Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΤΑΝΟΗΣΙΑ ΜΑΣ. ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟ Β.Δ. ΕΛΛΑΔΟΣ

«Πόσα χρόνια οι δικοί μου, οι προφήτες, οι άγιοι και οι άνθρωποι επί της γης, οι οποίοι κάνουν έργο Θεού, σας μιλούν γι’ αυτήν την περίφημην μετάνοια; Και σας έδωσα χάρες πολλές (παρέτεινα τον χρόνο), αλλά δεν την είδα στα μάτια σας (την μετάνοια), αλλά ούτε και στα λόγια σας, επειδή δεν την κατοικήσατε στην ψυχή σας, αλλά κατασπαράξατε τις σάρκες σας, ο ένας με τον άλλον, χωρίς μετάνοια.
Ζητάτε το έλεός μου και Εγώ σας λέω: Έλεος από εσάς, δηλαδή μακριά  από
εσάς (Εγώ). Να με ελεήση ο Πατέρας από εσάς. Όχι ότι δεν σας αγαπώ. Όμως, δεν μου κλείσατε μόνον την πόρτα, αλλά και με συκοφαντήσατε και με βρίσατε και με μισήσατε, και εάν μπορούσατε να με πουλήσετε, και πάλι να με ξανασταυρώσετε και πάλι θα το κάνατε.
Είστε άξιοι της καταστροφής.
Είσαστε οι λάτρεις του μίσους.
Εγώ το πρόσωπό μου αριστερά θα γυρίσω από εσάς και όχι προς τα δεξιά και θα δω την ανατολήν του κόσμου που έρχεται. Εσείς δε οι αμετανόητοι, που δώσατε την ψυχή σας σε χαρτιά και σίδερα (δηλαδή στο χρήμα και σε πολέμους), καθίστε και απολαύστε την δύσιν σας. Όμως, μόνον ένα σας τονίζω. Μακριά τα χέρια σας από τους δικούς μου. Γιατί, ούτε η τρίχα της κεφαλής, δεν θα πειραχθή από εκείνους. Διότι, εκείνοι θα είναι, που θα έχουν θέσιν στην ανατολήν, σ’ αυτόν τον κόσμον, που Εγώ γνωρίζω να φτιάχνω (δημιουργώ), καλύτερα από όλους σας. Σ’ αυτόν τον κόσμο που έπλασε ο Πατέρας μου και εσείς δεν ξέρατε (καταφέρατε), να τον κρατήσετε. Ε! Πάρτε αυτές τις ημέρες που έρχονται τις σάρκες σας και φάτε της. Εσείς οι αχόρταγοι στο αίμα. Εσείς, που από τα μάτια σας, μόνον μίσος ξέρετε να βγάζετε και μόνον λίγη αγάπη, εάν βεβαίως σας έχει μείνει (έστω και λίγη).
Μου λέτε, να μην αποστρέψω το κεφάλι μου από εσάς. Το έκανα και το κάνω. Αλλά ενώ Εγώ σας βλέπω δεξιά, εσείς βγαίνετε πίσω από Εμένα. Εγώ γυρνώ για να σας βρω και εσείς ξανά φεύγετε από μπροστά μου. Ε! Τότε, θα γυρίσω προς τον Πατέρα μου, θα Τον βλέπω και θα με βλέπει και θα βλέπω τον κόσμο που έρχεται τον κόσμον της ειρήνης, της αγάπης και του Θεού. Τον κόσμον που θα έχει το Ευαγγέλιο του Θεού, γραμμένο μέσα στην ψυχή του και τα μάτια του θα μοιάζουν με τον Πατέρα. Ακόμα και στην φωνή θα ομοιάζουν αυτοί με Εκείνον. Όπως και σήμερα, οι πιστοί του Πατέρα μου και οι εργάτες Του ομοιάζουν.
Γι’ αυτό σωπούσα και δεν μιλούσα σήμερα, διότι δεν ήθελα να τα πω αυτά. Αλλά υπομονετικά και με ταπεινότητα με περιμένατε, γι’ αυτό και σας τα είπα. Όμως μην ανησυχείτε. Δεν θα στρίψω την κεφαλήν μου αριστερά από τους δικούς μου, όπου και αν βρίσκονται αυτοί. Ακόμα και στον βυθό της θάλασσας αν βρίσκονται, όταν οι άλλοι θα πνιγούν, αυτοί θα βγουν επάνω (ακόμη και από τα υποβρύχια). Και εάν επάνω σε ένα δέντρο ή πέτρα ή στην άκρη του κόσμου εάν βρεθούν, εγώ θα έχω την κεφαλήν μου στραμμένη προς αυτούς.
Αλλοίμονο σε εσάς, που δεν (θελήσατε να) με γνωρίσατε και δεν με είδατε ποτέ!
Αλλά και όταν με είδατε, γελάσατε σαρκαστικά και ειρωνικά και είπατε: «Κοιτάξτε αυτόν το ιερομένο. Κοιτάξτε αυτόν που σκύβει καμπουριασμένος. Κοιτάξτε αυτόν το σαλό». Και εσείς οι «έξυπνοι» με ειρωνευτήκατε. Αυτός ήμουν Εγώ όμως. Ε! Με βρίσατε ή δεν με βρίσατε; Με πιστέψατε ή δεν με πιστέψατε; Με είδατε ή δεν με είδατε; Με διώξατε ή δεν με διώξατε; Αλλά και μικρός που ήμουν, με αφήσατε να πεθάνω, από την πείνα και με παρατήσατε ακόμα και στους δρόμους.
Εσείς δεν τα κάνατε όλα αυτά;
Εσείς δεν με ονομάσατε ψεύτη; Όταν σας έλεγα ότι πεινάω;
Εσείς δεν με κατηγορήσατε φονιά, ενώ δεν είχα κάνει φόνο;
Εσείς ευθύνεστε για όλα αυτά!
Αλλά πιο πολύ ευθύνεστε, επειδή είστε αμετανόητοι!
Γιατί δεν κλάψατε μαζί με εμένα, όταν έκλαιγα και εγώ στους δρόμους;
Γιατί δεν πονέσατε, όταν πονούσα από πόνους και από τις σύριγγες, που μου βάζατε στο χέρι;
Γιατί δεν ήλθατε, μαζί μου να κοιμηθούμε έξω στα παγκάκια;
Τι άλλο να σας πω, γιατί έχω άλλα τόσα. Αλλά προσπαθώ να συγκρατήσω την θλίψιν μου για εσάς και για την κατάντια σας.
Με ποιο δικαίωμα δεν ακούσατε την φωνή του Πατέρα και την δική μου;
Με ποιο δικαίωμα δεν πιστεύετε  σ’ αυτόν που σας γέννησε;
Με ποιο δικαίωμα κοιμηθήκατε μαζί με την αμαρτία και δεν την διώξατε από επάνω σας, ως κακία των κακών;
Με ποιο δικαίωμα, ενώ είσατε άνθρωποι, γίνατε απάνθρωποι;
Με ποιο δικαίωμα, δεν τηρήσατε τις εντολές του Πατέρα μου, τις δέκα;
Και με ποιο δικαίωμα αρνείστε να ζήσετε μια θεϊκή ζωή;
Όταν θα βρείτε δε, πού σας αδίκησα, ελάτε να μου το πείτε. Και όταν (εάν) θα καταλάβετε την αδικίαν σας, πάλι θα σας περιμένω.
Μου έχετε σακατέψει την ψυχή, εσείς οι άξιοι της τύχης σας. Άπονοι της καταστροφής. Η ψυχή σας έχει πάθει αψυχία.
Γυρίστε – γυρίστε – γυρίστε!
Μετανοείτε – μετανοείτε – μετανοείτε!
Ακόμα δεν είναι αργά, διότι ακόμα σας περιμένω.
Κάποτε σας έκανα έκκληση, να έλθετε προς τον Πατέρα.
Τώρα σας κάνω έκκληση να επιστρέψετε στην ψυχή σας, διότι, όταν θα μπείτε στην ψυχή σας, θα δείτε ότι εκεί κατοικεί ο Πατέρας σας, κατοικεί το Άγιον Πνεύμα, η Αγία Τριάδα.
Τι σας ζήτησα; Να με σκεφθείτε μια φορά και να σας αγαπήσω άπειρες φορές.  Τι άλλο θέλετε; Από Εμένα;».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.