Κάποιος νέος παραστράτησε, μα τόσο μετανόησε, όταν η Θεία Χάρη τον επισκέφτηκε από ένα κήρυγμα που άκουσε, που άφησε τον κόσμο κι έγινε καλόγερος.
Έφτιαξε μια καλύβα στην έρημο κι έκλαιγε κάθε μέρα με πολύ πόνο τις αμαρτίες του. Με τίποτα δεν μπορούσε να παρηγορηθεί.
- Τι έχεις, άνθρωπε και κλαις, με τόσο πόνο; τον ρώτησε με τη γλυκιά φωνή του.
- Κλαίω, Κύριε, γιατί έπεσα, είπε με απελπισία ο αμαρτωλός.
- Ω, τότε σήκω.
- Δεν μπορώ μόνος, Κύριε.
Άπλωσε τότε το Θεϊκό Του χέρι ο Κύριος της αγάπης και τον βοήθησε να σηκωθεί. Εκείνος όμως δε σταμάτησε να κλαίει.
- Τώρα γιατί κλαις;
- Πονώ, Χριστέ μου, γιατί σε λύπησα. Ξόδεψα τον πλούτο των χαρισμάτων Σου σε ασωτίες.
Έβαλε τότε με στοργή το χέρι Του ο Φιλάνθρωπος Δεσπότης στο κεφάλι του…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.