Δευτέρα 13 Αυγούστου 2012

Κύμα ακρίβειας απειλεί τα τρόφιμα

Της Μαίρης Ι. Παπακωνσταντίνου
Υπό την απειλή της ακρίβειας βρίσκονται ακόμα και βασικά είδη διατροφής, όπως το κρέας, το γάλα και το ψωμί, εξαιτίας της ραγδαίας αύξησης των τιμών σε σόγια,σιτάρι και καλαμπόκι, που αποτελούν χρηματιστηριακά προϊόντα και επηρεάστηκαν από ακραία καιρικά φαινόμενα. Την ίδια στιγμή κίνδυνος ελλοχεύει από την αθρόα εισαγωγή προϊόντων από γειτονικές χώρες σε ανταγωνιστικές τιμές, που όμως στερούνται ελέγχων αναλόγων με αυτών που γίνονται στα εγχώρια προϊόντα. 

Ο κίνδυνος ακρίβειας είναι ορατός, καθώς τους τελευταίους μήνες η Αμερική, που αποτελεί τη μεγαλύτερη παραγωγική χώρα στις βασικές πρώτες ύλες, βρίσκεται αντιμέτωπη με τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 50 ετών. Αλλά και η Ευρώπη επλήγη από το έντονο κύμα κακοκαιρίας μακράς διαρκείας, που είχε ως αποτέλεσμα ακόμα και τον διπλασιασμό της τιμής στη σόγια και τη ραγδαία αύξηση της τιμής σε σιτάρι και καλαμπόκι. Το τελευταίο διάστημα η σόγια πωλείται προς 600 ευρώ ανά τόνο, όταν ένα χρόνο πριν η τιμή της δεν ξεπερνούσε τα 300 ευρώ. Την ίδια πορεία ακολουθεί και το σιτάρι, που πωλείται σήμερα στα 280 ευρώ ανά τόνο, όταν τον προηγούμενο χρόνο η τιμή κυμαινόταν στα 200 ευρώ.
 
Με αγωνία οι Ελληνες παραγωγοί περιμένουν τις προσεχείς ημέρες να δουν πώς θα διαμορφωθεί τελικά η τιμή στο καλαμπόκι, το οποίο χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη σε είδη αρτοποιίας αλλά και ως ζωοτροφή. «Στην αρχή νομίσαμε ότι επρόκειτο για χρηματιστηριακό παιχνίδι, μέχρι που καταλάβαμε την έκταση του προβλήματος», επισημαίνουν παράγοντες του κλάδου. Η ξηρασία στην Αμερική είχε ως αποτέλεσμα να περιοριστεί κατά 40 εκατ. τόνους η παραγωγή δημητριακών και η έλλειψη εκτόξευσε τις τιμές. 

Εξάλλου, στην Ελλάδα η παραγωγή είναι ήδη πεσμένη, αφού λόγω του βαρέος χειμώνα πολλά χωράφια δεν θερίστηκαν. Σε κάποιες χώρες της Ευρώπης έχουν ήδη σημειωθεί αυξήσεις οι οποίες φθάνουν ακόμα και το 20% για βασικά καταναλωτικά αγαθά που χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη δημητριακά και σιτηρά, συμπεριλαμβανομένων και των προϊόντων ζωικής προέλευσης, δεδομένου ότι αυξήθηκε δραματικά το κόστος των ζωοτροφών. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ιταλίας, όπου κάθε εβδομάδα οι τιμές αναπροσαρμόζονται. 

Απούσα η πολιτεία
Υπό την πίεση αυτής της κατάστασης οι Ελληνες κτηνοτρόφοι και πτηνοτρόφοι βγάζουν κραυγή αγωνίας, καθώς το τελευταίο διάστημα σηκώνουν μόνοι τους το οικονομικό βάρος που προκαλεί η αύξηση των τιμών στις πρώτες ύλες, δηλώνοντας όμως αδυναμία να διατηρήσουν την ίδια πολιτική, από τη στιγμή που οι τράπεζες κρατούν τις στρόφιγγες του δανεισμού κλειστές και η πολιτεία αδυνατεί να συνδράμει. «Τα χρονικά περιθώρια που θα μπορέσουν να συγκρατήσουν χαμηλό το κόστος σε κρέας και κοτόπουλο στενεύουν δραματικά και η προοπτική για αύξηση των τιμών στο τελικό προϊόν που θα διατίθεται στον καταναλωτή φαντάζει πολύ κοντινή», τονίζει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Πτηνοτροφικών Επιχειρήσεων Ελλάδος Αδαμάντιος (Ντάνος) Συρίγος. 

Ο ίδιος κρίνει επιτακτική την ανάγκη αύξησης των τιμών σε κοτόπουλο και κρέας, για να αποφευχθεί το κλείσιμο επιχειρήσεων. Εξίσου επιτακτική κρίνεται «η χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης από το τραπεζικό σύστημα, για να μην υπάρξουν τα λουκέτα στην αγορά», ισχυρίζονται εκπρόσωποι του κλάδου. Με απώτερο σκοπό τον περιορισμό των εξόδων, ώστε να μπορέσουν να συγκρατήσουν τις τιμές σε χαμηλά επίπεδα, εκπρόσωποι του πτηνοτροφικού Συνδέσμου (ΣΠΕΕ) συναντήθηκαν με τον διοικητή του ΙΚΑ, ζητώντας ρύθμιση των οφειλών τους, αίτημα για το οποίο ακόμη αναμένουν απάντηση.

Σε απόγνωση οι κτηνοτρόφοι
Υπό την πίεση της κατανάλωσης που βαίνει καθοδικά, οι ελληνικές επιχειρήσεις πωλούν ακόμα και κάτω του κόστους προκειμένου να καταγράψουν πωλήσεις. Αυτή τη στιγμή η εγχώρια παραγωγή σε κοτόπουλο κυμαίνεται στα 115 εκατομμύρια τεμάχια τον χρόνο. Η ετήσια κατανάλωση από εγχώρια και εισαγόμενα κοτόπουλα ανέρχεται στους 240 χιλιάδες τόνους, νούμερο από το οποίο οι εισαγωγές αφορούν το 30% της κατανάλωσης. Οι ελληνικές εταιρείες που παράγουν κοτόπουλο -μαζί με τους συνεταιρισμούς- αριθμούν τις 15, ενώ αξίζει να αναφερθεί ότι ο ανταγωνισμός προέρχεται από την Ιταλία και τη Βουλγαρία. 

Η γείτονα χώρα εξάγει με τιμές ιδιαίτερα ανταγωνιστικές, όμως στερείται ελέγχων ανάλογων με αυτών που γίνονται στη χώρα μας, που εγγυώνται την καλύτερη ποιότητα για τον καταναλωτή. Χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα των χοιροτρόφων, οι οποίοι παραδοσιακά εκτρέφουν τους χοίρους μέχρι τα 100 κιλά προτού διαθέσουν το κρέας τους στην αγορά, ενώ τώρα, αποσκοπώντας στην απόκτηση ρευστότητας, διαθέτουν το χοιρινό κρέας όταν ο χοίρος φθάσει στα 70 κιλά. 

Για την πορεία της τιμής που θα καταγράψει το ψωμί και το γάλα, πηγές προσκείμενες στους κλάδους της αρτοποιίας και των γαλακτοκομικών αποφεύγουν να δώσουν σαφή κατεύθυνση για το τι μέλλει γενέσθαι. Ωστόσο, η αύξηση της τιμής της πρώτης ύλης θα υποδείξει τελικά την πολιτική που θα ακολουθήσουν οι κλάδοι. 



real.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι απόψεις των αναρτήσεων δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τις δικές μας.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.