πύλη ; >>
<<Καλή ερώτηση , πρώτα θα ανοίξουμε την πύλη και μετά θα εμφανίσουμε τον διάδρομο >> είπε ο Ακλείδης.
Εξέπεμψε λοιπόν μια ακολουθία ήχων και η αριστερή πύλη πράγματι άνοιξε.
Ύστερα είπε στην ομάδα να κινηθεί γρήγορα και προσεκτικά στο διάδρομο που διέσχιζε το χάος αφού είχε μετά βίας ένα μέτρο πλάτος και δεν είχε κανένα προστατευτικό κιγκλίδωμα.
Άρχισε την εκπομπή του ήχου και πρώτος ο Αλέξανδρος άρχισε να τρέχει πάνω στο διάδρομο που εμφανίστηκε. Τελευταίος πήγαινε ο Ακλείδης φροντίζοντας να διατηρεί σε ύψος και ένταση τον απαραίτητο ήχο για την διατήρηση του διαδρόμου.
Όταν πέρασε λοιπόν ο Ακλείδης την πύλη , σταμάτησε την εκπομπή και ο διάδρομος χάθηκε.
Ήταν σαφές ότι ακόμη και αν κάποιος μπορούσε να πορθήσει όλες τις πύλες που πέρασαν , κατά πάσα πιθανότητα θα δοκίμαζε να μπει στην λευκή αίθουσα και θα γκρεμιζότανε στο χάος , αφού η λευκή αίθουσα στην πραγματικότητα δεν υπήρχε.
Η αριστερή πύλη έβγαζε σε ένα μικρό σχετικά δωμάτιο χωρίς καμιά έξοδο.
Η μια έκπληξη διαδέχτηκε την άλλη.
Ο Ακλειδης όμως εξέπεμψε τον κατάλληλο ήχο και ο τοίχος απέναντι από την είσοδο άρχισε να υποχωρεί αφήνοντας πίσω του ένα διάδρομο φαρδύ και ψηλό όσο και ο τοίχος.
Μόλις ο Ακλείδης σταμάτησε ο τοίχος επανήλθε αστραπιαία στην θέση του.
Ο διάδρομος είχε μήκος 50 μέτρα , όπως είπε ο Ακλείδης και επομένως έπρεπε ο ήχος να εκπέμπεται διαρκώς αλλιώς ο τοίχος θα επανερχότανε και θα τους έλιωνε.
Άρχισε λοιπόν πάλι ο Ακλείδης να εκπέμπει την κατάλληλη συχνότητα και ο τοίχος υποχώρησε βγάζοντας την ομάδα σε ένα χώρο τεράστιο αμυδρά φωτισμένο.
Η ομάδα βγήκε από τον διάδρομο-παγίδα και προσπαθούσε να δει τα άκρα και την οροφή του χώρου στον οποίο βρισκότανε αλλά αυτό κτέστη αδύνατον.
Στην κορυφή τεσσάρων πανύψηλων στηλών που απείχαν μεταξύ τους κάπου είκοσι μέτρα σχηματίζοντας τετράγωνο έκαιγαν φωτιές που έστελναν το φως τους ένα γύρω αλλά δεν κατόρθωναν να φωτίσουν τα όρια του χώρου.
Ο Ακλείδης τους είπε να ανάψουν τους δαυλούς τους και να τον ακολουθήσουν.
Προχώρησαν ίσια στο βάθος της τεράστιας αίθουσας στα έγκατα του Κ2 και άφησαν τους τέσσερις στήλους πίσω τους.
Μετά από αρκετή πορεία το φως από τους τέσσερις στήλους φάνταζε απόμακρο και συνέχισαν να προχωρούν απομακρυνόμενοι από αυτούς.
Προχώρησαν για μισή ακόμα ώρα και οι φωτιές στην κορυφή των στηλών μετά βίας γίνοτανε αντιληπτές.
Κάποια στιγμή οι δαυλοί φώτισαν ακριβώς απέναντί τους το όριο του τεράστιου σπηλαίου μέσα στο οποίο βάδιζαν.
Μετά από λίγο είδαν και μια ακόμη μυκηναική πύλη με το σύμβολο του κεφαλαίου Λάμβδα.
Στα είκοσι με΄τρα και ενώ ο διάδρομος συνέχιζε συνάντησαν ένα διάδρομο ανηφορικό που μετά από δέκα περίπου μέτρα , έδειχνε να καταλήγει σε μια αμυδρά φωτιζόμενη με ένα ελαφρά γαλαζωπό φώς αίθουσα.
Ο Αλέξανδρος αν και ήθελε να βρεθεί στην αίθουσα των αρχείων της αρχαίας γνώσης αυθόρμητα πήρε τον ανηφορικό διάδρομο και πρώτος μπήκε στην αίθουσα που βρισκότανε σε στάση που πέντε Ελ.
Αυθόρμητα ρίγησε και αισθάνθηκε ένα δέος όταν βρέθηκε μπροστά στα πέντε γυάλινα <<φέρετρα>> στα οποία εκρατούντο ο Δίας , Ο Άρης , ο Ποσειδώνας , ο Ερμής και ο Ήφαιστος .
Τους αναγνώρισε όλους.
Τα γαλάζια τους σώματα , τέλεια διατηρημένα , με ύψος περίπου τρία μέτρα κλεισμένα στις γυάλινες θήκες περίμεναν να έρθει ο καιρός της αφύπνισης.
Σε λίγο όλη η ομάδα βρισκότανε στην αίθουσα της στάσης των θεών που ήταν κυκλική και θολωτή.
<<Αυτούς που νίκησαν αυτοί , τους νικήσαμε κι εμείς , μην τους κοιτάτε άλλο >> είπε ο Αλέξανδρος και ξεκίνησε για την αίθουσα των αρχείων της γνώσης.
Μετά από τριάντα περίπου μέτρα πορείας στον αρχικό διάδρομο , βρέθηκαν σε μια τεράστια αίθουσα μισοφωτισμένη μήκους περίπου τετρακοσίων μέτρων και πλάτους εκατό.
Υπήρχε ένας κεντρικός διάδρομος κατά μήκος της αίθουσας και δεξιά κι αριστερά κλιμακωτά υπήρχνα διάδρομοι γεμάτοι επιγραφές.
Υπήρχαν δέκα κλιμακωτά επίπεδα δεξιά και άλλα τόσα αριστερά.
Που βρίσκονται τα αρχεία ; Ρώτησε ο Αλέξανδρος , ενώ ταυτόχρονα ο Ακλείδης εξέπεμψε μια ακολουθία ήχων και ο φωτισμός έγινε άπλετος.
Τι ακριβώς ψάχνουμε , ρώτησε ο Ευρημέδοντας.
Ψάχνουμε , είπε ο Αλέξανδρος προτεινόμενες μεθόδους αποφυγής της παρέμβασης του Τοπικού Ρυθμιστή.
Θέλεις να παρανομήσεις δηλαδή , είπε ο Ακλείδης χαμογελώντας.
Συγκεκριμένα , συνέχισε ο Αλέξανδρος , θέλω να μάθω πως θα οδηγήσω το στράτευμα από τα Τάξιλα στον Βραχμαπούτρα , χωρίς να με εμποδίσουν οι θεοί ούτε ο Τοπικός Ρυθμιστής του Ελ Σεντάι.
Εμείς σφραγίσαμε τις πύλες , αποκρίθηκε ο Ακλείδης.
Σου είπα ότι θα σε βάλουμε στο ακατανόμαστο βουνό.
Βασιλιά μου , ψάξε μόνος σου.
Τα αρχεία είναι γραμμένα στην γλώσσα που ο όποιος ερευνητής γνωρίζει.
Περιέχεται στην αίθουσα αυτή όλη η γνώση και η εμπειρία των Ελ και των Νεφελίμ.
Υπάρχει ευρετήριο ; Ρώτησε ο Αλέξανδρος.
Ναι του αποκρίθηκαν.
Και που είναι ;
Εδώ που στέκεσαι.
Ρώτα και θα πάρεις απάντηση αφού εδώ είναι η αίθουσα όπου όποιος ζητάει παίρνει και όποιος ψάχνει βρίσκει.
Εμείς θα περιμένουμε απ έξω.
Όταν τελειώσεις βασιλιά μου , έλα κι εσύ.
Βγήκαν λοιπόν όλοι έξω στο διάδρομο και ο Αλέξανδρος έμεινε μόνος του στην αίθουσα των αρχείων της γνώσης.
Τι να πρωτορωτήσει και τι να πρωτομάθει.
Συγκρατήθηκε λοιπόν και ζήτησε πρώτα ένα χάρτη της πορείας που επιθυμούσε να ακολουθήσει από τα Τάξιλα στην Γιουννάν.
Κάπου δεξιά , μια από τις δεκάδες χιλιάδες επιγραφές φάνηκε να φωτίζεται έντονα και να αστράφτει .
Σε χρόνο μηδέν προβλήθηκε στο χώρο μπροστά του ο χάρτης που ήθελε και μελέτησε προσεκτικά τα ποτάμια και τις πεδιάδες που έπρεπε να διανύσει.
Ο χάρτης αυτός έμοιαζε καταπληκτικά με τους χάρτες του 20ου αιώνα από τον οποίο είχε ξεκινήσει.
Συμπέρασμα, τα αρχεία της γνώσης ανανεωνότανε και δεν ήταν στάσιμα , είχε έτσι την γνώση της εποχής του και όχι τη γνώση που ίσχυε πρίν από 20.000 χρόνια.
Ζήτησε λοιπόν και έμαθε για τις δυνάμεις και τον πλούτο , τις τεχνικές πολέμους , τα στρατηγήματα και την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στα βασίλεια που βρισκότανε στα 2.500 χιλιόμετρα που χώριζαν τα Τάξιλα από την Γιουννάν.
Αφού έμαθε ότι ήθελε , ζήτησε να του αποκαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο ή θα έπαιρνε την αποδοχή του Τοπικού Ρυθμιστή για να αλλάξει τη ιστορία ή τον τρόπο με τον οποίο θα τον ξεγελούσε.
Η απάντηση που πήρε ήταν απλή , ξεκάθαρη και λιτή.
Ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει. Ωστόσο πεπρωμένου φυγείν αδύνατον.
atheatignosi
Είναι βέβαια εύκολο να σκεφτούμε ότι οι σύγχρονοι «ιστορικοί» 2.500 περιπου χρόνια μετά, αμφισβητούν και τον ίδιο τον Αρριανό, που όπως ο ίδιος δήλωσε, άφησε έξω από το σύγγραμά του όλα εκείνα τα στοιχεία που του φαινότανε εξωπραγματικά.
Ας μην έχουμε λοιπόν την απίτηση από τον Αρριανό και τον όποιο Αρριανό να να τολμήσει να γίνει αντιεπιστημονικός και να μας μιλήσει για την εκστρατεία του Αλέξανδρου στην Τάκλα Μακάν και την εξερευνητική επειχήρηση στο Κ2.
Εγω όμως δεν έχω τέτοιους ενδοιασμούς. Δεν με ενδιαφέρει αν θα με πούν γραφικό η με αντιεπιστημονικό τρόπο ερευνώντα. Δεν με ενδιαφέρει η γνώμη τους. Οσοι διαφωνούν μαζί μου οι εκπρόσωποι του κατεστημένου, καταλαβαίνω ότι τόσο πιο σωστά είναι αυτά που λέω.
Το κείμενο που ακολουθεί, είναι πηγή Λιακόπουλου Δημοσθένη. Οι καταγραφές πληροφοριών τις οποίες δεν θα βρείτε πουθενά αλλού γραμμένες παρά μόνο στον τόμο 18 του Γιατί και πώς ζούν αναμεσά μας Κ2, η Αθέατη γνώση, τις προσφέρει στους αναγνώστες της, μέσα από ενα μικρό απόσπασμα του τόμου Κ2 - ΤΟ ΒΟΥΝΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ.
Κατά την διάρκεια της εκστρατείας του Αλεξάνδρου και αφού έφυγε από την τάκλα μακάν όπου διέλυσε τους στρατούς των ανόμων, έφτασε στο Κ2, το βουνό χωρίς όνομα, με σκοπό να βρει και να μελετήσει τα αρχεία της γνώσης.
Μετά από πολύ μεγάλη πορεία έφτασε κοντά στο βουνό και έμενε να ανακαλύψει το που βρίσκοταν η είσοδος για το εσωτερικό του βουνού.
Εκεί στο σημείο που υπέδειξε ο Ακλείδης έσκαψαν στο χιόνι , συνάντησαν πάγο , έσκαψαν στον πάγο και εκ θαύματος βρέθηκαν μπροστά σε μια σιδερένια καταπακτή διαστάσεως 1,5Χ1,5 μέτρων.
Χρειάστηκε να ανοίξουν μια στοά περίπου 15 μέτρων μέχρι να φτάσουν στο σφραγισμένο άνοιγμα.
Η καταπακτή , δεν φαινότανε να έχει ούτε κλειδαριά , ούτε πλευρά που να δείχνει από που ανοίγει.
Περισσότερο έμοιαζε με μια σφραγισμένη καταπακτή.
Όπως και να έχει ο Ακλείδης έδειξε να γνωρίζει την ύπαρξή της και έβγαλε από τον σάκο του μια μικρή σάλπιγγα και φύσηξε στο στόμιό της παίζοντας κάποιες νότες με συγκεκριμένη σειρά.
Η παλιά καταπακτή έτριξε και αποσφράγισε και μετά χάθηκε από τα έκπληκτα μάτια της ομάδας μέσα στο τρεμάμενο φως των δαυλών που είχαν ήδη ανάψει.
Πρώτος πέρασε μέσα ο Ευρημέδοντας ακολούθησε ο Ακλείδης και μετά ο Αλέξανδρος και οι υπόλοιποι.
Βρέθηκαν σε έναν κατασκότεινο διάδρομο ευρύχωρο όπου μπορούσε να προχωρά κανείς άνετα.
Ο διάδρομος ήταν εμφανώς ανηφορικός.
Όταν μπήκαν όλοι , η καταπακτή ξαναεμφανίστηκε και σφράγισε αυτόματα με ένα υπόκωφο κρότο.
Έβγαλαν τις γούνες και τα υποδήματα με τα καρφιά που φορούσαν για τους πάγους.
Ο αέρας ήταν δροσερός και ελαφρά ευωδιαστικός.
Κάτω από το φως των δαυλών άρχισαν να ανηφορίζουν ακολουθώντας τους Ακλείδη και Ευρημέδοντα.
Μετά από είκοσι περίπου λεπτά έφθασαν σε μια πύλη μυκηναικού τύπου που οδηγούσε σε μια πλατιά ελικοειδή σκάλα που οδηγούσε στα έγκατα του Κ2.
Κατέβηκαν τουλάχιστον κατά 300 μέτρα και συνάντησαν το πρώτο δάπεδο.
Όπως τα σκαλοπάτια που κατέβαιναν έτσι και το δάπεδο ήταν απολυτώς στεγνά και καθαρά.
Φώτισαν ένα γύρω με τους δαυλούς και είδαν μια χάλκινη πύλη , μεγάλων διαστάσεων , με το κεφαλαίο λάμβδα χαραγμένο πάνω της μέσα σε έναν κύκλο.
Ο Ακλείδης ξαναέβγαλε την μικρή σάλπιγγα και εξέπεμψε μια διαφορετική ακολουθία ήχων.
Η χάλκινη πύλη άνοιξει με ένα ελαφρύ τριγμό αποκαλύπτοντας έναν αμυδρά φωτισμένο διάδρομο.
Η ομάδα χωρίς δισταγμό μπήκε στο διάδρομο με τον Αλέξανδρο να πηγαίνει μπροστά.
Όταν μπήκαν όλοι η πόρτα έκλεισε πίσω τους αθόρυβα.
Ο διάδρομος ήταν υποκίτρινος στους τοίχους και οι πλάκες του δαπέδου του όπως και της οροφής του ήταν σκούρες καφέ.
Προχώρησαν κάπου εκατό μέτρα και ο διάδρομος τελείωνε με μια χάλκινη κλασική σφραγισμένη είσοδο.
Πάνω της ήταν χαραγμένη μια επιγραφή σε γώσσα άγνωστη και στους Έλληνες και στους Κινέζους οδηγούς.
Ο Ακλείδης τους είπε ότι είναι η γλώσσα των παλιών Ελλήνων , η γλώσσα των Ελ.
Ξαναέβγαλε την μικρή σάλπιγγα και έδωσε την κατάλληλη ακολουθία των ήχων.
Η είσοδος άνοιξε και πίσω της είδαν ένα μικρό δωμάτιο φωτισμένο ελαφρά πιο έντονα από τον διάδρομο.
Κοιτάχτηκαν όλοι μεταξύ τους κι ο Αλέξανδρος κοίταξε τον Ακλείδη.
Ανελκυστήρας του είπε και μπήκε πρώτος.
Μπήκαν και οι άλλοι.
Η πόρτα έκλεισε πίσω τους και ο Ακλείδης έφερε για μια ακόμη φορά τη μικρή σάλπιγγα στα χείλη του.
Με την κατάλληλη ακολουθία των ήχων ο ανεκλυστήρας άρχισε να κατεβαίνει αργά στην αρχή και αμέσως μετά πιο γρήγορα και πιο γρήγορα σε σημείο που οριακά αισθανότανε όλοι να αιωρούνται.
Μετά από μερικά λεπτά άρχισαν και πάλι να αισθάνονται το βάρος τους μέχρι που ο ανελκυστήρας σταμάτησε.
Η πόρτα άνοιξε και βρέθηκαν μπροστά σε μια τεράστια άπλετα φωτισμένη αίθουσα ολόλευκη και απολύτως άδεια.
Ήταν σχήματος ελλειπτικού και στη μέγιστη δυνατή απόσταση μεταξύ τους βρισκόταν δύο πύλες σχήματος μυκηναικού.
Ο Ακλείδης άπλωσε τα χέρια και τους εμπόδισε να βγουν.
Άνοιξε το σάκο του και έβγαλε από μέσα ένα μήλο το οποίο άνηκε προφανώς στις προμήθειές του.
Μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων , το πέταξε στο κατάλευκο δάπεδο της αίθουσας.
Όταν το μήλο ήρθε σε επαφή με το δάπεδο η λευκή αίθουσα χάθηκε από τα μάτια τους και όλος ο λευκός χώρος αντικαταστάθηκε από μια τεράστια σπηλιά που το δάπεδό της ήταν τόσο βαθιά , που δεν φανινόταν καν μέσα στο ημιφώς που επικρατούσε πλέον εκεί.
Ανάμεσα στον Αλέξανδρο και την ομάδα του και τις δύο πύλες που παρέμειναν στην θέση τους υπήρχε χάος και δεν ήταν δυνατόν να μπορέσει κανείς να τις προσεγγίσει.
Τα βλέμματα όλων στράφηκαν στους Ακλείδη και Ευρημέδοντα αφού ως τώρα όλα φάνταζαν απλά.
Ο Ακλείδης χαμογέλασε και ξαναέβγαλε τη μικρή σάλπιγγα.
Την έφερε στα χείλη του και εξέπεμψε ένα μόνο ήχο , μια ορισμένη συχνότητα.
Τότε εμφανίστηκε μέσα στο μισοφωτισμένο χάος ένας στενός πέτρινος διάδρομος που ξεκινούσε από την έξοδο του ανελκυστήρα , προχωρούσε μερικά μέτρα και μετά διχαζότανε σε δύο διαδρόμους που ο καθένας οδηγούσε στην κάθε μια από τις πύλες.
Μόλις ο Ακλείδης σταμάτησε την εκπομπή του ήχου , ο διάδρομος χάθηκε.
Μόλις ξανασφύριξε ο διάδρομος ξαναεμφανίστηκε.
Προσέξτε τους είπε , όσο διαρκεί ο ήχος ο διάδρομος υλοποείται και θα βρίσκεται κάτω από τα πόδια μας.
Αν σταματήσει ο ήχος ο διάδρομος θα εξαφανιστεί και θα πέσουμε στο χάος.
Το θέμα ήταν , ότι η κάθε πύλη απείχε περίπου 50 μέτρα.
Πόσο γρήγορα μπορούσαν να κινηθούν για να αντέχει ο Ακλείδης να διατηρεί τον ήχο ;
Η ζωή τους ήταν σε άμεση εξάρτηση με τη δύναμη των πνευμόνων του Ακλέιδη.
<<Που οδηγεί η κάθε πύλη >> , ρώτησε ο Αλέξανδρος.
<<Η δεξία οδηγεί στον αρχαίο κατεστραμμένο υπερπολλαπλασιαστή ισχύος , ένα αρχαίο εργοστάσιο. Η αριστερή οδηγεί στην αίθουσα των Ελ και κατόπιν στην αίθουσα των αρχείων της γνώσης>>.
<<Ήρθαμε για την αριστέρη πύλη>> είπε ο Αλέξανδρος και συνέχισε << Πως θα ανοίξει η πύλη ; >>
<<Καλή ερώτηση , πρώτα θα ανοίξουμε την πύλη και μετά θα εμφανίσουμε τον διάδρομο >> είπε ο Ακλείδης.
Εξέπεμψε λοιπόν μια ακολουθία ήχων και η αριστερή πύλη πράγματι άνοιξε.
Ύστερα είπε στην ομάδα να κινηθεί γρήγορα και προσεκτικά στο διάδρομο που διέσχιζε το χάος αφού είχε μετά βίας ένα μέτρο πλάτος και δεν είχε κανένα προστατευτικό κιγκλίδωμα.
Άρχισε την εκπομπή του ήχου και πρώτος ο Αλέξανδρος άρχισε να τρέχει πάνω στο διάδρομο που εμφανίστηκε. Τελευταίος πήγαινε ο Ακλείδης φροντίζοντας να διατηρεί σε ύψος και ένταση τον απαραίτητο ήχο για την διατήρηση του διαδρόμου.
Όταν πέρασε λοιπόν ο Ακλείδης την πύλη , σταμάτησε την εκπομπή και ο διάδρομος χάθηκε.
Ήταν σαφές ότι ακόμη και αν κάποιος μπορούσε να πορθήσει όλες τις πύλες που πέρασαν , κατά πάσα πιθανότητα θα δοκίμαζε να μπει στην λευκή αίθουσα και θα γκρεμιζότανε στο χάος , αφού η λευκή αίθουσα στην πραγματικότητα δεν υπήρχε.
Η αριστερή πύλη έβγαζε σε ένα μικρό σχετικά δωμάτιο χωρίς καμιά έξοδο.
Η μια έκπληξη διαδέχτηκε την άλλη.
Ο Ακλειδης όμως εξέπεμψε τον κατάλληλο ήχο και ο τοίχος απέναντι από την είσοδο άρχισε να υποχωρεί αφήνοντας πίσω του ένα διάδρομο φαρδύ και ψηλό όσο και ο τοίχος.
Μόλις ο Ακλείδης σταμάτησε ο τοίχος επανήλθε αστραπιαία στην θέση του.
Ο διάδρομος είχε μήκος 50 μέτρα , όπως είπε ο Ακλείδης και επομένως έπρεπε ο ήχος να εκπέμπεται διαρκώς αλλιώς ο τοίχος θα επανερχότανε και θα τους έλιωνε.
Άρχισε λοιπόν πάλι ο Ακλείδης να εκπέμπει την κατάλληλη συχνότητα και ο τοίχος υποχώρησε βγάζοντας την ομάδα σε ένα χώρο τεράστιο αμυδρά φωτισμένο.
Η ομάδα βγήκε από τον διάδρομο-παγίδα και προσπαθούσε να δει τα άκρα και την οροφή του χώρου στον οποίο βρισκότανε αλλά αυτό κτέστη αδύνατον.
Στην κορυφή τεσσάρων πανύψηλων στηλών που απείχαν μεταξύ τους κάπου είκοσι μέτρα σχηματίζοντας τετράγωνο έκαιγαν φωτιές που έστελναν το φως τους ένα γύρω αλλά δεν κατόρθωναν να φωτίσουν τα όρια του χώρου.
Ο Ακλείδης τους είπε να ανάψουν τους δαυλούς τους και να τον ακολουθήσουν.
Προχώρησαν ίσια στο βάθος της τεράστιας αίθουσας στα έγκατα του Κ2 και άφησαν τους τέσσερις στήλους πίσω τους.
Μετά από αρκετή πορεία το φως από τους τέσσερις στήλους φάνταζε απόμακρο και συνέχισαν να προχωρούν απομακρυνόμενοι από αυτούς.
Προχώρησαν για μισή ακόμα ώρα και οι φωτιές στην κορυφή των στηλών μετά βίας γίνοτανε αντιληπτές.
Κάποια στιγμή οι δαυλοί φώτισαν ακριβώς απέναντί τους το όριο του τεράστιου σπηλαίου μέσα στο οποίο βάδιζαν.
Μετά από λίγο είδαν και μια ακόμη μυκηναική πύλη με το σύμβολο του κεφαλαίου Λάμβδα.
Στα είκοσι με΄τρα και ενώ ο διάδρομος συνέχιζε συνάντησαν ένα διάδρομο ανηφορικό που μετά από δέκα περίπου μέτρα , έδειχνε να καταλήγει σε μια αμυδρά φωτιζόμενη με ένα ελαφρά γαλαζωπό φώς αίθουσα.
Ο Αλέξανδρος αν και ήθελε να βρεθεί στην αίθουσα των αρχείων της αρχαίας γνώσης αυθόρμητα πήρε τον ανηφορικό διάδρομο και πρώτος μπήκε στην αίθουσα που βρισκότανε σε στάση που πέντε Ελ.
Αυθόρμητα ρίγησε και αισθάνθηκε ένα δέος όταν βρέθηκε μπροστά στα πέντε γυάλινα <<φέρετρα>> στα οποία εκρατούντο ο Δίας , Ο Άρης , ο Ποσειδώνας , ο Ερμής και ο Ήφαιστος .
Τους αναγνώρισε όλους.
Τα γαλάζια τους σώματα , τέλεια διατηρημένα , με ύψος περίπου τρία μέτρα κλεισμένα στις γυάλινες θήκες περίμεναν να έρθει ο καιρός της αφύπνισης.
Σε λίγο όλη η ομάδα βρισκότανε στην αίθουσα της στάσης των θεών που ήταν κυκλική και θολωτή.
<<Αυτούς που νίκησαν αυτοί , τους νικήσαμε κι εμείς , μην τους κοιτάτε άλλο >> είπε ο Αλέξανδρος και ξεκίνησε για την αίθουσα των αρχείων της γνώσης.
Μετά από τριάντα περίπου μέτρα πορείας στον αρχικό διάδρομο , βρέθηκαν σε μια τεράστια αίθουσα μισοφωτισμένη μήκους περίπου τετρακοσίων μέτρων και πλάτους εκατό.
Υπήρχε ένας κεντρικός διάδρομος κατά μήκος της αίθουσας και δεξιά κι αριστερά κλιμακωτά υπήρχνα διάδρομοι γεμάτοι επιγραφές.
Υπήρχαν δέκα κλιμακωτά επίπεδα δεξιά και άλλα τόσα αριστερά.
Που βρίσκονται τα αρχεία ; Ρώτησε ο Αλέξανδρος , ενώ ταυτόχρονα ο Ακλείδης εξέπεμψε μια ακολουθία ήχων και ο φωτισμός έγινε άπλετος.
Τι ακριβώς ψάχνουμε , ρώτησε ο Ευρημέδοντας.
Ψάχνουμε , είπε ο Αλέξανδρος προτεινόμενες μεθόδους αποφυγής της παρέμβασης του Τοπικού Ρυθμιστή.
Θέλεις να παρανομήσεις δηλαδή , είπε ο Ακλείδης χαμογελώντας.
Συγκεκριμένα , συνέχισε ο Αλέξανδρος , θέλω να μάθω πως θα οδηγήσω το στράτευμα από τα Τάξιλα στον Βραχμαπούτρα , χωρίς να με εμποδίσουν οι θεοί ούτε ο Τοπικός Ρυθμιστής του Ελ Σεντάι.
Εμείς σφραγίσαμε τις πύλες , αποκρίθηκε ο Ακλείδης.
Σου είπα ότι θα σε βάλουμε στο ακατανόμαστο βουνό.
Βασιλιά μου , ψάξε μόνος σου.
Τα αρχεία είναι γραμμένα στην γλώσσα που ο όποιος ερευνητής γνωρίζει.
Περιέχεται στην αίθουσα αυτή όλη η γνώση και η εμπειρία των Ελ και των Νεφελίμ.
Υπάρχει ευρετήριο ; Ρώτησε ο Αλέξανδρος.
Ναι του αποκρίθηκαν.
Και που είναι ;
Εδώ που στέκεσαι.
Ρώτα και θα πάρεις απάντηση αφού εδώ είναι η αίθουσα όπου όποιος ζητάει παίρνει και όποιος ψάχνει βρίσκει.
Εμείς θα περιμένουμε απ έξω.
Όταν τελειώσεις βασιλιά μου , έλα κι εσύ.
Βγήκαν λοιπόν όλοι έξω στο διάδρομο και ο Αλέξανδρος έμεινε μόνος του στην αίθουσα των αρχείων της γνώσης.
Τι να πρωτορωτήσει και τι να πρωτομάθει.
Συγκρατήθηκε λοιπόν και ζήτησε πρώτα ένα χάρτη της πορείας που επιθυμούσε να ακολουθήσει από τα Τάξιλα στην Γιουννάν.
Κάπου δεξιά , μια από τις δεκάδες χιλιάδες επιγραφές φάνηκε να φωτίζεται έντονα και να αστράφτει .
Σε χρόνο μηδέν προβλήθηκε στο χώρο μπροστά του ο χάρτης που ήθελε και μελέτησε προσεκτικά τα ποτάμια και τις πεδιάδες που έπρεπε να διανύσει.
Ο χάρτης αυτός έμοιαζε καταπληκτικά με τους χάρτες του 20ου αιώνα από τον οποίο είχε ξεκινήσει.
Συμπέρασμα, τα αρχεία της γνώσης ανανεωνότανε και δεν ήταν στάσιμα , είχε έτσι την γνώση της εποχής του και όχι τη γνώση που ίσχυε πρίν από 20.000 χρόνια.
Ζήτησε λοιπόν και έμαθε για τις δυνάμεις και τον πλούτο , τις τεχνικές πολέμους , τα στρατηγήματα και την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στα βασίλεια που βρισκότανε στα 2.500 χιλιόμετρα που χώριζαν τα Τάξιλα από την Γιουννάν.
Αφού έμαθε ότι ήθελε , ζήτησε να του αποκαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο ή θα έπαιρνε την αποδοχή του Τοπικού Ρυθμιστή για να αλλάξει τη ιστορία ή τον τρόπο με τον οποίο θα τον ξεγελούσε.
Η απάντηση που πήρε ήταν απλή , ξεκάθαρη και λιτή.
Ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει. Ωστόσο πεπρωμένου φυγείν αδύνατον.
atheatignosi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.